Οι Προβλέψεις για την Πορεία του Ηλεκτρικού Συστήματος Δείχνουν Μεγαλύτερη Διείσδυση των ΑΠΕ

Οι Προβλέψεις για την Πορεία του Ηλεκτρικού Συστήματος Δείχνουν Μεγαλύτερη Διείσδυση των ΑΠΕ
του Δημήτρη Αβαρλή
Παρ, 13 Ιουλίου 2018 - 07:57

Η ανάγκη επίτευξης των στόχων της Ε.Ε. για μείωση των ρύπων, μέχρι το 2030 απασχολεί όλο και περισσότερο την ελληνική πολιτεία. Γίνεται, όμως και  αντικείμενο μελέτης από φορείς, όπως το Ινστιτούτο Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης, του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών. Σε πρόσφατη ημερίδα που οργάνωσε με θέμα «Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και ηλεκτροπαραγωγή στην πορεία επίτευξης χαμηλών εκπομπών άνθρακα έως το 2050» παρουσιάστηκαν τα αποτελέσματα έρευνας, για την πορεία του ηλεκτρικού συστήματος

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον στη συγκεκριμένη εκδήλωση προκάλεσε η ομιλία του κ. Σεβαστιανού Μοιρασγεντή, του οποίου η έρευνα στηρίχθηκε σε πέντε πιθανά σενάρια για την εξέλιξη του ηλεκτρικού συστήματος, εκ των οποίων τα δύο πρώτα παίρνουν ως δεδομένα την περιβαλλοντική αναβάθμιση και την επέκταση του χρόνου λειτουργίας των υφιστάμενων λιγνιτικών μονάδων, Το τρίτο λαμβάνει υπόψη την οικονομία του συστήματος, ενώ τα άλλα έχουν ως κοινό παρανομαστή την δημιουργία έργων εξοικονόμησης ενέργειας. Σε όλα τα σενάρια το μερίδιο της λιγνιτικής ηλεκτροπαραγωγής περιορίζεται στο 6-12% το 2035 και στο 0-11% το 2050. Επίσης, σύμφωνα με τον ερευνητή τα δύο σενάρια δεν επιτυγχάνουν αρκετούς από τους στόχους που θέτει η ΕΕ για το 2030. Σε όλα τα σενάρια, αλλά ιδιαίτερα, σε εκείνα που συνδέονται με την εξοικονόμηση επιτυγχάνεται η διείσδυση των ΑΠΕ.  Συμπεραίνει δε πως, «η εξέλιξη αυτή δεν επιβαρύνει το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας. Μάλιστα, σε σενάρια υψηλών τιμών δικαιωμάτων η μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ αποτελεί παράγοντα μείωσης του κόστους ηλεκτροπαραγωγής».

Είναι γεγονός πάντως πως στις συζητήσεις που διεξάγονται εκφράζονται επιφυλάξεις από παράγοντες της αγοράς στο κατά πόσο μπορούν να επιτευχθούν οι στόχοι, εξαιτίας των εμποδίων που έχουν πολλάκις επισημανθεί, όπως είναι το ζήτημα της γραφειοκρατίας.

Παράλληλα, ένα άλλο ζήτημα το οποίο απασχολεί τις περιοχές που θα επηρεαστούν άμεσα από τη μείωση της λιγνιτικής παραγωγής είναι τι αντισταθμιστικά οφέλη θα δοθούν, ώστε να περιοριστούν οι συνέπειες της μείωσης.  Ήδη έχει ξεκινήσει η διαβούλευση για το Εθνικό Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης, που σύμφωνα με τον αναπληρωτή υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας Σωκράτη Φάμελλο έχει εξασφαλισμένους πόρους 60 εκατ. ευρώ, για την τριετία 2018-2020. «Στόχος μας είναι να χρηματοδοτήσουμε δράσεις και μέτρα που να εξασφαλίζουν μακροπρόθεσμη και βιώσιμη εργασία και να έχουν θετικό περιβαλλοντικό και κλιματικό πρόσημο», ανέφερε στις αρχές του Ιουνίου ο κ. Φάμελλος σημειώνοντας πως οι πόροι του ταμείου θα προέρχονται από ένα μέρος των εσόδων από τον εκπλειστηριασμό δικαιωμάτων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.

Μέχρι τώρα αρκετοί φορείς, στο πλαίσιο της διαβούλευσης, έχουν στείλει επιστολές προς το υπουργείο, στις οποίες γίνεται αναφορά στο θέμα της διαχείρισης του ειδικού λογαριασμού, που προβλέπεται να γίνεται κεντρικά. Ο Περιφερειάρχης Δυτικής Μακεδονίας, Θοδωρής Καρυπίδης προτείνει, όμως, για τα έργα δημόσιου χαρακτήρα «να εξασφαλίζεται συνεχής τοπική – αποκεντρωμένη μόχλευση και ωρίμανση της αναπτυξιακής στρατηγικής». Αντιστοίχως, για τα έργα ιδιωτικού χαρακτήρα προτείνει να δημιουργηθεί ένας αποκεντρωμένος μηχανισμός. Το αίτημα αυτό επαναλαμβάνεται, τέλος και από το παράρτημα του ΤΕΕ στη Δυτική Μακεδονία, το οποίο επισημαίνει πως πρέπει «ο φορέας που θα διαχειρίζεται και θα εποπτεύει το συνολικό εγχείρημα να εδρεύει στην περιοχή ενδιαφέροντος».