Οι ευρωπαϊκές επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας έχουν
μειωθεί κατά το ήμισυ από το 2011, αλλά η ΕΕ παραμένει «σε καλό δρόμο»
για να πετύχει τους στόχους της για το 2020 αυξάνοντας την χρήση των ΑΠΕ
κατά 20%, δήλωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή χτες (1η Φεβρουαρίου), με την
ανακοίνωση της δεύτερης έκθεσής της αναφορικά με την ενεργειακή
στρατηγική της Ένωσης.
Η ΕΕ έχει δεσμευτεί να γίνει η «η πρώτη στον κόσμο σε ανανεώσιμες
πηγές ενέργειας». Αλλά ενώ οι ευρωπαϊκές επενδύσεις μειώθηκαν στα 44 δις
€, η παγκόσμια υποστήριξη για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας έχει
αυξηθεί σε περισσότερα από 260 δισεκατομμύρια €. Ωστόσο, η ΕΕ εκπροσωπεί
μόνο το 18% του συνόλου των παγκόσμιων επενδύσεων, σημειώνοντας μια
πτώση σχεδόν 50% σε σχέση με πριν από έξι χρόνια. Η Επιτροπή δήλωσε ότι η
νέα χρηματοδότηση θα πρέπει να φτάσει τα 379 δισεκατομμύρια € ,τα οποία
απαιτούνται κάθε χρόνο για την επίτευξη των στόχων της ΕΕ για το κλίμα
και την ενέργεια.
Επίσης, το κανονιστικό πλαίσιο της ΕΕ για την ενίσχυση της
ενεργειακής απόδοσης βρίσκεται ήδη στο τραπέζι. Τόσο η οδηγία για την
ενεργειακή απόδοση και η οδηγία για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων
αναθεωρήθηκαν πέρυσι από την Επιτροπή και αναμένουν την τελική έγκριση
από τους ευρωβουλευτές. Το νέο πλαίσιο θα πρέπει να εξεταστεί, να
τροποποιηθεί και να εκγριθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα κράτη
μέλη για να τεθεί σε ισχύ. «Το 2017 θα είναι το έτος εφαρμογής», δήλωσε ο
επικεφαλής της Ενεργειακής Ένωσης Maroš Šefčovič από τις Βρυξέλλες.
Ο Šefčovič δήλωσε ότι το διευρυμένο σχέδιο Γιούνκερ θα μπορούσε να
προσφέρει περισσότερα κεφάλαια για επενδύσεις. Το κόστος των ανανεώσιμων
πηγών ενέργειας μειώνεται και γίνεται πιο ανταγωνιστικό, δήλωσε η
Κομισιόν. Οι τιμές της ηλιακής ενέργειας μειώθηκαν κατά 80% μεταξύ του
του 2009 και του 2015. Η ΕΕ κατέχει το 30% των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας
στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας παγκοσμίως, γεγονός το οποίο θα
μπορούσε να τονώσει τις μελλοντικές επενδύσεις και να οδηγήσει σε
μεγέθυνση της οικονομίας, δήλωσε η Επιτροπή.
Η έκθεση για την Ενεργειακή Ένωση αξιολογεί την πρόοδο της Ευρώπης
σχετικά με το σχέδιο, το οποίο έχει ως στόχο να μειώσει την εξάρτησή της
από τις εισαγωγές και την κλιματική αλλαγή. Η αύξηση της ενεργειακής
αποδοτικότητας και των ανανεώσιμων πηγών θα συμβάλει στη μείωση της
ζήτησης και της παγκόσμιας ρύπανσης του πλανήτη. Η Επιτροπή ανέλυσε την
πρόοδο που σημειώθηκε μέχρι το 2014. Παράλληλα δεσμεύθηκε να θέσει την
«ενεργειακή αποδοτικότητα πρώτη» στην στρατηγική της. Χτες η Επιτροπή
δήλωσε ότι ήταν αισιόδοξη ότι η ΕΕ θα πιάσει τον στόχο της
αποδοτικότητας το 2020, αλλά προειδοποίησε ότι απαιτείται συνεχής
προσπάθεια από τα κράτη μέλη.
Η ΕΕ έχει μειώσει την τελική κατανάλωση ενέργειας, δηλαδή την
κατανάλωση από τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, κάτω από το στόχο του
2020. Αλλά η κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας, η οποία περιλαμβάνει
επίσης τους τομείς παραγωγής και διανομής ενέργειας, υπολείπεται
του στόχου του 2020.
Οι
εκπομπές
αερίων
του
θερμοκηπίου
Η ΕΕ έχει αναλάβει δεσμευτικούς στόχους έως το 2020 για αύξηση κατά
20% των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της ενεργειακής αποδοτικότητας
σε σχέση με τα επίπεδα του 1990. Οι ηγέτες της ΕΕ συμφώνησαν στους
στόχους 2030 για αύξηση τουλάχιστον 27% τον Οκτώβριο του 2014, πριν από
την Διάσκεψη για την Κλιματική Αλλαγή το 2015 των Ηνωμένων Εθνών στο
Παρίσι. Στο Παρίσι, οι ηγέτες του κόσμου δεσμεύτηκαν να περιορίσουν την
υπερθέρμανση του πλανήτη σε όχι περισσότερο από δύο βαθμούς πάνω από τα
προβιομηχανικά επίπεδα. Η επιτυχία της συμφωνίας-ορόσημο, η οποία τέθηκε
σε ισχύ το Νοέμβριο, οδήγησε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αυξήσει τους
στόχους 2030 αναφορικά με το ποσοστό των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο
30%.
Τα
αυξημένα επίπεδα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και αποδοτικότητας θα
συμβάλουν στην επίτευξη των στόχων της ΕΕ για μείωση των εκπομπών αερίων
του θερμοκηπίου. Το 2015, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας συνέβαλαν στη
μείωση των εκπομπών κατά 436 τόνους CO2, όσο και οι εκπομπές της
Ιταλίας. Από το 2005 έως 2015, τα χαμηλότερα επίπεδα κατανάλωσης
ενέργειας βοήθησαν να μειωθούν οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κατά
περίπου 800 εκατομμύρια τόνους CO2 το 2014, αριθμός σχεδόν ίσος με τις
ετήσιες εκπομπές της Γερμανίας. Η ΕΕ έχει ήδη επιτύχει τον στόχο για
μείωση αερίων του θερμοκηπίου έως το 2020 κατά 20%, με τη μείωση να
ανέρχεται στο 22% των εκπομπών. Επίσης, έχει θέσει ως στόχο τη μείωση
αερίων του θερμοκηπίου το 2030 κατά τουλάχιστον 40% σε σύγκριση με τα
επίπεδα του 1990.
Ενεργειακή
ασφάλεια
Η κρίση της Ουκρανίας αποκάλυψε την εξάρτηση της ΕΕ από το ρωσικό
φυσικό αέριο και έδωσε ώθηση στο σχέδιο. Η ΕΕ εισάγει το 53% του συνόλου
της ενέργειας που καταναλώνει με κόστος πάνω από 1 δισεκατομμύριο την
ημέρα. Πέρυσι, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας εξοικονόμησαν 16 δισ € από
τις εισαγωγές ορυκτών καυσίμων, την οποία η Επιτροπή δήλωσε ότι θα
ανέλθει σε 58 δισεκατομμύρια – αντίστοιχο με το ΑΕΠ του Λουξεμβούργου –
το 2030. Μεγαλύτερη αποδοτικότητα σημαίνει μείωση της ζήτησης για
εισαγωγές. Ένα στόχος για αύξηση της ενεργειακής αποδοτικότητας κατά 30%
έως το 2030 θα εξοικονομήσει 70 δισεκατομμύρια € σε πληρωμές από
εισαγωγές ορυκτών καυσίμων και θα μειώσει τις εισαγωγές φυσικού αερίου
κατά 12%, σε σύγκριση με ένα στόχο 27%, σύμφωνα με την ανάλυση της
Επιτροπής.