Να Φορολογήσει τα Κεφάλαια για Επενδυτικές Δαπάνες που Διατηρούν οι Πετρελαϊκές Σκέφτεται το Κρεμλίνο

Να Φορολογήσει τα Κεφάλαια για Επενδυτικές Δαπάνες που Διατηρούν οι Πετρελαϊκές Σκέφτεται το Κρεμλίνο
energia.gr
Τρι, 29 Μαρτίου 2016 - 13:54
Καθώς η πτώση των διεθνών τιμών του αργού έχουν συρρικνώσει τα άλλοτε αυξημένα έσοδα από το πετρέλαιο, που συντέλεσαν στην εδραίωση του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν στην εξουσία, το Κρεμλίνο έχει βρει τρόπους για να «σώσει» την οικονομία, έστω και με μειωμένο ρυθμό ανάπτυξης, περικόπτοντας μισθούς και συντάξεις

Καθώς η πτώση των διεθνών τιμών του αργού έχουν συρρικνώσει τα άλλοτε αυξημένα έσοδα από το πετρέλαιο, που συντέλεσαν στην εδραίωση του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν στην εξουσία, το Κρεμλίνο έχει βρει τρόπους για να «σώσει» την οικονομία, έστω και με μειωμένο ρυθμό ανάπτυξης, περικόπτοντας μισθούς και συντάξεις.

Αλλά ο προϋπολογισμός επιδεινώνεται, καθώς η πτώση των τιμών αναγκάζει το Κρεμλίνο να αναζητήσει νέες πηγές χρημάτων. Η πτώση των τιμών έχει οδηγήσει σε περικοπές μισθών και συντάξεων, αύξηση ορισμένων φόρων, ιδιωτικοποιήσεις μέρους κρατικών εταιρειών με μη ευνοϊκούς όρους, ακόμα και σε περικοπές στρατιωτικών δαπανών, όπως αναφέρει ο Andrew Kramer στο άρθρο του στους New York Times.

Ειδικοί αναλυτές τονίζουν ότι οι συνθήκες είναι ιδιαίτερα δύσκολες, ώστε το Κρεμλίνο να εξετάζει να προβεί σε μία κίνηση που πάντα θεωρούνταν απέλπιδα, μία κίνηση που μπορεί να έχει μακροπρόθεσμες συνέπειες για τη ρωσική οικονομία: τη φορολόγηση των κεφαλαίων που οι εταιρείες πετρελαίου πρέπει να επενδύσουν για να διασφαλίσουν τη μελλοντική παραγωγή πετρελαίου.

Όσο η κυβέρνηση συνεχίζει να απομυζεί οικονομικά τον ζωτικής σημασίας τομέα του πετρελαίου, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η ζημιά για τις μελλοντικές οικονομικές προοπτικές της χώρας, ακόμη και αν οι τιμές του πετρελαίου ανακάμψουν.

«Η κατάσταση είναι πολύ σοβαρή», επισημαίνει ο Mikhail Ι. Krutik hin, ενεργειακός αναλυτής της συμβουλευτικής RusEnergy. Ο ίδιος εκτιμά ότι η παραγωγή πετρελαίου της Ρωσίας, τώρα σε ένα μετα-σοβιετικό ρεκόρ των 10,8 εκατ. βαρελιών την ημέρα, θα κορυφωθεί κάποια στιγμή το επόμενο έτος και στην συνέχεια θα υπάρξει μια μακροπρόθεσμη πτώση. «Το μόνο ερώτημα είναι αν η πτώση αυτή θα είναι ιδιαίτερα απότομη, καθώς οι πετρελαϊκές εταιρείες δεν επενδύουν καθόλου στην εξερεύνηση νέων κοιτασμάτων, επειδή τα κέρδη από τα έργα αυτά θα έρθουν μέσα σε 10 χρόνια. Κανείς δεν θα επενδύσει σε αυτά τα έργα».

Το 2016, οι νέοι φόροι θα κοστίσουν στις εταιρείες πετρελαίου περίπου 2,9 δις δολάρια. Για τον προϋπολογισμό του 2017 εξετάζεται η επιβολή ενός πολύ μεγαλύτερου φόρου, που σύμφωνα με ρωσικά μέσα ενημέρωσης, αναμένεται να είναι έως και 11 δις δολάρια.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Ρωσία χρειάζεται τα χρήματα άμεσα και ότι οι πετρελαϊκές εταιρείες είναι ένας δελεαστικός στόχος. Το γεγονός αυτό δικαιολογείται, καθώς μεγάλες εταιρείες πετρελαίου αμείβονται σε δολάρια, αλλά διεξάγουν τις εγχώριες δραστηριότητές τους στο κλυδωνιζόμενο ρωσικό νόμισμα και κατά συνέπεια έχουν αρκετά κεφαλαιακά διαθέσιμα. Ενώ σε παγκόσμιο επίπεδο οι περισσότερες εταιρείες πετρελαίου είναι βαθιά στο «κόκκινο», τα ταμειακά αποθέματα των εταιρειών αυτών παραμένουν κατ ' εκτίμηση στα 90 δις δολάρια, μια βαθιά και δελεαστική «δεξαμενή κεφαλαίων» για το Κρεμλίνο, τονίζει ο Kramer.

Ο Πούτιν, ο οποίος επιβλέπει προσωπικά τις βιομηχανίες ενέργειας, γνωρίζει τους κινδύνους μιας επικείμενης φορολόγησης των επιχειρήσεων σε τόσο μεγάλο βαθμό και έχει από καιρό αντισταθεί στον συγκεκριμένο πειρασμό. «Ο Πούτιν αντιμετωπίζει ένα δίλημμα», ανέφερε ο κ. Krutikhin.

Το δίλημμα πηγάζει από τη δομή του φορολογικού συστήματος της Ρωσίας για τον τομέα του πετρελαίου, το οποίο σχεδιάστηκε έτσι ώστε το κράτος να λαμβάνει τα απροσδόκητα κέρδη από τις υψηλές τιμές του πετρελαίου και των άλλων βασικών εμπορευμάτων, αντί να τα αφήνει για τους ολιγάρχες της χώρας.

Όσο υψηλότερη είναι η τιμή, τόσο υψηλότερους φόρους καταβάλλουν οι εταιρείες πετρελαίου της Ρωσίας. Για παράδειγμα, σε μια τιμή πετρελαίου 100 δολάρια το βαρέλι, οι εταιρείες πλήρωναν φόρους 74 δολαρίων, σύμφωνα με επενδυτική τράπεζα της Μόσχας. Όταν οι τιμές του πετρελαίου κατέρρευσαν, η κυβέρνηση πήρε το μεγαλύτερο μέρος της απώλειας υπό την μορφή μειωμένων φορολογικών εσόδων. Με το πετρέλαιο στα 35 δολάρια το βαρέλι, ο φόρος είναι περίπου 17 δολάρια, αφήνοντας 18 δολάρια το βαρέλι για τις επιχειρήσεις - όχι πάρα πολύ μικρότερο από τα 30 δολάρια το βαρέλι στην κορύφωση της τιμής του πετρελαίου.

Όπως αναφέρει ο Kramer, το μέσο κόστος παραγωγής και μεταφοράς ενός βαρελιού πετρελαίου είναι περίπου 15 δολάρια. Προσθέτοντας έναν φόρο 17 δολαρίων το βαρέλι, όταν το πετρέλαιο είναι προς πώληση για 35 δολάρια το βαρέλι, αφήνει κέρδος μόνο 3 δολάρια, ένα περιθώριο κέρδους που συρρικνώνεται με ταχείς ρυθμούς καθώς επέρχονται φορολογικές αυξήσεις, αφήνοντας ελάχιστο ή μηδενικό κεφάλαιο για μια πιθανή επένδυση.

Το δίλημμα για το Κρεμλίνο επιδεινώνεται από τη γεωλογία, λόγω του γεγονότος ότι κοιτάσματα πετρελαίου που ανακαλύφθηκαν και αναπτύχθηκαν τη σοβιετική εποχή πλησιάζουν προς την εξάντλησή τους. Το μέλλον του πετρελαίου της χώρας, όπως και αυτό των Ηνωμένων Πολιτειών, βρίσκεται σε υπεράκτια έργα και έργα πετρελαίου σχιστών ( shale oil), τα οποία είναι πιο ακριβά για να αναπτυχθούν.

Δεδομένου του τεράστιου ρόλου του πετρελαίου στην οικονομία της Ρωσίας, δεν αποτελεί έκπληξη ότι ένας άγριος αγώνας έχει ξεσπάσει σχετικά με τις φορολογικές πολιτικές. Ο ισχυρός τομέας της βιομηχανίας και οι «σύμμαχοί» του στο Υπουργείο Ενέργειας αντιστέκονται σε αυξήσεις φόρων, ενώ εξίσου ισχυρές ομάδες ατόμων στην κυβέρνηση θέλουν να αυξήσουν τους φόρους για τη διατήρηση των δαπανών στα σημερινά επίπεδα.

Μια μελέτη, που διέρρευσε από το Υπουργείο Ενέργειας της χώρας, παρουσίασε ένα καταστροφικό σενάριο. Πιο συγκεκριμένα, η Ρωσία θα μπορούσε να πάψει να είναι μια δύναμη του πετρελαϊκού τομέα, με την παραγωγή να πέφτει κατακόρυφα στο μισό του σημερινού επιπέδου της μέχρι το 2035.

Σε αντίθεση, το Υπουργείο Οικονομικών έχει ασκήσει πιέσεις για νέους φόρους στη βιομηχανία πετρελαίου, καθώς η Ρωσία ετοιμάζει έναν αναθεωρημένο προϋπολογισμό για το 2016, ο οποίος αναμένεται τον Ιούνιο. Ο Vladimir Tikhomirov, επικεφαλής οικονομολόγος της BCS Financial Group στη Μόσχα, είπε ότι η κυβέρνηση αγωνίστηκε να διατηρήσει το έλλειμμα εντός του απαιτούμενου από το νόμο ορίου του 3% του ρωσικού ΑΕΠ.

Το Υπουργείο εξετάζει το ενδεχόμενο εξωτερικού δανεισμού και την ιδιωτικοποίηση μετοχών σε δημόσιες εταιρείες, συμπεριλαμβανομένων και της κρατικής εταιρείας πετρελαίου Rosneft, ως εναλλακτική επιλογή για αποφυγή περικοπών στον αμυντικό τομέα ή φορολογικών αυξήσεων στην ενεργειακή βιομηχανία.

Παρόλα αυτά, ακόμα και όταν αυξάνονταν τα ταμειακά αποθέματα, οι επενδύσεις των εταιρειών πετρελαίου αυξήθηκαν σε ποσοστό μόνο 11%, χαμηλότερο από τον πληθωρισμό του 12,9% το προηγούμενο έτος. «Η ανταπόκριση από τις εταιρείες πετρελαίου ήταν ότι θα πρέπει να μειώσουν περαιτέρω τα επενδυτικά προγράμματά τους, αλλιώς δεν θα είναι σε θέση να φέρουν σε ισορροπία τους ισολογισμούς τους», είπε ο κ. Tikhomirov.

Η Lukoil, η μεγαλύτερη ιδιωτική εταιρεία πετρελαίου της Ρωσίας, μείωσε τις κεφαλαιουχικές δαπάνες της το προηγούμενο έτος στα 9 δις δολάρια, μία πτώση 1,5 δις δολαρίων από το 2015. Οι δαπάνες της Rosneft μειώθηκαν επίσης, εκφρασμένες σε δολάρια.

Ο πρώην Υπουργός Οικονομίας Yevgeny Yasin δήλωσε σε συνέντευξή του οτι ένας μειούμενος ρόλος για τη βιομηχανία πετρελαίου της Ρωσίας δεν είναι τόσο κακός για τη χώρα, πολιτικά ή οικονομικά. «Η Ρωσία θα πρέπει να αυξήσει τους φόρους στις πετρελαϊκές εταιρείες, ακόμη και αν μειώνεται το μερίδιο των εξορυκτικών βιομηχανιών στην οικονομία τα επόμενα χρόνια», ανέφερε.

«Οι Ηνωμένες Πολιτείες με επιτυχία αναπτύσσουν το πετρέλαιο σχιστών, έτσι ώστε ακόμη και αν οι τιμές ανέβουν, αυτό να οδηγήσει μόνο σε μεγαλύτερη παραγωγή πετρελαίου σχιστών, που θα αποτελεί βασικό ανταγωνιστή της νέας ρωσικής παραγωγής, η οποία θα υπάρξει τα επόμενα χρόνια», συμπλήρωσε ο κ. Yasin. «Αν θέλουμε η Ρωσία να είναι μια αναπτυγμένη χώρα, θα πρέπει να θέσουμε τους εαυτούς μας προς μια καινοτόμα οικονομία».