Η αναγέννηση του φυσικού αερίου στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη των 28 είναι μάλλον …απίθανη. Τα περιθώρια για περαιτέρω ανάπτυξή του είναι ελάχιστα και υπολογίζονται σε περίπου 40 δισεκ. κυβικά μέτρα (bcm) σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή ήπειρο έως το 2030 (το 2017 η ευρωπαϊκή ζήτηση κυμάνθηκε γύρω στα 483 δισεκ. bcm)

Αυτό καταδεικνύει νέα μελέτη του Κέντρου για την Παγκόσμια Ενεργειακή Πολιτική του Πανεπιστημίου Κολούμπια, σύμφωνα με την οποία κρίσιμοι παράγοντες για να καθοριστεί εάν η ζήτηση για φυσικό αέριο θα αυξάνεται ή θα μειώνεται τα επόμενα χρόνια θα είναι οι τιμές των καυσίμων, τα επιτόκια και οι τιμές δικαιωμάτων εκπομπών άνθρακα (μόλις την περασμένη εβδομάδα οι τιμές άνθρακα ξεπέρασαν τα 18 ευρώ ανά τόνο εκπομπών).

Πάντως, για την Ελλάδα κα την ευρύτερη περιοχή της Νότιας Ευρώπης, η αύξηση της ζήτησης φυσικού αερίου για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας είναι πιο ελπιδοφόρα, κυρίως επειδή η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας στην περιοχή μας εξακολουθεί να αυξάνεται, αν και, όπως επισημαίνουν οι επιστήμονες του Κολούμπια, ο ανταγωνισμός από τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) είναι έντονος.

Σε ένα από τα σενάρια που εξετάστηκαν -με υψηλές τιμές άνθρακα και υψηλές τιμές φυσικού αερίου, έως το τέλος του 2030- οι επενδύσεις σε ΑΠΕ είναι πιο οικονομικές από το φυσικό αέριο στο νότιο τμήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το κόστος είναι εκείνο που θα παίξει κεντρικό ρόλο τα  επόμενα χρόνια, καθώς θα καθορίσει εάν οι επενδυτές θα στραφούν στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ή (εν μέρει) στο φυσικό αέριο.

Σε κάθε περίπτωση, οι εξελίξεις που σημειώνονται στον ευρωπαϊκό κλάδο φυσικού αερίου έχουν σημαντική επιρροή στην παγκόσμια αγορά φυσικού αερίου. Την τελευταία δεκαετία, η Ευρώπη γνώρισε σημαντικές διακυμάνσεις της ζήτησης, πτώση της εγχώριας παραγωγής και έπρεπε να διαχειριστεί τις έντονες και αυξανόμενες ανησυχίες σχετικά με την εξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο αλλά και την εμφάνιση στην αγορά του υγροποιημένου φυσικού αερίου των ΗΠΑ. Εξίσου σημαντική παράμετρο αποτελεί και ο αναδυόμενος ανταγωνισμός των ανανεώσιμων καυσίμων.

Πλέον τίθενται πολλά ερωτήματα, σχετικά με το εάν η Ευρώπη χρειάζεται νέες επενδύσεις σε υποδομές φυσικού αερίου, οι οποίες αργότερα ενδέχεται να απαξιωθούν.

Στη νέα μελέτη του Κέντρου για την Παγκόσμια Ενεργειακή Πολιτική του Πανεπιστημίου Κολούμπια, οι συγγραφείς Tim Boersma, Tatiana Mitrova, Johana Typoltova, Anna Galkina και Fedor Veselov, η οποία δημοσιεύθηκε στις 7 Αυγούστου, αναλύουν τις προοπτικές για το φυσικό αέριο στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη, βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα (έως το 2030).

Οι επιστήμονες επεδίωξαν να δημιουργήσουν διάφορα σενάρια, θέτοντας τολμηρές παραμέτρους σχετικά με το κόστος των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Επίσης, έλαβαν υπόψη όλες τις προγραμματισμένες σταδιακές αποσύρσεις της υφιστάμενης θερμικής και πυρηνικής ισχύος στην Ευρώπη, ενώ στους υπολογισμούς τους έθεσαν μια …γενναία μέση τιμή άνθρακα σε δύο από τα σενάρια (επισημαίνονται και την εξαιρετικά πολύπλοκη πολιτική τιμολόγησης).  Σε γενικές γραμμές, η δημοσίευση του Κολούμπια διαπιστώνει ότι οι νέες επενδύσεις σε υποδομές φυσικού αερίου είναι πιθανώς απαραίτητες σε ορισμένα τμήματα της ΕΕ, στα νότια της Ευρώπης. Όπως σχολιάζουν οι μελετητές, οι νέες επενδύσεις είναι λιγότερο αναγκαίες στις πιο ισχυρές χώρες της Γηραιάς Ηπείρου, σε σχέση με τα λιγότερο ανεπτυγμένα κράτη του ευρωπαϊκού νότου, όπου η ζήτηση φυσικού αερίου έχει περιθώρια για ανάπτυξη.