Ο όγκος των ελληνικών εξαγωγών αγαθών πλην πετρελαιοειδών, που είναι προϊόντα της μεταποιητικής βιομηχανίας κατά ποσοστό 85% περίπου, παρέμεινε για χρόνια σε επίπεδα χαμηλότερα εκείνων πριν την κρίση του 2009 και τελικά τα ξεπέρασε το 2015, ενισχύοντας έκτοτε την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, τονίζει ο ΣΕΒ στο τελευταίο
εβδομαδιαίο δελτίο για την ελληνική οικονομία
Οπως διαπιστώνει, το 77% των ελληνικών εξαγωγών σε αξία, χωρίς τα πετρελαιοειδή, προέρχονται από κλάδους που λειτουργούν με διεθνές συγκριτικό πλεονέκτημα (έχουν, δηλαδή, μεγαλύτερη εξειδίκευση από τη μέση εξαγωγική χώρα στην παγκόσμια αγορά), ενώ το 58% από κλάδους αυξανόμενης διαχρονικά διείσδυσης στις παγκόσμιες αγορές.
Στις 15 μεγαλύτερες εξαγωγικές κατηγορίες συγκαταλέγονται ταποιοτικώς ανώτερα προϊόντατης ελληνικής γεωργίας και τεχνολογικώς προηγμένα βιομηχανικά προϊόντα με μοναδική θέση στην παγκόσμια αγορά.
Όλα αυτά πιστοποιούν ότι η Ελλάδα και παράγει και εξάγει, και είναι ικανή να κάνει περισσότερα, τονίζει ο ΣΕΒ. Η χώρα πρέπει να στραφεί σε «έξυπνες» στοχευμένες οριζόντιες εξαγωγικές πολιτικές, καθώς οι παραδοσιακές πολιτικές προώθησης εξαγωγών δεν φαίνεται να φέρνουν αποτέλεσμα. σημειώνει
Όπως υπογραμμίζεται, «είναι δουλειά των επιχειρήσεων να προσαρμόσουν την παραγωγική τους δομή, μέσω επενδύσεων, στις αναδυόμενες ανάγκες για μεγαλύτερη διείσδυση των προϊόντων τους σε ένα όλο και πιο πολύπλοκο και απαιτητικό πλαίσιο εξαγωγικού εμπορίου. Είναι δουλειά της κυβέρνησης να διευκολύνει τις επιχειρήσεις να κάνουν τις επενδύσεις που απαιτούνται, ώστε να ανταγωνίζονται επί ίσοις όροις τις ξένες επιχειρήσεις στη διεθνή αγορά.»
Στο πλαίσιο αυτό, πρωταρχική σημασία κατά τον ΣΕΒ έχει η μείωση των ειδικών φόρων στην παραγωγή (π.χ. κόστος ενέργειας) και η διασφάλιση, μέσω διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, συνθηκών προσδοκόμενης ανταγωνιστικής διεθνώς κερδοφορίας. Μόνο έτσι εκτιμάται ότι οι κρατικές παρεμβάσεις για την προώθηση των ιδιωτικών επενδύσεων (αναπτυξιακός, ΕΣΠΑ, στρατηγικές επενδύσεις κ.ο.κ). μπορούν να αποκτήσουν ουσιαστικό περιεχόμενο.