Οι επιθετικές αυτές κινήσεις είναι σε μεγάλο ποσοστό ακυρώσεις συμφωνιών στις οποίες συμμετέχει η Ε.Ε. και ενίοτε είναι ο ένας εκ των δύο συμβαλλομένων. Ετσι, η επιθετική πολιτική Τραμπ αποβαίνει εις βάρος των συμφερόντων της Ε.Ε. συχνά με προεξάρχουσα τη Γερμανία. Το Βερολίνο είναι και ένθερμος υποστηρικτής των συμφωνιών που έχει ακυρώσει ο Αμερικανός πρόεδρος.
Πρώτη κίνηση αμέσως μετά την εκλογή του στο τιμόνι της υπερδύναμης, που υπήρξε καίρια προεκλογική υπόσχεσή του, ήταν να αποσύρει τις ΗΠΑ από τη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου ΗΠΑ - Ε.Ε. Πρόκειται για τη γνωστή ως ΤΤΙΡ, που πρακτικά ακυρώθηκε με την αποχώρηση της Ουάσιγκτον. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Κομισιόν, η ΤΤΙΡ είχε τη δυνατότητα να ενισχύσει την οικονομία της Ε.Ε. κατά 120 δισ. ευρώ και την οικονομία των ΗΠΑ κατά 90 δισ. ευρώ. Στην επιχειρηματολογία του κατά της πολυμερούς αυτής συμφωνίας, ο Αμερικανός πρόεδρος προέβαλε το έλλειμμα ύψους 52,5 δισ. ευρώ που παρουσιάζουν οι ΗΠΑ από το διμερές εμπόριο με την Ε.Ε.
Το επικαλείται, μάλιστα, ως απόδειξη των άνισων όρων που διέπουν το εμπόριο ανάμεσα στις δύο πλευρές του Ατλαντικού και έχει επανειλημμένως τονίσει πως η Ε.Ε. επιβάλλει στις εισαγωγές Αμερικανικών προϊόντων δασμούς πολύ υψηλότερους από εκείνους που βάζει η Ουάσιγκτον στα ευρωπαϊκά προϊόντα. Κατέληξε, έτσι, να επιβάλει δασμούς 25% στις εισαγωγές χάλυβα και 10% στις εισαγωγές αλουμινίου από την Ε.Ε. όπως και από τους άλλους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ.
Ισως εξίσου επιζήμια για τα ευρωπαϊκά συμφέροντα ήταν, όμως, η απόφαση του Αμερικανού προέδρου να αποσύρει τις ΗΠΑ από τη συμφωνία που συνήψαν το 2015 οι Ε.Ε., Κίνα, Ρωσία και ΗΠΑ με την Τεχεράνη και αφορά το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Πρόκειται για τη συμφωνία JCPOA, την οποία ο Αμερικανός πρόεδρος έχει χαρακτηρίσει «τη χειρότερη στην ιστορία» και η οποία ετέθη σε ισχύ στις αρχές του 2016.
Τότε άρχισαν να ανακαλούνται οι οικονομικές κυρώσεις κατά του Ιράν, «ξεκλειδώνοντας» έτσι μια τεράστια οικονομία και επαναφέροντας στην παγκόσμια αγορά πετρελαίου το ιρανικό πετρέλαιο. Εκτοτε επέστρεψαν στο Ιράν ευρωπαϊκοί κολοσσοί όπως η γαλλική πετρελαϊκή Total και συνήψαν συμβόλαια πολλών δισ. ευρώ. Με την ακύρωση της συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν κινδυνεύουν να ακυρωθούν άμεσα αυτά τα συμβόλαια ή να υποστούν τις κυρώσεις οι ευρωπαϊκές εταιρείες που εξακολουθούν να συνεργάζονται με ιρανικές.
Τις επιπτώσεις της πολιτικής του Τραμπ θα υποστούν, άλλωστε, οι εμπορικοί του εταίροι από την αμερικανική ήπειρο, καθώς ο Αμερικανός πρόεδρος έχει αποσύρει τις ΗΠΑ από τη βορειοατλαντική εμπορική συμφωνία, τη γνωστή ως NAFTA και βέβαια επέβαλε δασμούς στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου από τους παραδοσιακούς εμπορικούς εταίρους της Ουάσιγκτον, τον Καναδά και το Μεξικό.
Απειλές για τον Nord Stream 2
Η συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα υπήρξε επίσης θύμα του Ντόναλντ Τραμπ, καθώς ο Αμερικανός πρόεδρος έχει ανακοινώσει πως η Ουάσιγκτον θα αποχωρήσει από τη συμφωνία τον Νοέμβριο του 2020. Τόσο για την ΤΤΙΡ όσο και τη συμφωνία του Παρισιού, ο Ντόναλντ Τραμπ έχει αφήσει να εννοηθεί πως θα μπορούσε να επανεξετάσει την απόφασή του αν του προσφερθούν καλύτεροι όροι. Ο Αμερικανός πρόεδρος επιχειρεί, όμως, να υπονομεύσει και συμφωνίες μεταξύ τρίτων πλευρών. Αυτό ισχύει τουλάχιστον στην περίπτωση του αγωγού Nord Stream 2, την επέκταση δηλαδή του υπάρχοντος Nord Stream, μέσω του οποίου θα μεταφέρει ρωσικό φυσικό αέριο στη Γερμανία.
Η Ουάσιγκτον έχει απειλήσει όσες εταιρείες συμμετάσχουν στην κατασκευή του επίμαχου αγωγού ότι θα τους επιβάλει δυσθεώρητα πρόστιμα και έχει ζητήσει να περιορίσoυν τόσο η Ε.Ε. στο σύνολό της όσο και οι ευρωπαϊκές χώρες γενικότερα την ενεργειακή τους εξάρτηση από τη Ρωσία. Παρά την ευρύτερη γεωπολιτική της διάσταση, η κίνηση αυτή έχει αποδοθεί σε μεγάλο βαθμό σε επιχειρηματική σκοπιμότητα καθώς η Ουάσιγκτον προσπαθεί να εξασφαλίσει πελατεία για τους ενεργειακούς πόρους των ΗΠΑ.
(«Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», 12/06/2018)