Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) ενεργοποίησε σήμερα δεύτερο Πρόγραμμα Ενίσχυσης της Χρηματοδότησης του Εξωτερικού Εμπορίου (Trade Finance Facility – TFF), ύψους 400 εκατ. ευρώ, για την Ελλάδα.
Το πρόγραμμα θα βοηθήσει τις ελληνικές μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις να αυξήσουν τις εξαγωγές τους και να εξασφαλίσουν τις εισαγωγές που χρειάζονται για την ανάπτυξή τους.
Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση. στο πλαίσιο αυτού του δεύτερου προγράμματος, η ΕΤΕπ θα παρέχει εγγυήσεις για ενέγγυες πιστώσεις, χρηματοοικονομικές εγγυήσεις και άλλα προϊόντα χρηματοδότησης εμπορικών συναλλαγών που εκδίδονται από ελληνικές τράπεζες. Η εγγύηση της ΕΤΕπ θα παρέχει στους πελάτες ελληνικών επιχειρήσεων στο εξωτερικό τη διασφάλιση ότι οι οικονομικές υποχρεώσεις που καθορίζονται σε αυτά τα μέσα εμπορικής χρηματοδότησης θα ικανοποιούνται. Μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις καθώς και επιχειρήσεις μεσαίας κεφαλαιοποίησης από όλη την Ελλάδα μπορούν να λάβουν ενίσχυση για τις εμπορικές και εξαγωγικές τους συναλλαγές, για μέγιστη διάρκεια τριών ετών.
Το πρόγραμμα θα παρέχει επίσης εγγυήσεις για εγγυητικές επιστολές καλής εκτέλεσης εκδιδόμενες για λογαριασμό ελληνικών επιχειρήσεων. Αυτό θα βοηθήσει τις ελληνικές επιχειρήσεις να συμμετέχουν σε εγχώριους και διεθνείς διαγωνισμούς.
Ο κ.Jonathan Taylor, Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, αρμόδιος για τις χρηματοδοτήσεις της ΕΤΕπ στην Ελλάδα, δήλωσε σχετικά: «Είμαι ευτυχής που βρίσκομαι σήμερα στη Αθήνα για τα εγκαίνια του δεύτερου προγράμματος της ΕΤΕπ για την ενίσχυση της χρηματοδότησης του εξωτερικού εμπορίου στην Ελλάδα. Το διεθνές εμπόριο μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στην ενδυνάμωση της οικονομικής δραστηριότητας στο σύνολο της χώρας. Αυτό το δεύτερο Πρόγραμμα Ενίσχυσης της Χρηματοδότησης του Εξωτερικού Εμπορίου θα βοηθήσει τις ελληνικές επιχειρήσεις να αντιμετωπίσουν τον ανταγωνισμό και να κερδίσουν νέους πελάτες στη διεθνή αγορά».
Το δεύτερο Πρόγραμμα Ενίσχυσης της Χρηματοδότησης του Εξωτερικού Εμπορίου εγκαινιάστηκε στην Αθήνα, στο πλαίσιο σημαντικού συνεδρίου στο οποίο εκφώνησαν ομιλίες ο Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων κ. Jonathan Taylor και ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης της Ελλάδος κ. Αλέξης
Xαρίτσης. Αυτή η συνάντηση υψηλού επιπέδου, που διήρκεσε μισή ημέρα, συγκέντρωσε εκπροσώπους του επιχειρηματικού κόσμου και εγχώριων και διεθνών τραπεζών, οι οποίοι συζήτησαν τα διδάγματα που έχουν προκύψει μέχρι στιγμής από την εφαρμογή του πρώτου προγράμματος και τις βελτιώσεις που περιέχει το νέο πρόγραμμα. Οι συμμετέχοντες εξέτασαν επίσης το κλίμα που επικρατεί σήμερα για τις ελληνικές επιχειρήσεις όσον αφορά τη χρηματοδότηση του εξωτερικού εμπορίου, και το πώς μπορούν να δημιουργηθούν νέες εμπορικές ευκαιρίες για τις ελληνικές επιχειρήσεις.
Το νέο Πρόγραμμα Ενίσχυσης της Χρηματοδότησης του Εξωτερικού Εμπορίου παρέχει εγγυήσεις συνολικού ύψους μέχρι 400 εκατ. ευρώ για την κάλυψη προϊόντων χρηματοδότησης εισαγωγών και εξαγωγών (συμπεριλαμβανομένων δανείων για κεφάλαιο κίνησης) υπέρ ελληνικών ΜΜΕ και επιχειρήσεων μεσαίας κεφαλαιοποίησης. Το πρόγραμμα προσφέρει στις ελληνικές τράπεζες τη δυνατότητα να παρέχουν υπηρεσίες χρηματοδότησης του εξωτερικού εμπορίου σε ελληνικές ΜΜΕ και επιχειρήσεις μεσαίας κεφαλαιοποίησης σε μια περίοδο κατά την οποία υπάρχουν μόνο λίγες διαθέσιμες εμπορικές πιστωτικές γραμμές με βεβαιούσες τράπεζες. Η στήριξη της χρηματοδότησης του εξωτερικού εμπορίου μπορεί να έχει πολύ σημαντική επίδραση στην πραγματική οικονομία: οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις στηρίζονται στις τράπεζες για να εξασφαλίσουν κεφάλαιο κίνησης για τις εισαγωγές και εξαγωγές τους και/ή για την ανάληψη των κινδύνων πληρωμής, αντισυμβαλλομένου και μεταφοράς, των πολιτικών και συναλλαγματικών κινδύνων και όλων των άλλων κινδύνων που ενέχουν οι συναλλαγές εξωτερικού εμπορίου.
Το νέο Πρόγραμμα Ενίσχυσης της Χρηματοδότησης του Εξωτερικού Εμπορίου διαδέχεται το πρώτο πρόγραμμα αυτού του τύπου, το οποίο είχε θεσπιστεί το 2013 και έληξε το 2016 και του οποίου η επιτυχία αναγνωρίστηκε από όλους τους συμμετέχοντες. Το πρώτο πρόγραμμα κάλυψε συναλλαγές συνολικού ύψους της τάξης των 400 εκατ. ευρώ.