Εκτεταμένο σχέδιο δομικής αναδιάρθρωσης της οικονομίας της Σαουδικής Αραβίας με την ονομασία «Οραμα 2030» προωθεί ο 31χρονος γιος του βασιλιά Σαλμάν, Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, με στόχο την περιβόητη απεξάρτηση της χώρας από το πετρέλαιο

Εκτεταμένο σχέδιο δομικής αναδιάρθρωσης της οικονομίας της Σαουδικής Αραβίας με την ονομασία «Οραμα 2030» προωθεί ο 31χρονος γιος του βασιλιά Σαλμάν, Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, με στόχο την περιβόητη απεξάρτηση της χώρας από το πετρέλαιο.

Γεγονός που οδήγησε στην απομάκρυνση και μάλιστα με τον πλέον άκομψο τρόπο του επί 21 χρόνια υπουργού Πετρελαίου της Σαουδικής Αραβίας Αλί αλ Ναΐμι, του ανθρώπου δηλαδή που είχε τη δύναμη να κινεί τα νήματα με μία μόνο λέξη.

Για πάνω από δύο δεκαετίες ο Αλί αλ Ναΐμι, που αντικαταστάθηκε με βασιλικό διάταγμα από τον Χαλίντ αλ-Φαλίχ (πρόεδρο του κρατικού κολοσσού Saudi Arabian Oil), χρησιμοποιούσε τα έσοδα από το πετρέλαιο για τη χρηματοδότηση των πλουσιοπάροχων επιδομάτων που λαμβάνει ο σαουδαραβικός πληθυσμός, με αντάλλαγμα τη συγκατάθεσή του στη στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων.

Επιδίωξη ωστόσο του μπιν Σαλμάν είναι να περικόψει πολλές από τις παροχές αυτές, μια κίνηση που θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο τη σταθερότητα της σαουδαραβικής μοναρχίας. Η αλλαγή σκυτάλης στο υπουργείο Πετρελαίου αποτελεί κατά τους ειδικούς ένα βήμα για την υλοποίηση του σχεδίου «Οραμα 2030», το οποίο βασίζεται στις συστάσεις της εταιρείας συμβούλων McKinsey για ιδιωτικοποιήσεις, κατάργηση επιδοτήσεων, αναδιάρθρωση του παραγωγικού ιστού, μείωση των ξένων εργαζομένων και ανάπτυξη άλλων πηγών εισοδήματος πέραν του πετρελαίου.

Η «ελεύθερη πτώση» των πετρελαϊκών τιμών έχει υποχρεώσει τη Σαουδική Αραβία να ξοδεύει τα συναλλαγματικά της αποθέματα για τη χρηματοδότηση του προϋπολογισμού, ενώ για πρώτη φορά παρατηρείται το φαινόμενο των μαζικών καθυστερήσεων πληρωμών σε εργαζομένους στη χώρα.

Στην πρόσφατη παρθενική του εμφάνιση ενώπιον δημοσιογράφων απ' όλο τον κόσμο, ο πρίγκιπας μπιν Σαλμάν διακήρυξε ότι ο «εθισμός» της Σαουδικής Αραβίας στο πετρέλαιο πρέπει να σταματήσει και η χώρα να μετατραπεί σε επενδυτική υπερδύναμη, με έναν ισχυρό ιδιωτικό τομέα που θα αναδειχθεί σε μοχλό ανάπτυξης και πηγή νέων εσόδων για τον κρατικό κορβανά. Στόχος είναι να αυξηθεί στο 65% η συμβολή του ιδιωτικού τομέα στο ΑΕΠ και να διαφοροποιηθεί η οικονομία με την ανάπτυξη τομέων όπως π.χ. η βιομηχανία όπλων ή και ο τουρισμός.

Μεταξύ άλλων, το σχέδιο επιδιώκει να ενισχύσει την παραγωγή κρατικών εσόδων από τομείς που δεν σχετίζονται με το πετρέλαιο, μέσω της αύξησης του κόστους και των αμοιβών για την παροχή δημοσίων υπηρεσιών, της επέκτασης της φορολογικής βάσης -και μέσω της υιοθέτησης ΦΠΑ- αλλά και της αύξησης των εσόδων από τους αυξανόμενους επισκέπτες της χώρας.

Μείωση επιδοτήσεων

Οι Αρχές σχεδιάζουν επίσης να μειώσουν τις κρατικές επιδοτήσεις -εξορθολογίζοντας το τεράστιο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων της Σαουδικής Αραβίας- αλλά και να αυξήσουν τα επενδυτικά τους έσοδα, π.χ. μέσω της εισαγωγής μετοχών κρατικών εταιρειών σε οργανωμένες κεφαλαιαγορές.

Ο πρώην υπουργός Πετρελαίου, Αλί αλ Ναΐμι, καθόριζε τις κινήσεις του Ριάντ και εν γένει του ΟΠΕΚ, μια και η Σαουδική Αραβία αποτελεί τη «νούμερο 1» πετρελαιοπαραγωγό χώρα στον κόσμο και κατά συνέπεια την ισχυρότερη δύναμη στους κόλπους του καρτέλ. Ως εκ τούτου η απομάκρυνσή του τάραξε τα ενεργειακά ύδατα.

Στη διάρκεια της θητείας του ο 81χρονος Σαουδάραβας ήρθε αντιμέτωπος με έντονες διακυμάνσεις στις τιμές του αργού, πολεμικές συρράξεις, αλλά και τη στροφή προς ενεργειακές πηγές φιλικότερες προς το περιβάλλον. Είδε την τιμή του πετρελαίου να κάνει «βουτιά» κάτω από τα δύο δολάρια το βαρέλι, αλλά και να εκτινάσσεται έως και τα 147 δολάρια.

Είναι επίσης αυτός που πριν από περίπου 18 μήνες άσκησε ασφυκτικές πιέσεις στα κράτη-μέλη του ΟΠΕΚ να διατηρήσουν αμετάβλητη την παραγωγή, μια απόφαση που προκάλεσε έντονες αναταράξεις στις αγορές πετρελαίου, καταποντίζοντας τις τιμές κι εκτοπίζοντας ορισμένους ανταγωνιστές, όπως τις αμερικανικές εταιρείες εξόρυξης σχιστολιθικού πετρελαίου.

Το οικονομικό, όμως, τίμημα για το Ριάντ αλλά και για τις αδύναμες χώρες του ΟΠΕΚ όπως η Βενεζουέλα και η Νιγηρία, αποδείχτηκε εξαιρετικά βαρύ.

Με τις τιμές να κινούνται στον άξονα των 40 δολαρίων το βαρέλι, αλλά και τον πληθυσμό της χώρας να ξεπερνά τα 30 εκατομμύρια, στόχος του μπιν Σαλμάν είναι να σταματήσει η οικονομική εξάρτηση από την παραγωγή πετρελαίου. «Κλειδί» στην όλη προσπάθεια αποτελεί η απόφαση να διατεθεί στο επενδυτικό κοινό του 5% της Aramco, έναντι περίπου 100-150 δισεκατομμυρίων δολαρίων, στη μεγαλύτερη αρχική δημόσια προσφορά στα διεθνή χρονικά.

Οι Σαουδάραβες ευελπιστούν επίσης να προσελκύσουν την ExxonMobil, την κινεζική Sinopec και δυνητικά την BP στο να αποκτήσουν στρατηγικά μερίδια με αντάλλαγμα τεχνολογία και συμφωνίες διύλισης, καθώς αυτή τη στιγμή υπολείπονται ως προς την τεχνολογία που θα επιτρέψει την καλύτερη εκμετάλλευση των κοιτασμάτων τους.

Στο μεταξύ καθώς το φθηνό πετρέλαιο περιορίζει τη δυνατότητα της Σαουδικής Αραβίας να δαπανά χρήματα στην εγχώρια αγορά, η μεγαλύτερη οικονομία του αραβικού κόσμου προχωρά στην πώληση κρατικών περιουσιακών στοιχείων προκειμένου να συγκεντρώσει φρέσκα κεφάλαια και να τονώσει τον ιδιωτικό τομέα.

Οπως δήλωσε, στο μεταξύ, ο επικεφαλής της Saudi Aramco, η Σαουδική Αραβία σχεδιάζει να προχωρήσει σε σημαντική αύξηση της παραγωγής αργού πετρελαίου το 2016 και να επεκτείνει τις δραστηριότητές της στο εξωτερικό. Συγκεκριμένα θα αυξήσει την παραγωγική ικανότητα στα κοιτάσματα του Σάιμπαχ κατά 33% στο 1 εκατομμύριο βαρέλια την ημέρα μέσα στις επόμενες εβδομάδες και θα διπλασιάσει την παραγωγή φυσικού αερίου μέσα στην επόμενη δεκαετία.

(από την εφημερίδα "ΕΘΝΟΣ", 22/05/2016)