Γρίφος
για δυνατούς λύτες είναι η πορεία που θα πρέπει να ακολουθήσει η Ελλάδα
προς την ανάπτυξη. Αρμόδιοι φορείς υποστηρίζουν πως η απάντηση
βρίσκεται στη βιομηχανία, τονίζοντας πως κρατάει το «κλειδί» για την
εγχώρια ανάκαμψη. Προς το παρόν, πάντως, τα «φουγάρα» της χώρας
παραμένουν σβηστά, αφού η κυβέρνηση αδυνατεί να βάλει τέλος στα
προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κλάδος.
Υψηλή φορολογία και ασφαλιστικές εισφορές, πολυπλοκότητες στο σύστημα
δικαιοσύνης, έντονη γραφειοκρατία, ασαφές χωροταξικό πλαίσιο, ανεπαρκείς
υποδομές, υψηλό κόστος ενέργειας και δυσκαμψίες στην αγορά εργασίας
είναι οκτώ μόλις από τα βασικότερα εμπόδια που φράζουν το δρόμο για τη
«βιομηχανική επανάσταση» της Ελλάδας. Μάλιστα, η συνταγή γι’ αυτόν το
σκοπό υπάρχει από το 19ο αιώνα… Αρκεί να αναλογιστεί κανείς πως από τα
κύρια συστατικά της πραγματικής βιομηχανικής επανάστασης ήταν οι υψηλοί
ρυθμοί ανάπτυξης και η εφαρμογή καινοτομιών στη μεταλλουργία. Και για τα
δύο, για να φτάσει η Ελλάδα σε ένα ικανοποιητικό επίπεδο έχει πολύ
δρόμο μπροστά της…
Δύο συστατικά
Όσον
αφορά στο πρώτο «μέτωπο», τα σενάρια για το ρυθμό ανάπτυξης της Ελλάδας
το 2017 ποικίλλουν, με τους εγχώριους και διεθνείς φορείς να τοποθετούν
τον πήχη πολύ χαμηλότερα από το ύψος που στοχεύει η κυβέρνηση.
Ο
Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) κάνει λόγο για
αναπτυξιακή πορεία 1,1% (στην εξαμηνιαία του έκθεση για τις προοπτικές
της παγκόσμιας οικονομίας, Economic Outlook).
Ο διεθνής οίκος
Moody’s «βλέπει» ανάπτυξη της τάξεως του 1,5%, όπως και το Ιδρυμα
Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), το οποίο εκτιμάει
ταυτόχρονα πως ο σχετικός δείκτης ενδέχεται να κυμανθεί και σε ελαφρώς
χαμηλότερα επίπεδα.
Υπενθυμίζεται πως ο στόχος που παραδεχόταν η
κυβέρνηση στο σχέδιο Εθνικής Αναπτυξιακής Στρατηγικής (Φεβρουάριος 2017)
ήταν το 2,5%. Μάλιστα, ο υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης, Δημήτρης
Παπαδημητρίου, σε ομιλία του μέσα στην εβδομάδα στο Περιφερειακό
Συνέδριο Δυτικής Μακεδονίας, υποστήριξε πως «αναμένεται στην Ελλάδα
ανάπτυξη ίση και πιθανώς μεγαλύτερη του 2% φέτος».
Για το δεύτερο
«μέτωπο» ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ) παρέθεσε προ
ημερών μία σειρά προϋποθέσεων-εθνική πολιτική με σκοπό να αποτελέσει ο
κλάδος των ορυκτών πρώτων υλών μέσο προσέλκυσης επενδύσεων, από τις
οποίες αναμένεται να δημιουργηθούν άμεσες και έμμεσες θέσεις εργασίας
υψηλής τεχνογνωσίας.
Κατά τον ΣΕΒ αυτή η εθνική πολιτική για την αξιοποίηση των ορυκτών πρώτων υλών θα πρέπει:
α) να θέσει το πλαίσιο και τις προτεραιότητες στην εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου,
β) να εντάξει την εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου στο συνολικό χωροταξικό σχεδιασμό και το σχεδιασμό των υποδομών,
γ) να εξασφαλίσει τον εντοπισμό περαιτέρω αξιόλογων κοιτασμάτων και την αξιοποίησή τους,
δ) να αξιοποιεί κάθε τεχνολογική εξέλιξη,
ε) να διαμορφώσει ένα σύγχρονο πλαίσιο αδειοδότησης,
στ) να προχωρήσει στη βελτίωση και την ψήφιση του σχεδίου Λατομικού Νόμου και τον εκσυγχρονισμό του Μεταλλευτικού Κώδικα και
ζ)
να εξασφαλίσει επάρκεια πόρων και οργανωτικών υποδομών στις αρμόδιες
διοικητικές υπηρεσίες μέσω και της αξιοποίησης κατάλληλα εκπαιδευμένων
εξωτερικών αξιολογητών, καθώς η διασφάλιση της νομιμότητας είναι κρίσιμη
προϋπόθεση βιώσιμης ανάπτυξης.
Μόνο θεωρία
Για
την ώρα, η όποια εθνική στρατηγική για την τόνωση της εγχώριας
βιομηχανίας βρίσκεται… στα χαρτιά. Πιο συγκεκριμένα, η αρμόδια υπηρεσία
του υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης έχει καταρτίσει ένα σχέδιο
παραγωγικής ανασυγκρότησης, το οποίο θα πάρει την τελική του μορφή μετά
τις ζυμώσεις με τους τοπικούς φορείς των 13 περιφερειών της χώρας που θα
καταθέσουν τις προτάσεις τους επ’ αυτού. Στην πράξη, πάντως, η ελληνική
κυβέρνηση απέχει από τις σημαντικές πρωτοβουλίες που πραγματοποιούνται
για την ενίσχυση του κλάδου.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα
της διακήρυξης του Βερολίνου, στο πλαίσιο της οποίας υπογραμμίζεται πως
για να υπάρξει μια ισχυρή Ευρώπη απαραίτητη προϋπόθεση είναι ένας
πραγματικά ανταγωνιστικός βιομηχανικός τομέας. Το σχετικό κείμενο
υπεγράφη τέλη του περασμένου Ιουνίου από 19 υπουργούς Ανάπτυξης
κρατών-μελών της Ε.Ε., μη συμπεριλαμβανομένου, ωστόσο, του Ελληνα
αρμόδιου υπουργού, Δημήτρη Παπαδημητρίου.
«Στις εποχές ανασφάλειας
που ζούμε απαιτείται μια νέα ώθηση για τη βιομηχανία μας, που θα μας
επιτρέψει να βελτιώσουμε την ικανότητα για καινοτομία, ενίσχυση της
ευημερίας και δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας», επισημαίνεται στη
διακήρυξη.
Για την ιστορία, τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. που υπέγραψαν
τη διακήρυξη: Αυστρία, Βέλγιο, Βουλγαρία, Κροατία, Τσεχία, Γαλλία,
Γερμανία, Ουγγαρία, Ιταλία, Λετονία, Λιθουανία, Λουξεμβούργο, Μάλτα,
Ολλανδία, Πολωνία, Πορτογαλία, Ρουμανία, Σλοβακία, Σλοβενία και Ισπανία.
(e-typos.com - α
πό την έντυπη έκδοση του "Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής")