Μετά την εκταμίευση της δόσης, χθες, η έξοδος στις αγορές με μια δοκιμαστική έκδοση ομολόγου είναι η επόμενη κίνηση που προετοιμάζει το οικονομικό επιτελείο και η οποία είναι πιθανό να εκδηλωθεί ίσως και την επόμενη εβδομάδα.
Όπως επισημαίνει σε σχετικό δημοσίευμα η «Καθημερινή», η έκδοση ομολόγου τόσο σύντομα, αν τελικώς αποφασιστεί, δεν γίνεται μόνο για λόγους πολιτικών εντυπώσεων, αλλά και επειδή αν χαθεί το παράθυρο ευκαιρίας που υπάρχει έως τις 27 Ιουλίου, τότε το επόμενο ανοίγει στην καλύτερη περίπτωση στις αρχές Οκτωβρίου.
Στις 27 του μήνα αποφασίζει το ΔΝΤ τη συμμετοχή του «επί της αρχής» στο ελληνικό πρόγραμμα. Δηλαδή, θα δεσμεύσει ένα ποσό περίπου 2 δισ. ευρώ για την Ελλάδα, αλλά θα εκταμιευθεί μόνο όταν αποσαφηνιστούν επαρκώς τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους και κριθούν ικανοποιητικά. Η απόφαση του ΔΝΤ θα συνοδεύεται από ανάλυση βιωσιμότητας (DSA), η οποία είναι δεδομένο ότι θα χαρακτηρίζει το χρέος μη βιώσιμο.
Συνεπώς, σύμφωνα με την εφημερίδα, το υπουργείο Οικονομικών δεν θέλει να επιχειρήσει έκδοση ομολόγου στη σκιά ενός αρνητικού DSA.
Η έκδοση που σχεδιάζεται θα είναι 5ετής, από 2 έως 4 δισ. ευρώ και θα καλυφθεί με μετρητά, αλλά και με ανταλλαγή του ομολόγου που λήγει το 2019. Πρόκειται για το ομόλογο που είχε εκδοθεί το 2014 και το οποίο εκτιμάται ότι θα αποτελέσει το όχημα της επιστροφής στις αγορές, καθώς θα προταθεί στους κατόχους του να το ανταλλάξουν με κάποιο άλλο μεγαλύτερης διάρκειας, πιθανότατα 5ετίας.
Στο οικονομικό επιτελείο υπάρχει συγκρατημένη αισιοδοξία, αφενός γιατί οι συνθήκες στις αγορές είναι ευνοϊκές (αγοράζουν Αίγυπτο, γιατί όχι Ελλάδα, έλεγε αρμόδιος παράγοντας), αφετέρου διότι υπάρχουν διαθέσιμα στο σύστημα για να καλύψουν σημαντικό μέρος της έκδοσης. Οι πηγές που μπορεί να αξιοποιηθούν για την κάλυψη της έκδοσης είναι:
1.Το κοινό κεφάλαιο της Τράπεζας της Ελλάδος, που μπορεί να διαθέσει: α) 525 εκατ. ευρώ από το ομόλογο που λήγει τον Ιούλιο του 2017 και β) 325 εκατ. ευρώ από το ομόλογο που λήγει το 2019 και το οποίο μπορεί να ανταλλαγεί.
2. Οι τράπεζες οι οποίες μπορούν να διαθέσουν: α) 1 δισ. ευρώ από ομόλογα που έχουν στην κατοχή τους και λήγουν το 2019 (σ.σ.: πρόκειται για το ίδιο ομόλογο που είχε εκδοθεί το 2014) και β) ένα περιθώριο 700 εκατ. ευρώ για να φτάσουν στο πλαφόν των εντόκων και των ομολόγων που τους έχει ορίσει ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός (SSM).
Οι δύο αυτές δυνατότητες, δηλαδή το κοινό κεφάλαιο της ΤτΕ και το περιθώριο που έχουν οι ελληνικές τράπεζες (αφού εξασφαλίσουν την έγκριση των εποπτικών αρχών), αθροίζουν περί τα 2,2 δισ. ευρώ, στα οποία η κυβέρνηση μπορεί να «ποντάρει» για την κάλυψη ενός σημαντικού τμήματος της έκδοσης, που πιθανολογείται ότι δεν θα ξεπερνάει τα 4 δισ. ευρώ.
Η σκέψη για άμεση έξοδο στις αγορές κερδίζει έδαφος, με δεδομένο ότι τον Αύγουστο υπολειτουργούν, ενώ ο Σεπτέμβριος δεν προσφέρεται για δύο κυρίως λόγους:
Πρώτον, γιατί στις 7 Σεπτεμβρίου η ΕΚΤ είναι πιθανό να αποφασίσει τον σταδιακό περιορισμό του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης, εξέλιξη που θα δημιουργήσει αναταραχή στις αγορές, καθώς οι επενδυτές πρέπει να αποτιμήσουν την επίπτωση και να επανακαθορίσουν τη στρατηγική τους.
Δεύτερον, στις 24 Σεπτεμβρίου διεξάγονται οι γερμανικές εκλογές. Το Βερολίνο δεν θα συμφωνήσει να γίνει κάτι που έχει τον κίνδυνο να αποτύχει (και μια έκδοση ομολόγου από την Ελλάδα έχει πάντα αυτό το ρίσκο) στην τελική ευθεία πριν από τις κάλπες. Η προοπτική η έξοδος στις αγορές να μετατεθεί για τον Οκτώβριο συμπίπτει με την έναρξη της τρίτης αξιολόγησης, μια συγκυρία που περιορίζει και τις πιθανότητες επιτυχίας της.
Στις Βρυξέλλες φαίνονται συγκρατημένα θετικοί στο ενδεχόμενο να δοκιμάσει η Ελλάδα να βγει στις αγορές στο άμεσο μέλλον, υπό τον όρο όμως ότι έχει ένα συγκεκριμένο σχέδιο με τα επόμενα βήματα.