Η αυτοδέσμευση της χώρας για συνέχιση των μεταρρυθμίσεων αλλά και της αυστηρής δημοσιονομικής πολιτικής θα είναι στην ουσία οι βασικοί άξονες του προγράμματος που θα ακολουθήσει η χώρα μετά την έξοδο από το μνημόνιο τον ερχόμενο Αύγουστο. Στην ουσία θα πρόκειται για ένα νέο μνημόνιο που δεν θα ονομάζεται όμως μνημόνιο αλλά θα είναι εξίσου αυστηρό με τα μνημονιακά προγράμματα.

Η αυτοδέσμευση της χώρας για συνέχιση των μεταρρυθμίσεων αλλά και της αυστηρής δημοσιονομικής πολιτικής θα είναι στην ουσία οι βασικοί άξονες του προγράμματος που θα ακολουθήσει η χώρα μετά την έξοδο από το μνημόνιο τον ερχόμενο Αύγουστο. Στην ουσία θα πρόκειται για ένα νέο μνημόνιο που δεν θα ονομάζεται όμως μνημόνιο αλλά θα είναι εξίσου αυστηρό με τα μνημονιακά προγράμματα. Δύο θέματα που θα κρίνουν τις λεπτομέρειες του συγκεκριμένου προγράμματος θα είναι το ύψος των πόρων που θα διατεθούν στην Ελλάδα από τα κοινοτικά κονδύλια στην νέα προγραμματική περίοδο (2020-2027) αλλά και η συμπεριφορά της χώρας αναφορικώς με το μεταναστευτικό πρόβλημα.

Τα κυβερνητικά στελέχη περιγράφουν ως έντονα αναπτυξιακό το νέο πρόγραμμα και προβάλλουν μόνο τις θετικές πλευρές. Υπόσχονται μείωση των φόρων 3,5 δις, αύξηση του κατώτατου μισθού αλλά και προσέλκυση ξένων επενδύσεων, με τις οποίες όμως ο ΣΥΡΙΖΑ ποτέ δεν είχε καλή σχέση. Το σχέδιο καταρτίζεται υπό την εποπτεία των Υπουργείων Οικονομικών και Οικονομίας, ενώ η τελική μορφή θα καθορισθεί μετά από διαβουλεύσεις με υπόλοιπα κυβερνητικά στελέχη. Κατά τις πληροφορίες οι βασικοί άξονές του θα παρουσιασθούν από τον υπουργό οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο στο Eurogroup στις 27 Απριλίου στην Σόφια. Πηγές του οικονομικού επιτελείου συνδέουν την χρηματοδότηση του σχεδίου με την ΕΤΕπ, το ΕΣΠΑ, την υπό δημιουργία αναπτυξιακή τράπεζα αλλά και τις κατά τόπους συνεταιριστικές τράπεζες. Αντιθέτως, μικρότερο βάρος θα αναλάβουν οι συστημικές τράπεζες, λόγω του σημαντικού προβλήματος των «κόκκινων» δανείων.

Σε δημοσιονομικό επίπεδο το σχέδιο θα βασίζεται συμφώνως προς τις ίδιες πληροφορίες στις μακροοικονομικές προβλέψεις του μεσοπρόθεσμου προγράμματος που ψηφίστηκε τον Μάιο του 2017 και θα συζητηθεί προκειμένου να εγκριθεί με τους «θεσμούς» πριν από το νέο μεσοπρόθεσμο που θα καλύπτει την περίοδο 2019-2022.

Στόχος της Κυβερνήσεως είναι μέσω του συγκεκριμένου προγράμματος να σταλεί στους εταίρους και τις αγορές το μήνυμα ότι η χώρα είναι αποφασισμένη να τηρήσει απολύτως τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει τόσο όσον αφορά στους δημοσιονομικούς στόχους όσο και αναφορικώς με την συνέχιση και ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων και του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων.

Η κυβέρνηση διαμηνύει ότι το νέο αναπτυξιακό μοντέλο θα αποτελεί «ιδιοκτησία» της, με αλλαγή προσανατολισμού προς την στήριξη της μεσαίας τάξεως. Έτσι, όπως αναφέρουν από την Κυβέρνηση, εκτός από τις μειώσεις των φορολογικών συντελεστών και την ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και του αγροτικού κόσμου, θα υπάρχουν και παρεμβάσεις στην δημόσια διοίκηση (για τον περιορισμό της γραφειοκρατίας) καθώς και στους τομείς της υγείας και της παιδείας. Κυβερνητικοί παράγοντες υποστηρίζουν ότι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αποτελούν την «ραχοκοκαλιά της οικονομίας»