Τα αποκλίνοντα συμφέροντα στην ενεργειακή πολιτική στις χώρες της ΝΑ Ευρώπης, οι οποίες έχουν ως βασικό καύσιμο το λιγνίτη και τον άνθρακα αποτελούν το βασικό ανασταλτικό παράγοντα στην επίτευξη των ευρωπαϊκών στόχων. Αν και τα τελευταία δέκα χρόνια η Κομισιόν εκδίδει οδηγίες με στόχο την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής (η οποία περνά και μέσα από την απανθρακοποίηση), οι χώρες της ΝΑ Ευρώπης συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας αδυνατούν να ανταποκριθούν

Τα αποκλίνοντα συμφέροντα στην ενεργειακή πολιτική στις χώρες της ΝΑ Ευρώπης, οι οποίες έχουν ως βασικό καύσιμο το λιγνίτη και τον άνθρακα αποτελούν το βασικό ανασταλτικό παράγοντα στην επίτευξη των ευρωπαϊκών στόχων. Αν και τα τελευταία δέκα χρόνια η Κομισιόν εκδίδει οδηγίες με στόχο την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής (η οποία περνά και μέσα από την απανθρακοποίηση), οι χώρες της ΝΑ Ευρώπης συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας αδυνατούν να ανταποκριθούν.

Η εκτίμηση αυτή παρουσιάζεται μεταξύ άλλων στη μελέτη του ΙΕΝΕ με τίτλο «South East Europe Energy Outlook 2016/2017», στην οποία παρουσιάζονται οι ενεργειακές προοπτικές για τις αγορές της ΝΑ Ευρώπης αλλά και περιφερειακών χωρών όπως είναι η Αίγυπτος, το Ισραήλ, η Συρία, η Ιταλία και η Ουκρανία.

Ανάμεσα στις βασικότερες διαπιστώσεις της μελέτης είναι το χάσμα που επικρατεί ανάμεσα στους στόχους και κατευθύνσεις της περιβαλλοντικής πολιτικής της ΕΕ, στο πλαίσιο της καταπολέμησης της κλιματικής αλλαγής, και των προτεραιοτήτων των χωρών της ΝΑ Ευρώπης, των οποίων, σε μεγάλο βαθμό, οι οικονομίες στηρίζονται ακόμη σε ενδογενείς και εν πολλοίς ρυπογόνες πηγές ενέργειας (π.χ. λιγνίτης, κάρβουνο, πετρέλαιο).

Η Ελλάδα καθώς και άλλα κράτη βασίζονται στον άνθρακα καθώς έχει χαμηλό κόστος και χαίρει κοινωνικής αποδοχής. Η προσκόλληση στο λιγνίτη φαίνεται και από τις δρομολογούμενες ή τις εν εξελίξει επενδύσεις της ΔΕΗ όπως είναι η Μελίτη 2 αλλά και η Πτολεμαΐδα 5. Παρόμοια στρατηγική ακολουθούν και άλλα κράτη όπως είναι η Βοσζνία-Ερζεγοβίνη οι οποίες επενδύουν συνεχώς σε μονάδες λιγνίτη.

Κατ’ επέκταση υπάρχει σαφής αποτυχία σε επίπεδο πολιτικής ΕΕ όσον αφορά στην επίτευξη εθνικών στόχων, ιδίως στις ΑΠΕ, δεδομένου ότι παρατηρούνται συγκρούσεις μεταξύ αυστηρών δημοσιονομικών κανόνων και επιτρεπόμενων επιπέδων ελλείμματος.

Για το λόγο αυτό, όπως υποστηρίζει η μελέτη θα πρέπει η Κομισιόν να λάβει υπ’ όψιν αυτές τις ιδιαιτερότητες κατά το σχεδιασμό της απανθρακοποίησης. Προκειμένου οι ΑΠΕ να επιτύχουν μεγαλύτερη διείσδυση στο ενεργειακό μείγμα της ΝΑ Ευρώπης και ως εκ τούτου να διευκολύνουν τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στην περιοχή θα απαιτηθούν σαφή μέτρα πολιτικής με την υποστήριξη κονδυλίων της ΕΕ.

Θετικές οι επενδυτικές προοπτικές στην ενέργεια

Παρ’ όλα αυτά οι επενδυτικές προοπτικές φαίνονται θετικές μεταξύ 2016 και 2025 και παρουσιάζουν βελτίωση σε σύγκριση με τις προβλέψεις που πραγματοποιήθηκαν το 2011. Η συνολική εκτιμώμενη χρηματοδότηση (για επενδύσεις σε ΑΠΕ, θερμικά, υδρογονάνθρακες κλπ) στην περιοχή της από 267 δις. ευρώ έως 321 δις. ευρώ. Η εκτίμηση έγινε με βάσει δύο σενάρια, ένα βασικό, το οποίο βασίζεται στις οικονομικές συνθήκες του 2014, όπου το μέσο πραγματικό ΑΕΠ ήταν 1,0% σε ετήσια βάση και ένα πιο αισιόδοξο σενάριο, το οποίο προϋποθέτει έναν υψηλότερο ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης (κατά μέσο όρο 3% σε ετήσια βάση) κατά τα διάρκεια της επόμενης δεκαετίας (2016-2025).

Όσον αφορά στην Ελλάδα, το βασικό σενάριο προβλέπει επενδύσεις ύψους 23,3 δις. ευρώ και το αισιόδοξο σενάριο προβλέπει επενδύσεις ύψους 30,1 δις. ευρώ ενώ για μια συγκριτική προσέγγιση αξίζει να αναφερθεί ότι για την Τουρκία (η οποία μελετάται επίσης ως σημαντική αγορά), προβλέπονται επενδύσεις από 124 έως 141 δις. ευρώ.

(από www.insider.gr)