Tου Αθ. Χ. Παπανδρόπουλου
Πόσο μπορεί να ανέβει η τιμή του πετρελαίου; Το ερώτημα τίθεται πλέον από πολύ κόσμο και η απάντηση είναι δύσκολη. Ευθύς εξ αρχής, όμως, πρέπει να πούμε ότι ένας αριθμός με τρία ψηφία δεν πρέπει να αποκλείεται. Ακόμα περισσότερο, πολλοί διεθνείς παρατηρητές πιστεύουν ότι, για αρκετά χρόνια, το πετρέλαιο θα είναι ακριβό διότι πολλές βεβαιότητες που υπήρχαν γύρω από την διαμόρφωση της τιμής του σήμερα έχουν μεταβληθεί σε αβεβαιότητες. Αυτό είναι ένα πρόβλημα πολύ πιο ζωτικό από τις υψηλές τιμές, το ύψος των οποίων, εξάλλου, η παγκόσμια οικονομία το απορροφά –για την ώρα– χωρίς τις δυσκολίες του παρελθόντος. Μία βασική βεβαιότητα η οποία καταρρέει είναι αυτή του ρόλου της Σαουδικής Αραβίας στην διατήρηση χαμηλών τιμών. Για δύο δεκαετίες και πλέον, οι Σαουδάραβες είχαν σοβαρά αποθέματα πετρελαίου και αυτό αποτελούσε κίνητρο για να διατηρούν τόσο χαμηλές τις τιμές, ώστε να αποτρέπουν κερδοσκοπίες και υποκαταστάσεις. Για τον λόγο αυτόν και για να δίνουν χείρα βοηθείας στις ΗΠΑ, οι Σαουδάραβες διατηρούσαν εφεδρείες αντλήσεως ολίγων εκατομμυρίων βαρελιών, που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν σε περιπτώσεις αυξημένης ζητήσεως ή περιορισμού της προσφοράς. Η Σαουδική Αραβία εφάρμοσε την τακτική αυτή στην περίπτωση του πρώτου πολέμου του Κόλπου, όταν το Ιράκ εισέβαλε στο Κουβέϊτ. Όμως, τα τελευταία χρόνια, στον βαθμό που η ζήτηση αυξάνεται με αφορμή την κινεζική οικονομική ανάπτυξη, η προσφορά μεταβάλλεται, το σαουδαραβικό χαλινάρι εφθάρη. Για πρώτη φορά ύστερα από είκοσι και πλέον χρόνια, η ζήτηση ξεπερνά την παραγωγική δυνατότητα. Μπροστά στη νέα αυτή κατάσταση, το ερώτημα που τίθεται και δημιουργεί αβεβαιότητες είναι κατά πόσον τα υπάρχοντα διϋλιστήρια μπορούν να ανταποκριθούν στην υπερζήτηση, την στιγμή που αρκετά από αυτά έχουν 30 χρόνια να πραγματοποιήσουν επενδύσεις. Ένα άλλο σοβαρό θέμα είναι η επιδότηση που εφαρμόζει η κινεζική κυβέρνηση στην κατανάλωση πετρελαίου, με αποτέλεσμα να μην γίνεται καμμία προσπάθεια εξοικονομήσεως ενέργειας στην χώρα αυτή. Μπορούμε λοιπόν να πούμε με βεβαιότητα ότι, στον βαθμό που η Κίνα και η Ινδία θα έχουν εκατομμύρια οδηγούς, η ζήτηση κυριολεκτικώς θα τρελλαθεί. Υπάρχει, ωστόσο, και ένα άλλο πρόβλημα. Οι χώρες που έχουν πλούσιο υπέδαφος σε πετρέλαιο, βρίσκονται στην Μέση Ανατολή και στην πρώην Σοβιετική Ένωση. Η άντληση και η διανομή καυσίμων ελέγχονται από κρατικές εταιρείες, οι οποίες είναι κατά κανόνα τυφλές στα σήματα που εκπέμπουν οι αγορές. Συνεπώς, όσο η προσφορά θα είναι στενή, οι πολιτικές και μετεωρολογικές εξελίξεις στις χώρες αυτές θα επηρεάζουν και τις αγορές. Κατά το γνωστό περιοδικό «Εκόνομιστ», τρεις άλλοι παράγοντες που δημιουργούν αβεβαιότητα είναι οι μαζικές κερδοσκοπικές επενδύσεις σε εμπορεύματα και πετρέλαιο –που ήδη ξεπερνούν τα 100 δισ. δολλάρια. Αν όμως αυτό το ζεστό χρήμα εγκαταλείψει κάποια στιγμή την πετρελαϊκή αγορά, οι τιμές θα πέσουν και τα επενδυτικά σχέδια της ενεργειακής βιομηχανίας θα καταρρεύσουν. Δεύτερον, οι επιπτώσεις των υψηλών τιμών στην παγκόσμια οικονομία και ιδιαιτέρως στα επίπεδα του πληθωρισμού σε χώρες όπως οι ΗΠΑ. Τέλος, η μεγαλύτερη αβεβαιότητα είναι η τεχνολογία. Οι δυτικές εταιρείες συναντούν μεγάλες δυσκολίες στο να παράγουν εναλλακτικά καύσιμα, τα οποία σήμερα είναι ακριβότερα από το πετρέλαιο. Συνεπώς, είναι σαφές ότι σήμερα βρισκόμεθα σε έναν φαύλο κύκλο, στον οποίον η Γη γίνεται θερμότερη από την καύση καυσίμων και εμείς χρησιμοποιούμε όλο και περισσότερο το αιρ-κοντίσιον, με αποτέλεσμα να καίμε στα ηλεκτρικά εργοστάσια όλο και περισσότερον άνθρακα. Έτσι, η Γη θα γίνεται ακόμη πιο θερμή και αυτό θα συνεχίζεται –εκτός αν οι θεωρητικοί της θερμάνσεως του πλανήτη κάνουν λάθος. Όπως και να είναι, μπορούμε να κάνουμε περισσότερα για να εξοικονομούμε ενέργεια. Δεν είναι θέμα κυβερνήσεων. Είναι θέμα δικό μας. Έως έναν βαθμό, ποια θα είναι η πορεία της τιμής του πετρελαίου εξαρτάται από εμάς. (Εστία, 25/04/2006)