Η εξασφάλιση της ενεργειακής αυτονομίας της Ευρώπης αποτελεί ζήτημα αιχμής για τη «γηραιά» ήπειρο, πολλές δεκαετίες τώρα. Οι εξελίξεις των τελευταίων μηνών επιβεβαίωσαν με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο ότι το πρόβλημα απέχει πολύ από τη λύση του. Δυστυχώς, η Ρωσία απεδείχθη επισφαλής εταίρος. Το Κρεμλίνο έστειλε πρόσφατα μήνυμα προς κάθε ενδιαφερόμενο, ότι θα χρησιμοποιήσει τα ενεργειακά του αποθέματα, που επανακρατικοποιήθηκαν, ως πολιτικό πλέον όπλο. Η αρχή έγινε με τη Ουκρανία, στην οποία η Μόσχα έστειλε τελεσίγραφο, ξεκαθαρίζοντάς της ότι η δυτικόστροφη και αντιρωσική «πορτοκαλί» επανάστασή της δεν μπορεί να... ζεσταίνεται με φθηνό ρωσικό φυσικό αέριο. Ήδη, οι ψηφοφόροι της Ουκρανίας, στις προχθεσινές εκλογές, έκαναν νέες επιλογές και έφεραν πρώτο το φιλορώσο υποψήφιο Γιανουκόβιτς. Ο... χειμώνας είναι πολύ βαρύς στη χώρα αυτή. Εκτός αυτού, η Ρωσία υπέγραψε την περασμένη εβδομάδα τρεις τεράστιες συμβάσεις για πωλήσεις φυσικού αερίου και πετρελαίου στην Κίνα. Το θέμα υποβαθμίσθηκε στα Δυτικά μέσα ενημέρωσης, για προφανείς λόγους. Οι Βρυξέλλες ζήτησαν όμως εξηγήσεις από τη Μόσχα, με αιτιολογικό το αν υπάρχει επάρκεια ρωσικής παραγωγής, για να τιμηθούν όλα τα συμβόλαια. Από την άλλη πλευρά, η κατάσταση στον Περσικό Κόλπο δεν είναι η καλύτερη δυνατή. Το απόλυτο χάος του Ιράκ, αν επεκταθεί και στο Ιράν, θα έχει εξουθενωτικές συνέπειες για την Ευρώπη. Μάλιστα, η Ελλάδα, με την τελευταία αυτή πετρελαιοπαραγωγό χώρα, έχει μακροπρόθεσμα και προτιμησιακά συμβόλαια, για μεγάλες ποσότητες αργού πετρελαίου. Απέναντι στη δύσκολη αυτή κατάσταση, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο των 25 ηγετών της Ε.Ε., ύστερα από σχετικές προτάσεις της Κομισιόν επιδίωξε πρόσφατα να θεσμοθετήσει μια κοινή ευρωπαϊκή στρατηγική στην ενέργεια συνολικά. Δυστυχώς, οι μεγάλες χώρες της Ευρώπης δείχνουν απρόθυμες να μοιραστούν τις ενεργειακές πηγές τους με τους γείτονες, στο πλαίσιο μιας πανευρωπαϊκής αγοράς, τουλάχιστον στον ηλεκτρισμό. Βέβαια, η Ε.Ε. έχει υιοθετήσει ουσιαστικές πολιτικές ανάπτυξης των αειφόρων πηγών ενέργειας (ηλιακή, αιολική, και άλλες). Και στο μέτωπο αυτό η Ελλάδα διαθέτει σημαντικότατα συγκριτικά πλεονεκτήματα. Το θέμα είναι όμως ότι οι εξελίξεις είναι πολύ βραδείες στο μέτωπο αυτό. Λογικά, λοιπόν, η κυβέρνηση, αν ανησυχεί πραγματικά για το θέμα -και είμαστε βέβαιοι ότι έτσι είναι-, θα πρέπει να βάλει τα δυνατά της, ώστε το νομοθετικό πλαίσιο να είναι παραγωγικό. (Ναυτεμπορική, 31/3/06)