Τον ύποπτο ρόλο του μεσάζοντα για δωροδοκίες από δυτικές εταιρείες προς τις κυβερνήσεις
πετρελαιοπαραγωγών χωρών φέρεται να έπαιξε εταιρεία με έδρα το Μονακό.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την αμερικανική Huffington Post, η Unaoil δωροδοκούσε
άτομα σε θέσεις – «κλειδιά» σε κυβερνήσεις χωρών πλούσιων σε παραγωγή
πετρελαίου, ιδίως στην περιοχή της Μέσης Ανατολής, ώστε να εξασφαλίσουν στις διεθνείς
εταιρείες πετρελαίου συμβόλαια έναντι σημαντικής προμήθειας.
Η χρησιμοποίηση της Unaoil στη διαδικασία αυτή, όπως επισημαίνει
την Huffington Post, δίνει στις δυτικές εταιρείες τη δυνατότητα αποποίησης
ευθύνης για το θέμα, ενώ, την ίδια στιγμή, επιτρέπει στους αρμοδίους για τη
λήψη αποφάσεων σε πλούσιες σε πετρέλαιο χώρες να μετατρέψουν σε ίδιον χρηματικό
όφελος την πολιτική επιρροή που κατέχουν. Μάλιστα, η δράση της εταιρείας
εκτείνεται από το Ιράκ, το Ιράν, τη Λιβύη, το Κουβέιτ, αλλά και το καθεστώς
Άσσαντ στη Συρία.
Η αμερικανική ειδησεογραφική ιστοσελίδα χαρακτηρίζει την Unaoil ως «εταιρεία
διαφθοράς», με τις κατηγορίες που εκτοξεύει εναντίον της να είναι συγκεκριμένες
και βασισμένες σε έρευνα που διεξήχθη επί έξι μήνες και που τεκμηριώνεται με e-mail.
Η Unaoil, με κύκλο εργασιών που ανέρχεται σε πολλά εκατομμύρια δολάρια, διευθύνεται
από την ιρανικής καταγωγής οικογένεια Aksani και λέγεται ότι στο πελατολόγιό της
περιλαμβάνεται η «αφρόκρεμα» της διεθνούς «καλής κοινωνίας», όπως βασιλικές
οικογένειες και μέλη των επιχειρηματικών ελίτ. Η οικογένεια Aksani είναι επίσης
γνωστή για την φιλανθρωπική της δράση, αλλά και την ενασχόλησή της στο real
estate στο Λονδίνο.
Από την πλευρά της, ωστόσο, η εταιρεία όχι μόνο αρνείται κατηγορηματικά κάθε
ανάμειξή της σε υπόθεση διαφθοράς, αλλά, από το 2007, έχει πιστοποιηθεί από τη
διεθνή υπηρεσία καταπολέμησης της διαφθοράς, Trace International, για την «καθαρή»
και απαλλαγμένη από δωροδοκίες επιχειρηματική της δράση, σε έναν τομέα που δεν
θεωρείται και τόσο … αγνός, καθώς πολύ συχνά παρουσιάζεται σε αυτόν η ανάμειξη πολιτικών παραγόντων.
Αν και η έπαιξε εταιρεία, με έδρα το Μονακό,
δεν είναι η μόνη εταιρεία που αντιμετωπίζει ανάλογες κατηγορίες, η Huffington Post έχει εξασφαλίσει την πρόσβαση
σε μια σειρά από ηλεκτρονικά μηνύματα της εταιρείας, τα οποία βρίσκονται στην
κατοχή της αυστραλιανής Fairfax Media, που συνεργάζεται με το αμερικανικό ΜΜΕ. Αυτά
τα e-mail έχουν επιτρέψει τη διατύπωση πολύ συγκεκριμένων κατηγοριών σε βάρος της
Unaoil.
Ειδικότερα, όσον αφορά το Ιράκ, σύμφωνα
με τα παραπάνω e-mail, η Unaoil εκπροσωπεί αυστραλιανές, ιταλικές, γερμανικές,
ολλανδικές, βρετανικές και αμερικανικές εταιρείες, όπως τις: Saipem,
Rolls-Royce, FMC Technologies, Cameron, MAN Turbo, Weatherford και Leighton
Offshore.
Η Unaoil κατηγορείται ότι ανάμεσα στο 2004 και το 2012 κατέβαλε συνολικά
τουλάχιστον 25 εκατ. δολ. για δωροδοκίες στη μεσανατολική χώρα με στόχο να
διασφαλίσει τη στήριξη «άπληστων» ανώτατων αξιωματούχων, ανάμεσα στους οποίους
τον Γενικό Διευθυντή της South Oil Company, του Υπουργού Πετρελαίου της χώρας,
αλλά ακόμη και του αναπληρωτή πρωθυπουργού του Ιράκ, καθώς και μια σειρά από
άλλα κορυφαία κρατικά στελέχη. Το ύψος των ποσών με τα οποία δωροδοκούνταν ποίκιλαν
από 1.000 δολάρια μέχρι πολλά εκατομμύρια. Τα χρήματα κατευθύνονταν, επίσης, σε
στελέχη της ιταλικής Eni που ήταν υπεύθυνα για τον διαγωνισμό του γιγαντιαίου
πετρελαϊκού πεδίου Zubair. Ιρακινοί αξιωματούχοι, ωστόσο. ανάμεσα στους οποίους
και ο πρώην αναπληρωτής πρωθυπουργός, Δρ.Shahristani, αρνούνται ότι προέβησαν
σε παράνομες ενέργειες.
Στο γειτονικό Ιράν, η Unaoil
«αντιπροσώπευε» τις δυτικές εταιρείες Weir Pumps, ABB, Elliott, καθώς και την
ιαπωνική Yokogawa. Πριν την άρση των κυρώσεων, η Unaoil πιθανότατα
χρησιμοποιούσε εταιρείες – «βιτρίνα» για να παρακάμπτει τους περιορισμούς του
εμπάργκο. Τα άτομα που, από ιρανικής πλευράς, εμπλέκονται στο σκάνδαλο των
δωροδοκιών, είναι πολύ λιγότερα σε αριθμό απ’ ό, τι στο Ιράκ.
Στη Λιβύη, η Unaoil διατηρούσε ισχυρούς δεσμούς με το καθεστώς Καντάφι ήδη
από το 2004. Βασικός σύνδεσμος της εταιρείας στη χώρα ήταν ο Mustafa Zarti, έμπιστος
του καθεστώτος. Η Unaoil ενέχεται στη
Λιβύη σε υποθέσεις «μεσολάβησης» για λογαριασμό της μαλαισιανής Ranhill, της κορεάτικης,
ISU, καθώς και της ισπανικής Tecnicas Reunidas.
Στο Κουβέιτ, το άτομο που θεωρείται
«σύνδεσμος» της Unaoil είναι γνωστός με το ψευδώνυμο «Big Cheese» («Μεγάλο
Τυρί»¨), ενώ η εταιρεία δωροδοκούσε για λογαριασμό της αμερικανικής FMC
Technologies. Στο Άμπου Ντάμπι, η Unaoil φέρεται να εκπροσωπούσε την
ινδική Larsen & Toubro.
Τέλος, σύμφωνα με τις αποκαλύψεις της
Huffington Post, η Unaoil είχε επεκτείνει τη δράση της και στη Συρία,
όπου «εκπροσωπούσε» την βρετανική
Petrofac, βοηθώντας την εταιρεία να εξασφαλίσει συμβόλαια με τις πετρελαϊκές
εταιρείες της χώρας την περίοδο 2008-2009. Ωστόσο, η
Huffington
Post
αναφέρει
ότι, από επικοινωνία της με τη βρετανική εταιρεία, φαίνεται ότι η τελευταία δε
γνώριζε ότι η εταιρεία με έδρα το Μονακό μεταχειριζόταν μεθόδους δωροδοκίας.