Αυστηρότερο και ακριβότερο χρηματιστήριο ρύπων, με ειδικές προβλέψεις για τη βιωσιμότητα της ενεργοβόρου βιομηχανίας και ειδικές ρήτρες που καθιστούν τα ρυπογόνα εργοστάσια ηλεκτροπαραγωγής λιγότερο οικονομικά, περιλαμβάνονται στο νέο πακέτο συμφωνίας, στο οποίο φέρεται να έχει καταλήξει μετά από εντατικές διαπραγματεύσεις η Ε.Ε.

Αυστηρότερο και ακριβότερο χρηματιστήριο ρύπων, με ειδικές προβλέψεις για τη βιωσιμότητα της ενεργοβόρου βιομηχανίας και ειδικές ρήτρες που καθιστούν τα ρυπογόνα εργοστάσια ηλεκτροπαραγωγής λιγότερο οικονομικά, περιλαμβάνονται στο νέο πακέτο συμφωνίας, στο οποίο φέρεται να έχει καταλήξει μετά από εντατικές διαπραγματεύσεις η Ε.Ε.

Οι αλλαγές αυτές, που διέρρευσαν στον ευρωπαϊκό τύπο την περασμένη εβδομάδα, δημιουργούν νέα δεδομένα συνολικά για την ηλεκτροπαραγωγή, πολλώ δε μάλλον για τις χώρες που στηρίζουν το ηλεκτρικό τους σύστημα στον ρυπογόνο άνθρακα ή λιγνίτη, όπως η Ελλάδα.

Εάν μάλιστα συνυπολογιστεί το γεγονός ότι βρίσκεται σε εξέλιξη η διαδικασία για την πώληση του 40% των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ, είναι σαφές ότι η χρονική συγκυρία είναι μάλλον αρνητική με κίνδυνο να επηρεάσει το επενδυτικό ενδιαφέρον αλλά και το τίμημα της πώλησης, που θα εισπράξει η ΔΕΚΟ των σοβαρών οικονομικών προβλημάτων.

Σύμφωνα λοιπόν με τις διαρροές που έγιναν από την Ε.Ε. οι διαπραγματεύσεις για την τροποποίηση του συστήματος εμπορίας ρύπων της Ένωσης είχαν αίσιο τέλος και τα κράτη μέλη έχουν καταλήξει σε ένα νέο φιλόδοξο σχέδιο με στόχο να δοθεί νέα ώθηση στο περίφημο ETS και στις τιμές δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων, ώστε το χρηματιστήριο των ρύπων να προσαρμοστεί στους νέους φιλόδοξους στόχους για την κλιματική αλλαγή.

Μάλιστα οι πληροφορίες αυτές οδήγησαν σε αύξηση των τιμών των δικαιωμάτων την περασμένη Πέμπτη και Παρασκευή, τα οποία έφτασαν μία ανάσα από τα 8 ευρώ ο τόνος, τιμή που απέχει βεβαίως από τις τιμές στόχους των 25 και 30 ευρώ ο τόνος που είχαν τεθεί στο πλαίσιο της τρίτης φάση του συστήματος εμπορίας ρύπων, που διανύουμε.

Πάντως στις τρέχουσες διαπραγατεύσεις, η ΕΕ προσπάθησε ώστε οι αλλαγές που θα γίνουν να μην επηρεάζουν την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας και τις θέσεις εργασίας και για αυτό το λόγο έχουν γίνει προβλέψεις για την ανταμοιβή των ενεργοβόρων βιομηχανιών και για τους κλάδους που κινδυνεύουν από τον ανταγωνισμό εκτός ΕΕ.

Η συμφωνία θα πρέπει να εγκριθεί από τις μόνιμες αντιπροσωπείες των εθνικών κυβερνήσεων αναμένεται να τεθεί προς έγκριση από το Ευρωκοινοβούλιο αλλά και από το Συμβούλιο των Υπουργών της ΕΕ.

 

Οι αποφάσεις

Το βασικό εργαλείο της μεταρρύθμισης με στόχο να ενισχυθεί το χρηματιστήριο ρύπων είναι ότι μέσα στην επόμενη πενταετία θα διπλασιαστεί ο αριθμός των δωρεάν δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων που θα αποσυρθεί στο λεγόμενο Αποθεματικό Σταθερότητας της Αγοράς. Αυτό εκτιμάται ότι θα δώσει νέα ώθηση στην τιμή των δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων.

Αύξηση των δικαιωμάτων που θα είναι διαθέσιμα για τη βιομηχανία κατά 150 εκατομμύρια. Εφόσον δεν αξιοποιηθούν για μηχανισμούς που μειώνουν αυτόματα τα κόστη για τη βιομηχανία, τα δικαιώματα θα αξιοποιηθούν σε ταμεία καινοτομίας και εκσυγχρονισμού.

Προσαρμογή των ορίων που καθορίζουν τον αριθμό των δωρεάν δικαιωμάτων μεταξύ 0,2 και 1,6% κάθε χρόνο από το 2008 έως και το μέσο της περιόδου κατά την οποία διανέμονται δωρεάν

Κατανομή στην Ελλάδα των εσόδων από την πώληση 25 εκατ. αχρησιμοποιήτων δικαιωμάτων από την περίοδο 2013 - 2020.

Συγχώνευση του ταμείου μετάβασης με το ταμείο εκσυγχρονισμού. Δε θα δίνονται χρηματοδοτήσεις για παραγωγούς ενέργειας που χρησιμοποιούν ορυκτά καύσιμα εκτός από έργα που περιλαμβάνουν τηλεθέρμανση σε κράτη με ΑΕΠ 30% κάτω του Ευρωπαϊκού μέσου όρου το 2013.

Εισαγωγή αυστηρότερων κριτηρίων εκπομπής ρύπων για έργα αξίας άνω των 12,5 εκατ. ευρώ που κατασκευάζουν επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας που λαμβάνουν δωρεάν δικαιώματα. Τέτοια έργα πλέον δε θα βελτιώνουν την οικονομική βιωσιμότητα ηλεκτροπαραγωγών με υψηλές εκπομπές ρύπων.

 

Τι σημαίνουν οι αλλαγές για την Ελλάδα

Αν και από τις διαρροές δεν υπάρχει ακόμη πλήρης και συνολική εικόνα για το νέο σύστημα εμπορίας ρύπων, είναι σαφές ότι η Ελλάδα ως χώρα που εξαρτάται σημαντικά από την ηλεκτροπαραγωγή από λιγνίτη, επηρεάζεται από τις επικείμενες αποφάσεις.

Στα θετικά για τη χώρα περιλαμβάνονται πρώτον η απόφαση για επιστροφή δικαιωμάτων της τρίτης περιόδου και δεύτερον η απόφαση για χρηματοδότηση επενδύσεων που θα περιλαμβάνουν τηλεθέρμανση. Εντούτοις ακόμη δεν είναι σαφές εάν η Ελλάδα πληρεί τα κριτήρια επιλεξιμότητας για χρηματοδότηση από το νέο ταμείο μετάβασης ενώ επιπρόσθετα είναι σαφές ότι επηρεάζεται αρνητικά η διαδικασία πώλησης του 40% των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ. Και αυτό διότι πλέον είναι φανερό ότι η ρυπογόνος λιγνιτική ηλεκτροπαραγωγή χάνει έδαφος και γίνεται λιγότερο ανταγωνιστική με υψηλές τιμές δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων.

Θυμίζουμε ότι βρίσκονται σε εξέλιξη μεταξύ της Κομισιόν, της κυβέρνησης και της ΔΕΗ διαπραγματεύσεις για την πώληση μονάδων, που σύμφωνα με πληροφορίες έχουν καταλήξει στη λύση της πώλησης των μονάδων Μελίτη 1, Μεγαλόπολη 3,4 καθώς και μία άδεια για κατασκευή 2ης μονάδας στη Φλώρινα. Παράλληλα η κυβέρνηση έχει διαπραγματευτεί και φαίνεται να επιτυγχάνει την αύξηση της διάρκειας ζωής για τη μονάδα του Αμύνταιου, που βρίσκεται σε περιορισμένο καθεστώς λειτουργίας για περιβαλλοντικούς λόγους. Το μέλλον για τις μονάδες του Αμύνταιου αλλά και της Καρδιάς, θα εξαρτηθεί τόσο από τις διαπραγματεύσεις Κομισιόν - Ελλάδας όσο και από τις οριστικές αποφάσεις για το σύστημα εμπορίας ρύπων και το ταμείο μετάβασης.

 

(Πηγή: capital.gr)