Σύμφωνα με τις αρχικές εκτιμήσεις, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας συνέβαλαν σχεδόν κατά 118 δισεκατομμύρια κιλοβατώρες (kWh) στην ακαθάριστη παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, δηλαδή, αύξηση πάνω από 10% για την ίδια χρονική περίοδο του προηγούμενου έτους, σύμφωνα με ανακοίνωση του BDEW.
Κατά το πρώτο εξάμηνο του 2017, παρήχθησαν 107 δισεκατομμύρια kWh ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Η BDEW επισήμανε ότι το αντίστοιχο εξάμηνο του τρέχοντος έτους, ήταν η πρώτη φορά που το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας διαμορφώθηκε υψηλότερα από του λιθάνθρακα και του λιγνίτη, που αναλογούσε στο 35,1%. Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, η χερσαία παραγωγή αιολικής ενέργειας αναλογούσε στο υψηλότερο μερίδιο στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, με ποσοστό 14,7%, από 12,5% την αντίστοιχη χρονική περίοδο πέρυσι.
Το μερίδιο της ηλιακής ενέργειας ανήλθε σε 7,3%, από 6,7% πέρυσι, σε ετήσια βάση. Η βιομάζα ακολούθησε με 7,1%, από 6,9&, το 2017, ενώ η υπεράκτια αιολική ενέργεια κατείχε μερίδιο ύψους 2,9%, σε σύγκριση με το 2,7 % κατά το πρώτο εξάμηνο του 2017.
Εξαιρουμένου του άνθρακα, μείωση κατέγραψε και το φυσικό αέριο, υποχωρώντας στα 40 δισεκατομμύρια kWh από 44 εκατομμύρια kWh, το 2017, με το μερίδιό του να πέφτει στο 12,3% από 13,5% πέρυσι, σε ετήσια βάση.
Εξ άλλου, η πυρηνική ενέργεια παρείχε περίπου 37 δισ. KWh ηλεκτρικής ενέργειας κατά το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους, με το μερίδιό της να αυξάνεται στο 11,3% από 10,2% το πρώτο εξάμηνο του περασμένου έτους.
Ο πρόεδρος του BDEW, κ. Stefan Kapferer, δήλωσε ότι τα στοιχεία αυτά παρέχουν μια «εντυπωσιακή» απόδειξη ότι η καθοδηγούμενη από την αγορά σταδιακή κατάργηση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από άνθρακα «βρίσκεται ήδη σε πλήρη εξέλιξη».
«Αυτό που είναι πιο επείγον από ποτέ, είναι η επιτάχυνση της επέκτασης του δικτύου προκειμένου να ενσωματωθούν οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στο ενεργειακό σύστημα», πρόσθεσε ο ίδιος.
Η Γερμανία έχει θέσει ως στόχο τη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου κατά 40% έως το 2020, από τα επίπεδα του 1990.