ΙΕΑ: Νέο Ρεκόρ Σημείωνε η Παραγωγή Αργού τη Στιγμή της Ιστορικής Συμφωνίας της 10ης Δεκεμβρίου

ΙΕΑ: Νέο Ρεκόρ Σημείωνε η Παραγωγή Αργού τη Στιγμή της Ιστορικής Συμφωνίας της 10ης Δεκεμβρίου
energia.gr
Τρι, 13 Δεκεμβρίου 2016 - 14:26
Η συνολική παραγωγή των χωρών του ΟΠΕΚ βρισκόταν στα επίπεδα – ρεκόρ των 34,2 εκατ. βαρελιών την ημέρα το Νοέμβριο, τη στιγμή που το καρτέλ των πετρελαιοπαραγωγών κρατών αποφάσιζε την μείωση της παραγωγής του κατά 1,2 εκατ. βαρέλια, διασφαλίζοντας, παράλληλα, ότι και οι παραγωγοί εκτός ΟΠΕΚ θα περιέκοπταν τη δική τους παραγωγή κατά 558 χιλ. βαρέλια την ημέρα

Η συνολική παραγωγή των χωρών του ΟΠΕΚ βρισκόταν στα επίπεδα – ρεκόρ των 34,2 εκατ. βαρελιών την ημέρα το Νοέμβριο, τη στιγμή που το καρτέλ των πετρελαιοπαραγωγών κρατών αποφάσιζε την μείωση της παραγωγής του κατά 1,2 εκατ. βαρέλια, διασφαλίζοντας, παράλληλα, ότι και οι παραγωγοί εκτός ΟΠΕΚ θα περιέκοπταν τη δική τους παραγωγή κατά 558 χιλ. βαρέλια την ημέρα. Αυτό τονίζει ο ΙΕΑ στην τελευταία του έκθεση για την διεθνή αγορά πετρελαίου, η οποία δημοσιεύθηκε σήμερα, μετά την ιστορική συμφωνία που επιτεύχθηκε ανάμεσα σε πετρελαιοπαραγωγούς εντός και εκτός ΟΠΕΚ στην έδρα του καρτέλ, στη Βιέννη, στις 10 Δεκεμβρίου.

 

Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας επισημαίνει, παράλληλα, πως η παραγωγή του ΟΠΕΚ τον περασμένο μήνα ήταν κατά 300 χιλ. βαρέλια υψηλότερη σε σχέση με αυτή του Οκτωβρίου και κατά 1,4 εκατ. βαρέλια σε σχέση με την παραγωγή του περυσινού Νοεμβρίου.

 

Το Νοέμβριο και η παγκόσμια παραγωγή αργού σημείωνε επίπεδα – ρεκόρ, όπως τονίζει ο ΙΕΑ, καθώς ανήλθε στα 98,2 εκατ. βαρέλια την ημέρα- κι αυτό γιατί η μείωση που σημειώθηκε στην παραγωγή των χωρών εκτός ΟΠΕΚ αντισταθμίστηκε από την αύξηση στην παραγωγή των μελών του καρτέλ.

 

Ο Οργανισμός σημειώνει, επίσης, ότι η συμφωνία του ΟΠΕΚ θα τεθεί σε ισχύ από τον Ιανουάριο του 2017, καθώς και ότι οι μεγαλύτερες περικοπές στην παραγωγή, ανάμεσα στις χώρες εκτός του καρτέλ, συμφωνήθηκε να γίνουν από την πλευρά της Μόσχας. Ο ΙΕΑ υπολογίζει ότι η απόφαση θα περιορίσει την αύξηση της παραγωγής των χωρών αυτών στα 0,2 εκατ. βαρέλια ημερησίως συνολικά για το 2017, έναντι της προηγούμενης πρόβλεψής του, που έκανε λόγο για αύξηση κατά 0,5 εκατ. βαρέλια ημερησίως.

 

Η παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου αναμένεται συνολικά να αυξηθεί, κατά το τρέχον έτος, κατά 1,4 εκατ. βαρέλια την ημέρα, κατά 120 χιλ. βαρέλια ημερησίως πάνω από την προηγούμενη πρόβλεψη του ΙΕΑ. Ως βασική αιτία της αύξησης θεωρείται η ζήτηση στις ΗΠΑ το τρίτο τρίμηνο του 2016, που υπολογίζεται ότι ανήλθε σε υψηλά επίπεδα, καθώς και μεθοδολογικές μεταβολές στον υπολογισμό της κινεζικής παραγωγής. Η αύξηση της παραγωγής το 2017 αναμένεται, στη νέα έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας, να φτάσει τα 1,3 εκατ. βαρέλια την ημέρα.

 

Αναφορικά με τα εμπορικά αποθέματα των χωρών του ΟΟΣΑ, η έκθεση επισημαίνει ότι τον Οκτώβριο σημείωσαν την τρίτη συνεχόμενη μηνιαία μείωση, ενώ, από τον Ιούνιο, οπότε και σημείωσαν ιστορικό υψηλό, έχουν μειωθεί συνολικά κατά 75 εκατ. βαρέλια. Ωστόσο, προσθέτει ότι παραμένουν 300 εκατ. βαρέλια κάτω από το μέσο όρο της πενταετίας. Τα αποθέματα των πετρελαιοειδών έχουν μειωθεί με διπλάσιο ρυθμό σε σχέση με αυτά του αργού την συγκεκριμένη περίοδο. Τα προκαταρκτικά δεδομένα για το μήνα Νοέμβριο δείχνουν ότι τα αποθέματα στις χώρες του ΟΟΣΑ σημείωναν κάμψη.

 

Η εισροή αργού στα διυλιστήρια το πρώτο τρίμηνο του 2017 προβλέπεται να αυξηθεί κατά μόλις 310 χιλ. βαρέλια την ημέρα, σε επίπεδο έτους, μετά από αύξηση 350 χιλ. βαρελιών την ημέρα το τελευταίο τρίμηνο του 2016. Η αλματώδης αύξηση στις τιμές του αργού μετά από την ανακοίνωση της συμφωνίας των πετρελαιοπαραγωγών χωρών εντός και εκτός ΟΠΕΚ πιθανόν να συμπιέσει ακόμη πιο πολύ τα περιθώρια διύλισης, οδηγώντας σε μείωση αποθεμάτων ως ένα πρώτο βήμα για την επανεξισορρόπηση των αγορών πετρελαίου.

 

Μετά τη συμφωνία της 10ης Δεκεμβρίου, οι τιμές του αργού, όπως σημειώνει ο ΙΕΑ, ανέκτησαν το χαμένο έδαφος του Νοεμβρίου και αυξήθηκαν κατά 10 δολ. το βαρέλι. Αν και οι επιδόσεις των τιμών του ελαφρού γλυκού αργού ήταν χαμηλές, εξέλιξη που αναμένεται να συνεχιστεί και στις αρχές του επόμενου έτους, από την άλλη, ωστόσο, το μαζούτ και η νάφθα παρέμειναν σε υψηλά επίπεδα λόγω αυξημένης ζήτησης στις αγορές της Ασίας.