Η πετρελαϊκή ζήτηση στις μεγάλες ασιατικές οικονομίες αυξάνεται με ταχύτερους ρυθμούς από το 2004, τους οποίους μάλιστα κρίνεται πως θα διατηρήσει και καθ’ όλη τη διάρκεια του τρέχοντος έτους. Ωστόσο, την ώρα που οι σοβαρά πληγέντες καταναλωτές της Ταϊλάνδης και της Ινδονησίας επιτέλους προσαρμόζονται στην περυσινή κατακόρυφη αύξηση των τιμών των επιδοτούμενων καυσίμων τους, εποχούμενοι και βιομηχανίες σε Κίνα και Ινδία είναι υποχρεωμένοι να επωμισθούν μεγαλύτερο μερίδιο από τις διεθνώς αυξανόμενες τιμές. Τα στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα προ ημερών είναι καθοριστικά για τις δύο γιγάντιες χώρες, αφού καταδεικνύουν την ισχυρότερη διμηνιαία αύξηση της κατανάλωσης από το 2004, όταν η εκτίναξη της ασιατικής ζήτησης αποστράγγισε τις αγορές και συνέβαλε στην άνοδο της τιμής του αργού στην αγορά της Νέας Υόρκης πάνω από το φράγμα των 50 δολαρίων το βαρέλι για πρώτη φορά. Αν τα στοιχεία εξακολουθήσουν να δείχνουν δραστική ανάκαμψη από την αιφνιδίως υποτονική περυσινή ζήτηση –παρά τις αυξήσεις των εγχώριων τιμών στα πρατήρια, στα τέλη Μαΐου και τις αρχές Ιουνίου– το τετραετές ράλι των τιμών, που διεκόπη από τα μέσα Απριλίου λίγο κάτω από τα 75 δολάρια το βαρέλι, ίσως επαναληφθεί. Όπως επισημαίνουν οι αναλυτές, «ένας από τους παράγοντες εκτόνωσης της πίεσης στις αγορές, πέρυσι, ήταν η επιβράδυνση της ζήτησης στην Ασία. Φέτος, αυτό δεν ισχύει: η Ασία μοιάζει έτοιμη να ανακάμψει το δεύτερο εξάμηνο, σε ό,τι αφορά τη ζήτηση, γιατί ο κόσμος συνηθίζει στις υψηλές τιμές». Iνδονησία Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα ανάκαμψης της πετρελαϊκής ζήτησης είναι η Ινδονησία, πέμπτη μεγαλύτερη καταναλώτρια χώρα του κόσμου και σημαντική εισαγωγός. Μετά τον σχεδόν διπλασιασμό των εγχώριων τιμών των καυσίμων, τον Οκτώβριο, η κατανάλωση συρρικνώθηκε αιφνιδίως περίπου κατά 20% και οι αναλυτές εξέφρασαν φόβους ότι θα περνούσαν χρόνια πριν «μάθει να ζει με αυτό» ο χαμηλόμισθος πληθυσμός. Φόβους, ωστόσο, τους οποίους διέψευσε η έλευση του θέρους. Η κρατική πετρελαϊκή Pertamina, η οποία μείωσε στο ήμισυ τις εισαγωγές προϊόντων πετρελαίου στις αρχές του έτους, περίπου στα 200.000 βαρέλια ημερησίως, λόγω της χαμηλής ζήτησης και των υψηλών αποθεμάτων, αιφνιδίασε τις αγορές αγοράζοντας 400.000 βαρέλια ημερησίως τον Ιούνιο και τον Ιούλιο. Η Ταϊλάνδη, όπου οι τιμές συγκαταλέγονται στις υψηλότερες της αναπτυσσόμενης Ασίας, εκτιμάται πως σύντομα θα παρουσιάσει πιο ενθαρρυντικές ενδείξεις, βοηθούμενη από την περυσινή χαμηλή καταναλωτική βάση, όταν η ζήτηση για ντίζελ συρρικνώθηκε περισσότερο από 10% λόγω της κατάργησης των κρατικών επιδοτήσεων, τον Ιούλιο, και εν μέσω της αναζήτησης εναλλακτικών καυσίμων. Μια αιφνίδια ανάκαμψη της ζήτησης στις δύο αυτές χώρες θα επαλήθευε τις προβλέψεις της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας, βάσει των οποίων η αύξηση της κατανάλωσης εκτός Κίνας, Ινδίας και ασιατικών χωρών του ΟΟΣΑ θα είναι φέτος της τάξης του 0,3%, ήτοι των 20.000 βαρελιών ημερησίως, στα 6,25 εκατ. βαρέλια ημερησίως. Οι καταναλωτές Το σημαντικότερο ζήτημα σε ό,τι αφορά τις επιδόσεις της Ασίας είναι αν οι Κινέζοι και οι Ινδοί καταναλωτές αποδειχθούν πιο ανθεκτικοί από εκείνους της Νοτιοανατολικής Ασίας σε περίπτωση βραχύβιας συρρίκνωσης της ζήτησης, ή πιο όμοιοι με τους καταναλωτές των ΗΠΑ, όπου η ζήτηση για βενζίνη συνέχισε να αυξάνεται παρά τις τιμές ρεκόρ στα πρατήρια. Η κατανάλωση στην Κίνα αυξήθηκε με διψήφια ποσοστά τον Απρίλιο και τον Μάιο, ήτοι πολύ ταχύτερα από το 6% που αναμένεται για όλο το 2006. Στην Ινδία, οι πωλήσεις καυσίμων αυξήθηκαν κατά 7,9% την ίδια περίοδο, ήτοι με ρυθμούς τετραπλάσιους έναντι των προβλέψεων για φέτος. Όμως, οι αυξήσεις αυτές προηγήθηκαν των αυξήσεων των τιμών των καυσίμων. Όμως, οι αναλυτές εκφράζουν φόβους ότι κάτι τέτοιο θα αποδειχθεί προσωρινό. Το Νέο Δελχί αύξησε τις τιμές του ντίζελ και της βενζίνης κατά 6,6% και 9,2%, αντίστοιχα, και παρότι η ταχέως αναπτυσσόμενη μεσαία τάξη των εποχούμενων θα κατορθώσει να απορροφήσει το υψηλότερο κόστος, είναι δυνατό να υπάρξει διάβρωση της ζήτησης στο περιθώριο. (Reuters – Καθημερινή, 8/7/06)