Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρακολουθούν παράγοντες της ενεργειακής αγοράς τις εξελίξεις γύρω από το market test για την «αποεπένδυση» κατά 40% του λιγνιτικού δυναμικού της ΔΕΗ. Οι επόμενες κινήσεις των εταιρειών που έχουν λάβει τις προσκλήσεις από τη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Κομισιόν, η οποία «τρέχει» τις διαδικασίες, θα είναι καθοριστικές.

Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρακολουθούν παράγοντες της ενεργειακής αγοράς τις εξελίξεις γύρω από το market test για την «αποεπένδυση» κατά 40% του λιγνιτικού δυναμικού της ΔΕΗ. Οι επόμενες κινήσεις των εταιρειών που έχουν λάβει τις προσκλήσεις από τη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Κομισιόν, η οποία «τρέχει» τις διαδικασίες, θα είναι καθοριστικές.

Οι εγχώριοι ισχυροί παίκτες ωστόσο εμφανίζονται ιδιαιτέρως διστακτικοί όσον αφορά τη συμμετοχή τους στο market test. Ανώτατα στελέχη της Elpedison, αλλά και των ΕΛΠΕ, διευκρίνιζαν την Τρίτη, μιλώντας σε δημοσιογράφους, ότι για εκείνους στην υπόθεση «λιγνίτες» έχουν πέσει τίτλοι τέλους.

«Εξετάσαμε όλα τα δεδομένα και διαπιστώσαμε ότι ακόμη και με τη σημερινή χαμηλή τιμή δικαιωμάτων εκπομπών επικίνδυνων αερίων (7 με 7,5 ευρώ ανά τόνο) ή ακόμη και χαμηλότερα, η επένδυση βγαίνει οριακά. Οταν ο ευρωπαϊκός στόχος είναι να αυξηθεί η τιμή των δικαιωμάτων σε διψήφιες τιμές μετά το 2020, αντιλαμβάνεστε ότι δεν συμφέρει να... παίζουμε με το κάρβουνο» σημειώνουν με νόημα. Οπως αναφέρει η ίδια πηγή, οι Ιταλοί της Edison θεωρούν ότι η επένδυση στον λιγνίτη δεν είναι συμφέρουσα, με δεδομένο τον ευρωπαϊκό στόχο για απανθρακοποίηση της ενέργειας, στο πλαίσιο της Συμφωνίας του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή.

Πάντως, στελέχη της κυβέρνησης, αλλά και παράγοντες της ΔΕΗ, διαμηνύουν σε όλους τους τόνους ότι, από το market test θα βγει λευκός καπνός, αν και θεωρούν ότι το ενδιαφέρον θα προέλθει από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, της Νοτιοανατολικής Ασίας ή της Αμερικής.

Δεν είναι τυχαίο ότι στη Γερμανία λιγνιτικές μονάδες 8.000 MW κατέληξαν στα χέρια Τσέχων, όταν η ιδιοκτήτρια σουηδική εταιρεία Vattenfall τα πούλησε λόγω της «καθαρής» πολιτικής που ακολουθεί η κυβέρνηση της Σουηδίας. Εν τούτοις, όπως αναφέρουν οι κακές γλώσσες στη Γερμανία, οι τσέχοι επενδυτές δεν στηρίζονται στη βιωσιμότητα της επένδυσης, καθώς γνωρίζουν ότι με τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς η λιγνιτική δραστηριότητα είναι «πεθαμένη». Θεωρούν ωστόσο ότι θα έχουν τη στήριξη της γερμανικής κυβέρνησης, καθώς το κλείσιμο των μονάδων θα έχει οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις στη χώρα.

Χριστουγεννιάτικο «δώρο» στον λιγνίτη

Σε κάθε περίπτωση, οι υποψήφιοι αγοραστές των προς πώληση μονάδων της ΔΕΗ (δύο μονάδες της Μεγαλόπολης, η «Μελίτη Ι», η άδεια για τη «Μελίτη ΙΙ» μαζί με τα ορυχεία τους) έχουν από την περασμένη Δευτέρα ένα «ατού» στα χέρια τους, καθώς οι υπουργοί Ενέργειας των κρατών-μελών πρότειναν τη συνέχιση των επιδοτήσεων προς τις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με καύσιμο τον άνθρακα.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή απαιτούσε από τις κυβερνήσεις να δικαιολογούν επαρκώς τις δημόσιες πληρωμές προς τους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής που προορίζονται για εφεδρεία. Οι υπουργοί αφαίρεσαν από το κείμενο την αναφορά στο ανώτατο όριο των 550 γραμμαρίων διοξειδίου του άνθρακα ανά κιλοβατώρα (CO2/kWh) που είχε θέσει η Κομισιόν για τις μονάδες που θα δέχονται αυτές τις επιδοτήσεις. Με το κείμενο που συμφώνησαν οι υπουργοί Ενέργειας, ο περιορισμός των 550 γραμμαρίων CO2/kWh θα ισχύσει για όλα τα νέα εργοστάσια άνθρακα που τίθενται σε λειτουργία μετά το 2025, ενώ για τα υφιστάμενα εργοστάσια μετά το 2035. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε προτείνει η απαγόρευση να ισχύσει από το 2020 για τα νέα εργοστάσια.

Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι πιο ρυπογόνες και μη αποδοτικές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής θα μπορούν να δέχονται δημόσιες επιδοτήσεις εκατομμυρίων ευρώ ετησίως, με σκοπό να παραμένουν οικονομικά βιώσιμες. Εξαιρετικά σημαντικά είναι και τα βήματα που θα γίνουν εντός του 2018. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει να ανακοινώσει τη θέση του έως τον Φεβρουάριο και οι υπουργοί Ενέργειας αναμένεται να επικυρώσουν την απόφαση αυτής της εβδομάδας, κατά τη διάρκεια της συνόδου της 26ης Φεβρουαρίου, προτού ξεκινήσουν οι διαδικασίες του τριμερούς διαλόγου την ερχόμενη άνοιξη.

Για την... τιμή του ΔΕΣΦΑ

Οι προσπάθειες για μια «τίμια» τιμή για τον ΔΕΣΦΑ συνεχίζονται από την κυβέρνηση. Οι ενέργειες για την ενίσχυση του ανταγωνισμού μεταξύ των δύο σχημάτων που έχουν περάσει στη δεύτερη φάση του διαγωνισμού εντείνονται. Σύμφωνα με πληροφορίες, η ρουμανική Transgaz, η οποία είχε εκδηλώσει ενδιαφέρον στην πρώτη φάση του διαγωνισμού, συζητεί το ενδεχόμενο να συμπράξει με την ισπανική Regasificadora del Noroeste, με προοπτική να «χτυπήσουν» τον δυνατό παίκτη, δηλαδή την επικρατέστερη κοινοπραξία των τεσσάρων εταιρειών (της ιταλικής Snam, της ισπανικής Enagás Internacional, της βελγικής Fluxys και της ολλανδικής Gasunie).

Σε κάθε περίπτωση, η τελευταία φάση της υποβολής των δεσμευτικών προσφορών για την απόκτηση του 66% του ΔΕΣΦΑ παρατείνεται έως τις 14 Φεβρουαρίου (από 22 Δεκεμβρίου), έπειτα από απαίτηση των δύο διεκδικητών του Διαχειριστή.

Η συγκεκριμένη ημερομηνία, όπως επισημαίνουν κύκλοι των ΕΛΠΕ, κρίνεται οριακή, καθώς αν παραταθεί έστω και λίγο, τότε θα πρέπει το due diligence (έλεγχος οικονομικών στοιχείων και πληροφοριών) να γίνει βάσει των οικονομικών στοιχείων του 2017, οπότε η διαδικασία θα καθυστερήσει δύο με τρεις μήνες. «Γι' αυτό δεν έχουμε ακόμη ολοκληρώσει τη δική μας αποτίμηση. Αλλωστε, τα οικονομικά στοιχεία για τον ΔΕΣΦΑ του 2017 είναι καλύτερα από του 2016» σημειώνει η ίδια πηγή. Και προσθέτει: «Σε κάθε περίπτωση, η προίκα του ΔΕΣΦΑ είναι πολύ μεγάλη για να πουλήσουμε όσο-όσο. Αν το τίμημα είναι κάτω των 400 εκατ. ευρώ δεν θα πουλήσουμε».

(Πηγή: «ΤΟ ΒΗΜΑ»)