του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Το 2007 ξεκινά ως γερμανικόν έτος. Από την 1η Ιανουαρίου, η Γερμανία αναλαμβάνει την προεδρία της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (ΕΕ), ενώ ο Γερμανός ευρωβουλευτής και πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος –στο οποίο ανήκει και η Νέα Δημοκρατία– κ. Πέττερινγκ θα χρισθεί πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Η γερμανική προεδρία, η οποία προετοιμάσθηκε με μοναδική σχολαστικότητα, έχει πολλές φιλοδοξίες. Όπως υπογράμμισε προσφάτως ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών, κ. Φρανκ-Βάλτερ Στάϊνμαγιερ, η Γερμανία θα κάνει ό,τι μπορεί για να βγει η Ευρώπη από το σημερινό θεσμικό της αδιέξοδο. Στο πλαίσιο αυτό, η γερμανική προεδρία θα παρουσιάσει προς τον Μάϊο 2007 ένα σχέδιο ευρωσυντάγματος, με την βεβαιότητα ότι αυτό θα είναι εφαρμόσιμο. Ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών ζήτησε από τις κυβερνήσεις των χωρών μελών να ορίσουν έναν υπεύθυνο, σε κυβερνητικό επίπεδο, ο οποίος θα ασχολείται με θεσμικά θέματα και με προτάσεις τις οποίες θα προτείνει η γερμανική προεδρία. Ωστόσο, η Γερμανία δείχνει να είναι ανήσυχη με την έκβαση των γαλλικών προεδρικών εκλογών, δεδομένου ότι τόσον ο κ. Νικολά Σαρκοζύ όσο και η κ. Σεγκολέν Ρουαγιάλ έχουν για το ευρωσύνταγμα απόψεις οι οποίες απέχουν από τις αντίστοιχες γερμανικές. Η υποψηφία του Γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος επιθυμεί ένα κοινωνικότερο ευρωσύνταγμα, με σαφή αριστερό προσανατολισμό, ενώ ο κ. Σαρκοζύ κάνει λόγο για μία μίνι-συμφωνία, την οποίαν ήδη έχει απορρίψει η γερμανική πλευρά. Κατά τον κ. Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμαγιερ, η σημερινή Ευρώπη παρουσιάζει ισχυρά χαρακτηριστικά παραλυσίας, τα οποία, μετά την νέα διεύρυνση και την είσοδο στην ΕΕ της Ρουμανίας και της Βουλγαρίας, μπορούν να πάρουν επικίνδυνες διαστάσεις. Από οικονομικής πλευράς, παρά τους φιλόδοξους στόχους που έθεσε το Συμβούλιο της Λισσαβώνας το 2000 για την ανάπτυξη, την ανταγωνιστικότητα, την απασχόληση και την κοινωνική συνοχή, η ΕΕ παρουσιάζει χαμηλές επιδόσεις, με αποτέλεσμα η Ευρώπη να ανταποκρίνεται δύσκολα στην πρόκληση της παγκοσμιοποιήσεως. Η τελευταία πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την δημιουργία Ταμείου Παγκοσμιοποιήσεως, είναι μεν θετική αλλά πρέπει να συνοδευθεί και από δυναμικότερες ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες, σε επίπεδο ιδιωτικών επιχειρήσεων. Ως γνωστόν, το 2007 συμπληρώνονται 50 χρόνια από την υπογραφή της Συμφωνίας της Ρώμης, στις 25 Μαρτίου 1957. Εμείς, οι σημερινοί Ευρωπαίοι, χρωστάμε πολλά στην τόλμη και το πρωτοπόρο πνεύμα των πατέρων της Ευρώπης. Θέλησαν και επέτυχαν, παρά τις δυσκολίες, η ελεύθερη κυκλοφορία ανθρώπων, αγαθών, υπηρεσιών και κεφαλαίων να τεθεί ως βασικός σκοπός της ευρωπαϊκής ενοποιήσεως. Η ελεύθερη οικονομία οδήγησε στην οικονομική ανάπτυξη, στην οποία βασίστηκε η ευδοκίμησις του κράτους-πρόνοια, το οποίο κάλυψε ολόκληρη σχεδόν την ευρωπαϊκή κοινωνία. Δυστυχώς, όμως, όπως πολύ σωστά επισημαίνει και ο πολιτικός αναλυτής κ. Νίκος Γιαννής, στις σημερινές συνθήκες οι ανωτέρω τέσσερις μορφές ελεύθερης κυκλοφορίας απειλούνται, ενώ απουσιάζουν οι ηγέτες οι οποίοι θα μπορούσαν εκ νέου να πάρουν την Ευρώπη στην πλάτη τους. Κατ΄ επέκτασιν, ενώ τα τελευταία τρία χρόνια η ΕΕ σχεδόν διπλασιάζεται (από 15 σε 27 κράτη μέλη) και ο διεθνής ανταγωνισμός εντείνεται, λείπει η αποφασιστικότητα λαού και ηγεσίας να συμφωνηθεί το απαραίτητο πλέον ποιοτικό άλμα προς την πολιτική ένωση, το δε Ευρωπαϊκό Σύνταγμα ψυχορραγεί. Αριστεροί και δεξιοί δημαγωγοί επιδίδονται σε άκοπες και απλουστευτικές επιχειρήσεις πολιτικής κερδοσκοπίας, καλλιεργώντας την εσφαλμένη προκατάληψη ότι, όχι μόνον η παγκοσμιοποίησις, αλλά και η ΕΕ είναι πηγή οικονομικής ανασφάλειας. Οι δε υπόλοιποι πολιτικοί, χάριν αυτοσυντηρήσεως, σιωπούν. Έτσι, οι παλαιές χώρες της ΕΕ θέτουν περιορισμούς στην ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων, υπό το σύνδρομο του «Πολωνού υδραυλικού». Αντιθέτως, οι μελέτες δείχνουν ότι το Ηνωμένο Βασίλειο, η Σουηδία και η Ιρλανδία, χώρες οι οποίες άνοιξαν τα σύνορά τους, εμφάνισαν ταχύτερη οικονομική ανάπτυξη και μείωση της ανεργίας. Παρότι το 70% της ευρωπαϊκής οικονομίας προέρχεται από τον τομέα των υπηρεσιών, το πνεύμα του προστατευτισμού αποθαρρύνει επί δεκαετίες την πρόοδο στην πράξη της ελευθερίας αυτής, με τελικό αποτέλεσμα να υιοθετηθεί τελικώς η περιβόητη οδηγία Μπολκεστάϊν προς μία περιοριστική του δικαιώματος κατεύθυνση μάλλον, παρά προς μία κατεύθυνση ανοίγματος της αγοράς. Τέλος, και η ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων αμφισβητείται. Η Γαλλία ανακοίνωσε ότι θα προστατεύσει 11 βιομηχανίες της από την εξαγορά τους με ξένα κεφάλαια, οι Πολωνοί δυσχεραίνουν τις διασυνοριακές εξαγορές επικαλούμενοι εθνικο-προστατευτικά επιχειρήματα, ακόμη και οι φιλελεύθεροι Γερμανοί προσβλέπουν στην προστασία της κραταιάς Φολκσβάγκεν. Συνεπώς, πέρα από τα σοβαρά θεσμικά της προβλήματα, η Ευρώπη αντιμετωπίζει ένα εξίσου σοβαρό πρόβλημα ελευθερίας, το οποίον απαιτεί, για να ξεπεραστεί, τόλμη, πολιτικό θάρρος και φιλοσοφική ενόραση. Αρετές μάλλον εν ανεπαρκεία στην Ευρώπη. (από την εφημερίδα ΕΣΤΙΑ, 27/12/2006)

Διαβάστε ακόμα