Μπορούν οι Μικροί Αρθρωτοί Αντιδραστήρες να Αποτελέσουν Λύση για Φθηνότερη Ενέργεια;

Μπορούν οι Μικροί Αρθρωτοί Αντιδραστήρες να Αποτελέσουν Λύση για Φθηνότερη Ενέργεια;
Του Αδάμ Αδαμόπουλου
Παρ, 24 Ιανουαρίου 2025 - 12:18

Η τιμή της μεγαβατώρας στην προημερησία αγορά του ελληνικού χρηματιστηρίου ενέργειας (ΕΧΕ) έχει φθάσει σήμερα, Παρασκευή, 24 Ιανουαρίου 2025, στα σχεδόν 149 ευρώ. Στις 3 τα ξημερώματα, το φυσικό αέριο κυριαρχούσε στην ωριαία παραγωγή ανά καύσιμο σε ποσοστό 72%, και ακολουθεί ο λιγνίτης με 14%

Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας συμμετείχαν με 14%. (Η εικόνα είχε μεταβληθεί κάπως στις 10 το πρωί, με το μερίδιο του αερίου στο ωριαίο μείγμα ηλεκτροπαραγωγής ανά καύσιμο να φθάνει στο 63%, των ΑΠΕ στο 18% και του λιγνίτη στο 13% ενώ το ποσοστό των υδροηλεκτρικών βρισκόταν στο 5%). Στον ολλανδικό κόμβο TTF, η τιμή του προθεσμιακού συμβολαίου φυσικού αερίου για παράδοση επόμενου μήνα, έχει καθηλωθεί στα όρια μεταξύ 49-σχεδόν 50 ευρώ/MWh που, αν και απέχει πόρρω από τα εξωφρενικά επίπεδα που είχε φθάσει στην κορύφωση της ενεργειακής κρίσης, το 2022, εν τούτοις επαρκεί για να συντηρεί υψηλό το κόστος της ενέργειας.

Απέμεινε το πετρέλαιο που αν και παραμένει σε καθεστώς ήπιων διακυμάνσεων, φθηνό δεν το λες. Απόδειξη το γεγονός ότι ενώ οι τιμές των futures του Brent, του διεθνούς benchmark υποχωρούν, ενδοσυνεδριακά, στη ζώνη διακύμανσης πέριξ των 78 δολαρίων ανά βαρέλι, η μέση τιμή της αμόλυβδης βενζίνης 95 οκτανίων στα πρατήρια της Αθήνας, προσφέρεται προς 1,811 ευρώ ανά λίτρο – αν και στην Λευκωσία, προς 1,420 ευρώ ανά λίτρο!

Να μη γράψουμε για τα επίπεδα των τιμών των ευρωπαϊκών δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων που αναμένεται να αυξηθούν φέτος στα 79 ευρώ τον τόνο, σύμφωνα με έρευνα του Montel.

Αναρωτιέται ο «απλός» πολίτης. Πού θα πάει αυτή η κατάσταση; Ποιος θα βρει την απάντηση για πραγματικά φθηνή και καθαρή ενέργεια, και όχι όπως την ευαγγελίστηκε η (γερμανο-καθοδηγούμενη) Ευρώπη πριν από σχεδόν 9 χρόνια (δείτε εδώ);

Μια λύση για να προχωρήσει ο πράσινος μετασχηματισμός της οικονομίας και η Ενεργειακή Μετάβαση, που απαιτούν τεράστιες επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και σε αποθήκευση ενέργειας λόγω της ασταθούς φύσης των ΑΠΕ, είναι η πυρηνική ενέργεια που εξοβελίζεται, όμως, ως επικίνδυνη για πρόκληση σοβαρών ατυχημάτων.    

Η πυρηνική ενέργεια είναι η μόνη πηγή ενέργεια χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα που παρέχει συνεχή παραγωγή ανεξάρτητα από τις καιρικές συνθήκες. Επίσημες μετρήσεις δείχνουν ότι η παραγωγή 1 kWh σε έναν πυρηνικό σταθμό παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας εκπέμπει 12 γραμμάρια CO2 στην ατμόσφαιρα, σε σύγκριση με 820 γραμμάρια και 490 γραμμάρια ανά kWh, για τους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα και φυσικού αερίου, αντίστοιχα.

Τα τελευταία χρόνια βρέθηκε το αντίδοτο στις ανησυχίες για την επικινδυνότητα αυτής της τεχνολογίας: Οι μικροί αρθρωτοί αντιδραστήρες (Small Modular Reactors).

Οι SMR έχουν σχεδιαστεί για να λύσουν μια σειρά προβλημάτων που σχετίζονται με τους μεγάλους πυρηνικούς σταθμούς, ήτοι, αυτούς με δυναμικότητα μέχρι 300 MW.

Τεχνολογίες SMR έχουν αναπτυχθεί σε χώρες όπως, μεταξύ άλλων, η Κίνα, η Ρωσία, οι ΗΠΑ, η Νότια Κορέα, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία, και το Βέλγιο.

Οι μικροί αρθρωτοί πυρηνικοί αντιδραστήρες αποτελούν μια πολλά υποσχόμενη προοπτική για την επέκταση της πυρηνικής ενέργειας.

Για παράδειγμα, η αμερικανική εταιρεία NuScale, η οποία το 2022 ολοκλήρωσε την πιστοποίηση ενός αντιδραστήρα δικού της σχεδιασμού και η οποία πρόκειται να κατασκευάσει έξι SMR συνολικής ισχύος 300 MW στην Πολιτεία του Idaho.

Επίσης, η Rolls-Royce έχει ιδρύσει θυγατρική εταιρεία για την ανάπτυξη και κατασκευή μικρών πυρηνικών σταθμών, ενώ η Κίνα θα ξεκινήσει την κατασκευή ενός μικρού πυρηνικού σταθμού με αντιδραστήρα 125 MW.

Τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των SMR

Οι μικροί αρθρωτοί αντιδραστήρες διαθέτουν αυξημένη ευελιξία, καθώς μπορούν να εγκατασταθούν σε απομακρυσμένες περιοχές όπου η κατασκευή άλλων τύπων παραγωγής είναι δαπανηρή και η κατασκευή γραμμών μεταφοράς δεν είναι οικονομικά εφικτή.

Μπορούν να χρησιμοποιηθούν για διαφορετικούς σκοπούς, από την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας μέχρι την παραγωγή θερμότητας και βιομηχανικού ατμού, μη ακόμη για την παροχή αξιόπιστων πηγών ενέργειας για ορισμένες ενεργοβόρες βιομηχανικές εγκαταστάσεις, όπως η αφαλάτωση νερού ή η παραγωγή υδρογόνου.

Απαιτούν, παράλληλα, λιγότερα αρχικά κεφάλαια, με το κόστος των SMR να ποικίλλει από 50 εκατομμύρια δολάρια, μέχρι και 3 δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ η ισχύς τους κυμαίνεται από 60-300 MW.

Χρειάζονται, επίσης, λιγότερο χρόνο κατασκευής, αφού είναι μικροί, μεταφέρονται εύκολα και δεν απαιτούν χρονοβόρες διαδικασίες συναρμολόγησης.

Τέλος, μειώνουν σημαντικά τους κινδύνους πρόκλησης ατυχημάτων αφού είναι πιο απλοί, σχεδιαστικά, και χρησιμοποιούν παθητικά συστήματα ασφαλείας.

Ωστόσο, η ανάπτυξη των SMR βρίσκεται ακόμη σε αρχικό στάδιο και απαιτεί σημαντικό χρόνο και επενδύσεις. Ως εκ τούτου, το κόστος των λύσεων παραμένει ακόμη αρκετά υψηλό, ενώ απέχουμε πολύ από την ημέρα που θα υπάρχει απτό οικονομικό όφελος από την κλίμακα παραγωγής.

Για παράδειγμα, σήμερα υπάρχουν μόλις δύο SMR σε εμπορική λειτουργία, στον κόσμο: ο πλωτός ΑΗΣ Akademik Lomonosov, του οποίου οι δύο αντιδραστήρες με συνδυασμένη ισχύ 70 MW τέθηκαν σε λειτουργία το 2020 στην Τσουκότκα, και ένας μικρός ΑΗΣ με δύο αντιδραστήρες ισχύος 210 MW, στην Κίνα.

Δεν θα πρέπει, ακόμη, να λησμονήσουμε την ανάγκη προώθησης ενός νέου κανονιστικού και ρυθμιστικού πλαισίου που θα διέπει τη λειτουργία αυτώ των μικρών, ευέλικτων μονάδων.

Στο κάδρο μπήκαν, πρόσφατα και ανησυχίες για ορισμένες μετρήσεις που έδειξαν πως, σε αντίθεση με τα όσα υποστηρίζουν οι φίλοι της πυρηνικής ενέργειας, οι SMR παράγουν εξαιρετικά υψηλά επίπεδα πυρηνικών αποβλήτων και θα μπορούσαν να επιβαρύνουν το περιβάλλον περισσότερο από τα μεγάλα πυρηνικά εργοστάσια σε λειτουργία.