ΟΠΕΚ: Τα Σχέδια του Καρτέλ Μετά την Άφιξη του “Τυφώνα” Τραμπ

ΟΠΕΚ: Τα Σχέδια του Καρτέλ Μετά την Άφιξη του “Τυφώνα” Τραμπ
της Αρχοντίας Γ. Καλλιτέρη
Παρ, 24 Ιανουαρίου 2025 - 18:26

Στο στόχαστρο του Ντόναλντ Τραμπ βρέθηκε ο ΟΠΕΚ, καθώς ο Πρόεδρος των ΗΠΑ συνέδεσε την τιμή του πετρελαίου με τον πόλεμο στην Ουκρανία. Αυτό ήταν μάλλον το πρώτο χτύπημα του Τραμπ εναντίον του καρτέλ, με τις σχέσεις των δύο πλευρών να είναι ιδιαίτερα περίπλοκες κατά την προηγούμενη θητεία του στον Λευκό Οίκο. Με το βλέμμα στραμμένο στη συνάντηση που έχει προγραμματιστεί για τις 3 Φεβρουαρίου, τα μέλη του οργανισμού εξετάζουν το ποια πρέπει να είναι η στάση τους στη νέα γεωπολιτική πραγματικότητα

Μετά από ένα εξαιρετικά δύσκολο 2024 όπου οι τιμές του πετρελαίου είχαν μείνει στάσιμες κάτω από τα 80 δολάρια, ο ΟΠΕΚ ήλπιζε σε κάποιο θαύμα προκειμένου να τονώσει τη ζήτηση.  Παραδόξως, το “θαύμα” αυτό ήρθε ως αποχαιρετιστήριο δώρο από τον Τζο Μπάιντεν, ο οποίος επέβαλε το πιο αυστηρό πακέτο κυρώσεων κατά των ρωσικών εξαγωγών πετρελαίου λίγα 24ωρα πριν αποχωρήσει από το Οβάλ Γραφείο. Η αυστηροποίηση αυτή της στάσης των ΗΠΑ οδήγησε τους δύο μεγαλύτερους εισαγωγείς, Κίνα και Ινδία, να στραφούν σε εναλλακτικούς προμηθευτές, σπρώχνοντας τις τιμές του αργού προς τα πάνω. Οι μεγαλύτεροι κερδισμένοι ήταν οι παραγωγοί του ΟΠΕΚ, με τα μέλη της Μέσης Ανατολής να εξασφαλίζουν καινούργια συμβόλαια.

Η στοχοποίηση από τον Τραμπ όμως έρχεται να διαταράξει αυτή τη νέα ισορροπία. Ο Τραμπ, χρησιμοποιώντας τη μοναδική ρητορική του προσέγγιση, ουσιαστικά απαίτησε τη μείωση των τιμών του πετρελαίου από τον ΟΠΕΚ, με στόχο να τερματίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία. Μολονότι δεν το ανέφερε ρητά, ο Τραμπ υπονόησε πως τα κέρδη της Ρωσίας από τις εξαγωγές πετρελαίου είναι αυτά που χρηματοδοτούν τη συνεχιζόμενή επίθεσή της εναντίον της Ουκρανίας. Βέβαια, αν ο στόχος του Τραμπ είναι να πλήξει τα έσοδα της Ρωσίας, τότε η περαιτέρω κλιμάκωση των κυρώσεων ίσως να αρκούσε.

Από την πλευρά του, ο ΟΠΕΚ αντιμετωπίζει ένα σοβαρό δίλημμα. Καθόλη τη διάρκεια του 2024, ο ΟΠΕΚ+ διατήρησε τους περιορισμούς στην ημερήσια παραγωγή που είχε επιβάλει, προσπαθώντας να πιέσει τις τιμές προς τα πάνω. Ωστόσο, η τακτική αυτή αποδείχθηκε αναποτελεσματική, με τον ΟΠΕΚ+ εντέλει να αποφασίζει να αμβλύνει τους περιορισμούς σταδιακά εντός του 2025. Αξιοσημείωτα, ακόμα και οι διάφορες γεωπολιτικές κρίσεις, όπως η πιθανότητα ενός πολέμου μεταξύ Ιράν και Ισραήλ, δεν κατάφεραν να αυξήσουν τις τιμές. Αυτή η στασιμότητα του αργού οφειλόταν σε δύο βασικούς λόγους: Την υπερπροσφορά πετρελαίου από τους παραγωγούς εκτός ΟΠΕΚ+, με τους μεγαλύτερους όγκους να προέρχονται από τις ΗΠΑ, και την υποτονική ζήτηση από την Κίνα εξαιτίας μίας σειράς παραγόντων.

Εντός αυτού του πλαισίου, αν ο Τραμπ πετύχει όλους τους στόχους που έχει θέσει στον κλάδο της ενέργειας, δηλαδή τη δραματική αύξηση της παραγωγής ορυκτών καυσίμων εντός των ΗΠΑ και τη μείωση των τιμών του ΟΠΕΚ, τότε οι τιμές του αργού πιθανότατα θα καταρρεύσουν σε επίπεδα που η αγορά είχε να δει για πολλά χρόνια. Αυτό δεν θα επηρεάσει μόνο τα κράτη-μέλη του ΟΠΕΚ, πολλά από τα οποία εξαρτώνται από τις εξαγωγές πετρελαίου ώστε να χρηματοδοτούν την οικονομία τους, αλλά θα έπληττε και τους πιο πιστούς υποστηρικτές του Τραμπ, δηλαδή τις αμερικανικές πετρελαϊκές εταιρείες.

Πέραν του οικονομικού κόστους, ο ΟΠΕΚ έχει αρκετούς λόγους να μην εμπιστεύεται τον Τραμπ. Κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του, ο Τραμπ είχε αξιοποιήσει τις περίφημες διαπραγματευτικές του ικανότητες προκειμένου να “ξεγελάσει” τον ΟΠΕΚ τουλάχιστον δύο φορές. Η πρώτη ήταν το 2017, όταν ο Τραμπ είχε προμηνύσει κλιμάκωση της πίεσης εναντίον του Ιράν, οδηγώντας τους υπόλοιπους παραγωγούς από τη Μέση Ανατολή να αυξήσουν την παραγωγή τους ώστε να καλύψουν το κενό. Τελικά, τα μέτρα της Ουάσιγκτον κατά της Τεχεράνης ήταν πολύ ηπιότερα από το αναμενόμενο, οδηγώντας σε πτώση των τιμών εξαιτίας της αυξημένης προσφοράς. Η δεύτερη ήταν το 2020, όταν ο Τραμπ πίεσε τη Σαουδική Αραβία να συμφιλιωθεί με τη Ρωσία, οδηγώντας εντέλει στη συμφωνία για αμοιβαίους περιορισμούς στην παραγωγή του ΟΠΕΚ+, κάτι που γλίτωσε την αμερικανική παραγωγή από μία οικονομική καταστροφή.

Αξίζει να σημειωθεί πως η Σαουδική Αραβία φαίνεται να βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος του Τραμπ. Παρά τις όχι και τόσο θερμές σχέσεις του Τραμπ με τον MBSπριν τη λήξη της πρώτης θητείας του Αμερικανού Προέδρου, ο Πρίγκιπας-Διάδοχος φρόντισε να επικοινωνήσει με τον Λευκό Οίκο, ανακοινώνοντας επενδύσεις 600 δισεκατομμυρίων δολαρίων στις ΗΠΑ. Από την πλευρά του, ο «ειδικός των συμφωνιών» Τραμπ δήλωσε στην ίδια ομιλία του πως επιθυμεί στρογγυλοποίηση της Σαουδαραβικής επένδυσης στο 1 τρις. Αυτό το ποσό μπορεί να μην ήταν τόσο εντυπωσιακό για τα ταμεία του Ριάντ μέχρι πριν λίγα χρόνια, αλλά τα υποτονικά κέρδη από το πετρέλαιο σε συνδυασμό με τα αυξανόμενα έξοδα για την υλοποίηση του Vision 2030, έχουν αφήσει τη Σαουδική Αραβία αρκετά πιο πιεσμένη οικονομικά.

Σε κάθε περίπτωση, ο καταιγισμός αιτημάτων του Τραμπ προς συμμάχους και ανταγωνιστές, εντός και εκτός ΗΠΑ, φαίνεται να προκαλεί να πετύχει αντιφατικούς στόχους. Υπό κανονικές συνθήκες, ο ΟΠΕΚ δεν θα ήταν αναγκασμένος να υιοθετήσει την πρόταση Τραμπ. Ωστόσο, οι πιέσεις του νέου Προέδρου στον τομέα της άμυνας, όπου έχει δηλώσει πως οι σύμμαχοι των ΗΠΑ θα πρέπει να πληρώσουν αν θέλουν να διατηρήσουν την ομπρέλα προστασίας της Ουάσιγκτον, αλλάζουν τα δεδομένα.