Η κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας αναλαμβάνει τις επόμενες ημέρες εκστρατεία ενημέρωσης των ηγετών ξένων χωρών, των Μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας, του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, με προσωπικές επιστολές του ιδίου αλλά και δραστηριοποίηση του συνόλου των διπλωματικών αποστολών. Αυτό δήλωσε ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης, σε συνέντευξη Τύπου που έδωσε το βράδυ της Δευτέρας, κατά την οποία αναφέρθηκε στο ιστορικό της διάσκεψης στο Κραν Μοντανά

Η κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας αναλαμβάνει τις επόμενες ημέρες εκστρατεία ενημέρωσης των ηγετών ξένων χωρών, των Μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας, του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, με προσωπικές επιστολές του ιδίου αλλά και δραστηριοποίηση του συνόλου των διπλωματικών αποστολών. Αυτό δήλωσε ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης, σε συνέντευξη Τύπου που έδωσε το βράδυ της Δευτέρας, κατά την οποία αναφέρθηκε στο ιστορικό της διάσκεψης στο Κραν Μοντανά.

Ταυτόχρονα, όπως ανέφερε, «σε διαβούλευση με το Εθνικό Συμβούλιο αλλά και σε συνεργασία με την Ελληνική Κυβέρνηση θα χαράξουμε την παραπέρα πορεία».

Ο κ. Αναστασιάδης συγκάλεσε συνέντευξη Τύπου για να αναλύσει στον κυπριακό λαό τα αίτια που οδήγησαν στο ναυάγιο της διάσκεψης στο Κραν Μοντάνα, και η οποία μεταδόθηκε απευθείας απ’ όλους τους τηλεοπτικούς σταθμούς της Κύπρου.

Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης, όπως μεταδίδει η εφημερίδα «Εθνικός Κήρυκας», κατέστησε σαφές στο διάγγελμά του «σε όσους κακόβουλα διοχετεύουν μηνύματα πως τάχα η Ελληνοκυπριακή πλευρά ευθύνεται για το ατυχές αποτέλεσμα, αλλά και ειδικότερα προς την Τουρκία, πως η ελληνοκυπριακή πλευρά είναι έτοιμη να διαπραγματευτεί μια λύση μέσα στις παραμέτρους που έθεσε ο Γενικός Γραμματέας αν:

Πρώτον: Τερματιστούν από την πρώτη μέρα εφαρμογής της λύσης οι Συνθήκες Εγγυήσεων και Συμμαχίας, συμπεριλαμβανομένου και του δικαιώματος επέμβασης.

Δεύτερον: Εξευρεθεί αποτελεσματικός μηχανισμός εφαρμογής και παρακολούθησης υλοποίησης της λύσης, με βάση την ολοκληρωμένη πρόταση που έχουμε υποβάλει.

Τρίτον: Συμφωνηθεί χρονοδιάγραμμα πλήρους αποχώρησης των κατοχικών στρατευμάτων με βάση την πρόταση που έχουμε υποβάλει.

Τόνισε ότι «στόχος και σκοπός μας μέσα από τις προτάσεις που έχουμε υποβάλει είναι η δημιουργία ενός πραγματικά ανεξάρτητου και κυρίαρχου κράτους, απαλλαγμένου από τις όποιες εξαρτήσεις τρίτων χωρών.Ενός σύγχρονου, απόλυτα εναρμονισμένου με το Ευρωπαϊκό κεκτημένο κράτους που θα δίδει την προοπτική ειρηνικής συνύπαρξης και προοπτικής για το μέλλον για όλους ανεξαιρέτως τους κατοίκους του».

Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης ανέφερε ότι στόχος της σημερινής δημοσιογραφικής διάσκεψης είναι πρώτον η ενημέρωση του συνόλου του λαού, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, με τεκμηρίωση και αναφορά στα πραγματικά γεγονότα και δεύτερον η παράθεση κάποιων προβληματισμών που αφορούν την παρά πέρα πορεία.

Ανέφερε ότι η Διάσκεψη για την Κύπρο στο Κραν Μοντανά ήταν το αποτέλεσμα της συμφωνίας που είχε επιτευχθεί στις 04 Ιουνίου 2017 στη Νέα Υόρκη και η οποία αναδείκνυε για πρώτη φορά ότι χωρίς την επίλυση ή την επίτευξη επαρκούς προόδου στο Κεφάλαιο της Ασφάλειας και Εγγυήσεων δεν θα μπορούσε να αναμένεται θετικό αποτέλεσμα από την παρούσα διαδικασία.

Στις 28 Ιουνίου, πρόσθεσε, με την έναρξη των εργασιών στο Κραν Μοντανά, ο Βοηθός Γενικός Γραμματέας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, κ. Φέλτμαν, που προήδρευε της Διάσκεψης, επεσήμανε πως το Κεφάλαιο της Ασφάλειας και Εγγυήσεων είναι το πλέον κρίσιμο για την εξεύρεση συνολικής λύσης, ενώ ξεκαθάρισε πως το έγγραφο που είχε παρουσιαστεί ως κοινό δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως τέτοιο λόγω των διαφωνιών που εκφράσθηκαν.

Κατά την απογευματινή Σύνοδο της Διάσκεψης, συνέχισε, ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών παρουσίασε την Τουρκική πρόταση, η οποία αποτελείτο από τα ακόλουθα μέρη:

(α) Η Συνθήκη Εγγύησης θα συνεχίσει να ισχύει και θα επεκταθεί και στις συνιστώσες πολιτείες χωριστά,

(β) Η Συνθήκη Συμμαχίας θα συνεχίσει να ισχύει αλλά θα καταργηθεί το τριμελές στρατηγείο,

(γ) Τα Τουρκικά στρατεύματα θα μειωθούν σημαντικά με την έναρξη εφαρμογής της λύσης και μετέπειτα θα μειωθούν σε αντίστοιχο αριθμό με αυτό των Ελληνικών στρατευμάτων, μέχρι να φτάσουν σε συμφωνημένο αριθμό,

(δ) Η εφαρμογή της λύσης θα επιβλέπεται από μια επιτροπή στην οποία θα συμμετέχουν με ένα εκπρόσωπο η Τουρκία, η Βρετανία και η Ελλάδα, ένας Ελληνοκύπριος και ένας Τουρκοκύπριος από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, ένας εκπρόσωπός από κάθε συνιστώσα πολιτεία, και ένας εκπρόσωπος του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών που θα προεδρεύει, με ρητή αναφορά σε αποκλεισμό συμμετοχής της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Όπως ήτο αναμενόμενο, είπε ο Πρόεδρος Αναστασιάδης, τόσο ο ίδιος όσο και ο Υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδος απορρίψαμε την Τουρκική πρόταση. Άξια αναφοράς, ανέφερε, είναι η τοποθέτηση του Αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κ. Τίμμερμαν, ο οποίος σημείωσε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει πολλά να συνεισφέρει και ρόλο να διαδραματίσει στον τομέα της Ασφάλειας σε ένα κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Στη συνέχεια, σημείωσε, ο Βοηθός Γενικός Γραμματέας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, εμμένοντας στην άποψη ότι το θέμα Ασφάλειας και Εγγυήσεων έχει υψίστη σημασία για την περαιτέρω πορεία των διαπραγματεύσεων, κάλεσε τα μέρη να τοποθετηθούν σε τρία βασικά ερωτήματα.

(α) Ποια θεμελιώδης αλλαγή ή ποιο σύστημα ασφάλειας θα αντικαθιστούσε τη Συνθήκη εγγύησης και το σύστημα εγγυήσεων;

(β) Πώς αντιμετωπίζονται οι ανησυχίες των δύο κοινοτήτων στο θέμα της Ασφάλειας;

(γ) Πώς διασφαλίζεται η εφαρμογή και παρακολούθηση της λύσης;

Την επομένη, ανέφερε ο Πρόεδρος Αναστασιάδης, ανέπτυξα εκτενώς και με συγκεκριμένα επιχειρήματα τη συνολική και εμπεριστατωμένη σχετική πρόταση που υπέβαλα το Σεπτέμβριο του 2016, η οποία καλύπτει και απαντά πλήρως και τεκμηριωμένα το σύνολο των ερωτημάτων που υπέβαλε ο Βοηθός Γενικός Γραμματέας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.

Η Τουρκία και η Τουρκοκυπριακή πλευρά, όπως είπε, περιορίστηκαν στο να επαναλάβουν τις Τουρκικές θέσεις που έχω προαναφέρει, με εμμονή της Τουρκοκυπριακής πλευράς στη διατήρηση των δεσμών που διατηρούν με την Τουρκία.

Από πλευράς Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο κ. Τίμμερμαν, σύμφωνα με τον Πρόεδρο Αναστασιάδη, απαντώντας στα ερωτήματα του Βοηθού Γενικού Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, αναφέρθηκε σε συγκεκριμένες ρήτρες των συνθηκών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που παρέχουν τη δυνατότητα αντιμετώπισης του αισθήματος ανασφάλειας των δύο κοινοτήτων, τόσο σε θέματα εσωτερικής όσο και σε θέματα εξωτερικής ασφάλειας.

Στις 30 Ιουνίου, πρόσθεσε, κατά την πρώτη παρουσία και συμμετοχή του Γενικού Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών στη Διάσκεψη για την Κύπρο και ύστερα από διαβουλεύσεις με όλα τα εμπλεκόμενα μέρη, καθόρισε τις παραμέτρους μέσα στις οποίες, σύμφωνα πάντα με τα αποτελέσματα των συστάσεων του, θα έπρεπε να κινηθούν οι διαπραγματεύσεις, προκειμένου να επιτευχθεί πρόοδος ή / και συγκλίσεις στις ακόλουθες 6 θεματικές. Ο Πρόεδρος ανέφερε αυτολεξεί:

«(α) Ασφάλεια και Εγγυήσεις:

Θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι αυτό που χρειαζόμαστε είναι ένα νέο καθεστώς ασφαλείας, και όχι την συνέχιση του παλιού. Νομίζω ότι χρειάζεται ο τερματισμός των μονομερών επεμβατικών δικαιωμάτων και ο τερματισμός της Συνθήκης Εγγυήσεως.

Η παρούσα κατάσταση θα αντικατασταθεί από ένα σταθερό σύστημα ασφάλειας όπου ολόκληρη η Κύπρος και το σύνολο των Κυπρίων και από τις δύο κοινότητες θα αισθάνονται ασφαλείς μέσω ισχυρών μηχανισμών εφαρμογής και εποπτείας της λύσης που θα περιλαμβάνουν διεθνή διάσταση (ΟΗΕ / πολυμερές – διεθνές πλαίσιο / φιλικές χώρες). Οι σημερινές εγγυήτριες δυνάμεις δεν είναι σε θέση να εφαρμόζουν και να εποπτεύουν οι ίδιοι την εφαρμογή της λύσης.

(β) Ξένα Στρατεύματα:

Θα πρέπει να υπάρξει δραστική μείωση των στρατευμάτων από την πρώτη μέρα εφαρμογής της λύσης και στη συνέχεια ο αριθμός των δυνάμεων να μειωθεί στα επίπεδα του 1960, ενώ ταυτόχρονα να συμφωνηθεί το χρονοδιάγραμμα αποχώρησης και οι μηχανισμοί εποπτείας.

Αναφορικά με τη ρήτρα λήξης της παραμονής των στρατευμάτων έναντι της ρήτρας αναθεώρησης, αυτό θα πρέπει να συζητηθεί με τη συμμετοχή των Πρωθυπουργών των τριών εγγυητριών δυνάμεων.

(γ) Εδαφικό:

Οι εδαφικές αναπροσαρμογές θα πρέπει να ανταποκρίνονται στις ανησυχίες που εκφράσθηκαν από πλευράς Ελληνοκυπρίων.

(δ) Περιουσιακό:

Υπάρχουν δύο αρχές που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη: (α) Για περιοχές που υπόκεινται σε εδαφικές αναπροσαρμογές όπου θα πρέπει να δίδεται προτεραιότητα στους εκτοπισθέντες ιδιοκτήτες, αλλά όχι σε απόλυτο ποσοστό και (β) Το υπόλοιπο καθεστώς που θα πρέπει να οικοδομηθεί κατά τρόπο που θα δίδεται προτεραιότητα στους χρήστες, αλλά όχι σε απόλυτο ποσοστό. Συγκεκριμένα στοιχεία θα πρέπει να αναπτυχθούν περαιτέρω.

(ε) Αποτελεσματική Συμμετοχή:

Αυτό το θέμα θα πρέπει να συζητηθεί περαιτέρω όσον αφορά το θέμα της θετικής ψήφου (πότε και υπό ποιες προϋποθέσεις, σε ποια σώματα και ποιοι θα είναι οι σχετικοί μηχανισμοί επίλυσης αδιεξόδου), ενώ άλλα εκκρεμούντα ζητήματα που αφορούν τον καταμερισμό εξουσίας θα πρέπει επίσης να συζητηθούν, περιλαμβανομένης και της αξίωσης της Τουρκοκυπριακής πλευράς για εκ περιτροπής προεδρία.

(στ) Μεταχείριση Τούρκων υπηκόων:

Όσον αφορά τη μόνιμη διαμονή των Τούρκων να υπάρξει μια ποσόστωση η οποία θα είναι ακριβοδίκαια (equitable) σε σχέση με τους Έλληνες υπηκόους που θα αποκτούν μόνιμη διαμονή, εκτός από το καθεστώς που σχετίζεται με τους φοιτητές, τουρίστες και εποχιακούς εργάτες.

Απαιτείται περαιτέρω συζήτηση αναφορικά με το τι κρίνεται ως ακριβοδίκαιο για την εφαρμογή της μόνιμης διαμονής».

Συνεχίζοντας την εναρκτήρια δήλωση του, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης είπε ότι σαν αποτέλεσμα της άρνησης της Τουρκικής πλευράς να διαπραγματευθεί στα πλαίσια των παραμέτρων που ο Γενικός Γραμματέας έθεσε αλλά και ενόψει ενός διαφαινομένου αδιεξόδου, ανέλαβε την πρωτοβουλία και στις 05 Ιουλίου, κάτω υπό συγκεκριμένους όρους και προϋποθέσεις, υπέβαλε προτάσεις που αντιμετώπιζαν τις ανησυχίες των Τουρκοκυπρίων, χωρίς να παραγνωρίζουν τις ευαισθησίες της ΕΚ πλευράς.

Τόνισε πως μέσω των εγγράφων προτάσεων μας, σαφέστατα τονίζετο ότι ουδεμία των προτάσεων θα ίσχυε εάν δεν ετερματίζετο το μονομερές δικαίωμα και οι εγγυήσεις, εάν δεν υπήρχε αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα και εάν δεν ικανοποιούνταν οι δίκαιες αξιώσεις της Ελληνοκυπριακής πλευράς επί των εδαφικών αναπροσαρμογών. Προτάσεις οι οποίες έτυχαν θετικής αντιμετώπισης από τους συμμετέχοντες, πλην, βεβαίως, της Τουρκίας και των Τουρκοκυπρίων.

Ανέφερε ότι στις 06 Ιουλίου, στην παρουσία του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών ανέπτυξα εν εκτάσει τις τεκμηριωμένες προτάσεις της ε/κ πλευράς, ειδικότερα για τα θέματα που άπτονται της κατάργησης των επεμβατικών δικαιωμάτων και Τουρκικών εγγυήσεων και αντικατάστασης των από ένα νέο σύστημα αρχιτεκτονικής ασφάλειας, το οποίο θα επέτρεπε την πλήρη αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων εντός συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα τις ανησυχίες των ΤΚ συμπατριωτών μας.

Ταυτόχρονα, εισηγηθήκαμε, είπε ο Πρόεδρος, έναν αξιόπιστο μηχανισμό παρακολούθησης εφαρμογής της λύσης, προσθέτοντας ότι στις διαβουλεύσεις του Γενικού Γραμματέα που ακολούθησαν με τα μέρη, η Τουρκική πλευρά άφησε να νοηθεί πως θα επεδείκνυε ευελιξία στα πλαίσια των παραμέτρων που καθόρισε όσον αφορά τα επεμβατικά δικαιώματα αλλά και την κατάργηση των εγγυήσεων.

Συνέχισε λέγοντας ότι στη μακρά διαβούλευση που επακολούθησε κατά τη διάρκεια του δείπνου και κατ’ αντίθεση με τις εντυπώσεις που η Τουρκική πλευρά εδημιούργησε στο Γενικό Γραμματέα, ο κύριος Τσαβούσογλου αρνείτο πεισματικά να αποκαλύψει τις Τουρκικές θέσεις, ισχυριζόμενος ότι είναι γνωστές στο Γενικό Γραμματέα.

Ταυτόχρονα, πρόσθεσε, απαιτούσε την εκ των προτέρων ικανοποίηση των Τουρκοκυπριακών θέσεων στα Κεφάλαια που άπτονται της εσωτερικής πτυχής του Κυπριακού, με ιδιαίτερη έμφαση στην ανάγκη ικανοποίησης της Τουρκίας στο θέμα της ισότιμης μεταχείρισης Ελλήνων και Τούρκων υπηκόων, όπως επίσης της ανάγκης η λύση να καταστεί πρωτογενές δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Προ του διαφαινόμενου αδιεξόδου, όπως είπε, ο Γενικός Γραμματέας ανέλαβε την πρωτοβουλία να προτείνει ένα σύντομο ανακοινωθέν που θα κατέγραφε γενικά αποδεκτές θέσεις στο Κεφάλαιο Ασφάλειας και Εγγυήσεων, όπως επίσης επί κάποιων άλλων Κεφαλαίων που θεωρείτο δυνατό να επιτευχθεί σύγκλιση απόψεων.

Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης είπε ότι στις επανειλημμένες δικές του ερωτήσεις αλλά και του Έλληνα Υπουργού Εξωτερικών αν οι πρόνοιες του τερματισμού του επεμβατικού δικαιώματος και της Συνθήκης Εγγυήσεων θα ίσχυαν από την πρώτη μέρα εφαρμογής της λύσης, ο κύριος Τσαβούσογλου, αποφεύγοντας τις υπεκφυγές, αποκάλυψε πως η θέση της Τουρκίας παρέμενε αμετάβλητη.

Δηλαδή, όπως εξήγησε, το σύστημα Ασφάλειας και Εγγυήσεων, όπως επίσης και το επεμβατικό δικαίωμα θα πρέπει να διατηρηθούν με ρήτρα αναθεώρησης σε δεκαπέντε χρόνια, ενώ στο θέμα των στρατευμάτων η απόλυτη θέση της Τουρκίας ήταν πως ο όποιος αριθμός συμφωνηθεί θα παραμείνει μονίμως στην Κύπρο.

Ο Γενικός Γραμματέας, συνέχισε ο Πρόεδρος, προς αποφυγή όξυνσης μιας περαιτέρω κρίσης, ανέλαβε το βάρος των ευθυνών δηλώνοντας πως, υπό τις εξελίξεις, διαφαίνεται ότι στο θέμα του τερματισμού της Συνθήκης Εγγυήσεων και του παρεμβατικού δικαιώματος, οι όλες εισηγήσεις του καθ’ όλη τη διάρκεια των διαβουλεύσεων εβασίζοντο σε εσφαλμένη αντίληψη που είχε σχηματίσει κατά τις συνομιλίες του με τον Τούρκο Υπουργό Εξωτερικών.

Σημείωσε πως στο θέμα των εσωτερικών πτυχών, πέραν των άλλων διαφωνιών, η θέση της Τουρκοκυπριακής πλευράς στο θέμα των εδαφικών αναπροσαρμογών περιορίζετο στην παραχώρηση μέρος της Μόρφου.

Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης εξέφρασε τις θερμότατες ευχαριστίες του στον Έλληνα Πρωθυπουργό και στον Υπουργό Εξωτερικών και τους συνεργάτες του για την άψογη συνεργασία και την απόλυτη στήριξη κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων στο Κραν Μοντανά. Ευχαριστίες εξέφρασε επίσης στα μέλη του Εθνικού Συμβουλίου που με υπευθυνότητα, έστω και με διαφορετικές απόψεις, στήριξαν τις προσπάθειες που καταβάλαμε αλλά και ως προς το Διαπραγματευτή, τη διαπραγματευτική ομάδα και τους τεχνοκράτες που σημαντικά με βοήθησαν στη διαμόρφωση προτάσεων ή την αντιμετώπιση των προβληθεισών αξιώσεων από πλευράς είτε της Τουρκίας είτε της Τουρκοκυπριακής πλευράς.