ΥΠΟ ΤΟ ΠΡΙΣΜΑ των σύγχρονων ευρωπαϊκών εξελίξεων σε επίπεδο προώθησης της βιώσιμης ανάπτυξης, η Ελλάδα καλείται να αξιοποιήσει τη γεωπολιτική της θέση, προκειμένου να βοηθήσει την Ευρώπη να επιτύχει τους ενεργειακούς και κλιματικούς της στόχους και ως ένας σημαντικός ενεργειακός και μεταλλευτικός κόμβος εμπορικών διαδρόμων και λιμανιών που εξυπηρετούν τις μεταφορές, να συμβάλει στην ευρωπαϊκή ενεργειακή ασφάλεια και τη στρατηγική αυτονομία.
ΠΡΟΣΦΑΤΑ, ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) Μάριο Ντράγκι, στην έκθεσή του «The futureof European competitiveness», τόνισε την ανάγκη για ενίσχυση της ασφάλειας των κρίσιμων πρώτων υλών, με απώτερο στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης στο μέλλον, χαρακτηρίζοντας «υπαρξιακή πρόκληση» το σχέδιο για την επίτευξη των κλιματικών στόχων της Ευρώπης.
ΣΥΜΦΩΝΑ με την ετήσια έκθεση 2023 του Ινστιτούτου Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης (ΙΕΝΕ) για τον ενεργειακό τομέα, οι εκπομπές άνθρακα από ορυκτά καύσιμα καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο ποσοστό των συνολικών παγκόσμιων εκπομπών τα τελευταία χρόνια, αντιπροσωπεύοντας περίπου το 91% των εκπομπών αυτών το 2022.
ΜΕ ΔΕΔΟΜΕΝΕΣ, λοιπόν, τις περιβαλλοντικές προκλήσεις, η ψήφιση του ευρωπαϊκού κανονισμού για τις κρίσιμες πρώτες ύλες (CRMA), τον Μάρτιο του 2024, ήρθε για να διαμορφώσει ένα νέο πλαίσιο για την απανθρακοποίηση και τη στροφή της Ευρώπης στην πράσινη μετάβαση.
Θέτει στο κέντρο βάρους πρακτικές που συμβάλλουν: 1) στην αύξηση, στη διαφοροποίηση και την αυτονομία του εφοδιασμού της Ε.Ε. με κρίσιμες πρώτες ύλες, 2) στην ενίσχυση της κυκλικότητας, συμπεριλαμβανομένης της ανακύκλωσης και 3) στην υποστήριξη της έρευνας και της καινοτομίας για την αποδοτική χρήση των διαθέσιμων πόρων για το σύνολο της Ευρώπης και κάθε χώρας ξεχωριστά.
Η ΕΞΑΡΤΗΣΗ της Ευρώπης σε κρίσιμες πρώτες ύλες (π.χ. χαλκό, λίθιο, κοβάλτιο κ.ά.) από τρίτες χώρες είναι μεγάλη και μπορεί να φτάσει και το 98% (συγκεκριμένα από Κίνα αλλά και Τουρκία), θέτοντας τροχοπέδη στην ανάπτυξη μιας ανταγωνιστικής πολιτικής της Ε.Ε. σε βιομηχανίες, όπως αυτή των ηλεκτρικών οχημάτων, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας κ.ά. Επί παραδείγματι, μια μόνο ανεμογεννήτρια απαιτεί έως και 4,7 τόνους χαλκού.
Τα ηλεκτρικά οχήματα χρειάζονται 2,5 φορές περισσότερο χαλκό από τα συμβατικά αυτοκίνητα, ενώ και οι φωτοβολταϊκές εγκαταστάσεις που τροφοδοτούν το ανανεώσιμο μέλλον μας εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από κρίσιμα ορυκτά. Αυτό είναι μη βιώσιμο για μια ήπειρο που στοχεύει να ηγηθεί της πράσινης μετάβασης.
Η ΕΥΡΩΠΗ, όπως τονίζει η έκθεση Draghi, πρέπει να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις που αφορούν την εφοδιαστική αλυσίδα κρίσιμων πρώτων υλών. Οι εξορυκτικές εταιρείες της γηραιάς ηπείρου πρέπει να συνεργαστούν με τα θεσμικά όργανα για να επιταχυνθούν οι διαδικασίες αδειοδότησης για νέες εξορύξεις.
Η Ε.Ε. πρέπει επίσης να επενδύσει σε έρευνα και καινοτομία, διασφαλίζοντας πως οι νέες τεχνολογίες εξόρυξης θα είναι πιο φιλικές προς το περιβάλλον. Η δημιουργία στρατηγικών αποθεμάτων χαλκού, όπως προτείνεται από την έκθεση, αποτελεί σημαντικό βήμα για την αντιμετώπιση των ελλείψεων. Ωστόσο, η πολιτική αυτή πρέπει να εφαρμοστεί με προσοχή ώστε να μην προκληθούν στρεβλώσεις στην αγορά.
ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ σε νέες τεχνολογίες ανακύκλωσης και εναλλακτικών υλικών και συνέργειες μεταξύ βιομηχανικών κλάδων σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, για την εξασφάλιση της εφοδιαστικής αλυσίδας βασικών πρώτων υλών, μπορούν να γίνουν το μέσο προκειμένου η Ε.Ε. να αξιοποιήσει το δυναμικό των εγχώριων ορυκτών πόρων της.
Η ΕΞΟΡΥΚΤΙΚΗ δραστηριότητα, οι πρακτικές ανακύκλωσης και καινοτομίας σε εναλλακτικά υλικά, μπορούν να αποτελέσουν τη βάση για ένα κοινό σχέδιο, που θα προαγάγει αφενός την απανθρακοποίηση και αφετέρου την ανταγωνιστικότητα στην Ευρώπη.
(από την εφημερίδα "ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ")