Σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα στοιχεία, το συνολικό ποσό, σε παγκόσμιο επίπεδο, που επενδύθηκε σε εγκαταστάσεις ΑΠΕ το 2017 ξεπέρασε τα $ 300 δισ. και για μία ακόμη φορά υπερέβη αυτό το οποίο κατευθύνθηκε για τη χρηματοδότηση συμβατικών μονάδων παραγωγής ενέργειας (δηλ. από άνθρακα, φυσικό αέριο, πυρηνικά).

Με τις ΑΠΕ να είναι υπεύθυνες για την εγκατάσταση 157 GW σε όλο τον κόσμο, το έτος που πέρασε, ενώ η αντίστοιχη εγκατεστημένη ισχύς από συμβατικές μονάδες δεν ξεπέρασε τα 81 GW. Η δε παρατηρούμενη παγκοσμίως στροφή προς τις ΑΠΕ απέκτησε μια νέα δυναμική το τελευταίο διάστημα, ιδιαίτερα μετά την υπογραφή της Συνθήκης των Παρισίων για την Κλιματική Αλλαγή, γνωστής ως COP 21, το Δεκέμβριο του 2016.

Καθώς όλο και περισσότερες επιχειρήσεις επενδύουν στις ΑΠΕ, με εντεινόμενο παράλληλα ενδιαφέρον και την ανάληψη υποστηρικτικών δράσεων από κυβερνήσεις και διεθνείς οργανισμούς, αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο οι ανάγκες χρηματοδότησης τις οποίες η World Bank εκτιμά σε $ 23 τρισ. από το 2016 μέχρι το 2030. Είναι προφανές ότι τράπεζες και χρηματοδοτικοί οργανισμοί θα χρειασθούν νέα εργαλεία και προηγμένες μεθόδους αξιολόγησης προκειμένου να ικανοποιήσουν τις ανάγκες της αγοράς για κεφάλαια. Ένα από αυτά τα εργαλεία είναι τα Green Bonds, δηλ. πράσινα ομόλογα, τα οποία εκδίδονται από εταιρείες, τράπεζες και κυβερνήσεις και τείνουν να καταστούν ένα είδος benchmark, δηλ. σημείο αναφοράς, για τη χρηματοδότηση έργων ΑΠΕ, αλλά και συμβατικών ενεργειακών μονάδων που όμως έχουν ως στόχο την μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και του ανθρακικού αποτυπώματος γενικότερα.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα χρηματοδότησης συμβατικού ενεργειακού έργου μέσω Green Bonds αποτελεί το ομόλογο € 500 εκατ. που εξέδωσε η ισπανική Repsol το 2017 για την αναβάθμιση των διυλιστηρίων της με στόχο τη βελτίωση της ενεργειακής τους απόδοσης και τη μείωση των εκπομπών ρύπων κατά 1,9 εκατ. τόνους κατ’ έτος -το οποίο αντιστοιχεί με την οριστική απομάκρυνση από τους δρόμους 400.000 αυτοκινήτων. Σήμερα ολοένα και περισσότερες από τις μεγάλες ενεργειακές  εταιρείες, όπως λ.χ οι EDF, Engie, ENEL, State Grid στρέφονται προς τα Green Bonds, καθότι με αυτό τον τρόπο εξασφαλίζουν σχετικά γρήγορη χρηματοδότηση και με πιο ευνοϊκούς όρους σε σχέση με ένα κλασικό ομόλογο, ενώ παράλληλα στέλνουν ένα ηχηρό μήνυμα στις αγορές για τα περιβαλλοντικά και ενεργειακά τους διαπιστευτήρια.

Μπορεί τα Green Bonds να μην εγγυώνται την περιβαλλοντική συμμόρφωση του εκδίδοντος οργανισμού, όμως η διαδικασία πιστοποίησης που ακολουθείται σήμερα περιλαμβάνει μια σειρά από "πράσινα κριτήρια" στα οποία πρέπει να ανταποκρίνεται η επένδυση η οποία θα υποστηριχθεί από ένα πράσινο ομόλογο. Αυτή τη στιγμή πάντως δεν υπάρχει μία διεθνώς αναγνωρισμένη μεθοδολογία για την αξιολόγηση των Green Bonds, αν και υπάρχουν γνωστοί οργανισμοί όπως το International Capital Markets Association και το Climate Bonds Initiative πού έχουν ανταποκριθεί με επάρκεια σε πρόσφατες εκδόσεις πράσινων ομολόγων.

Σε κάθε περίπτωση, η διεθνής αγορά Green Bonds εξελίσσεται με ταχείς ρυθμούς με τις εκδόσεις πράσινων ομολόγων το α΄ τρίμηνο του 2018 να παρουσιάζεται αυξημένη κατά 9,4 %, που αντιστοιχεί σε $ 29,6 δισ., σε σύγκριση με την ίδια περίοδο πέρυσι και με τη συνολική αγορά σε παγκόσμιο επίπεδο να εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει τα $ 120 δισ. Τραπεζικά στελέχη στο city του Λονδίνου, με εμπειρία στις εκδόσεις πράσινων ομολόγων, κάνουν λόγο για μια αγορά όπου η ζήτηση είναι σαφώς μεγαλύτερη από την προσφορά, πράγμα που σημαίνει ότι ολοένα και περισσότερες εταιρείες και οργανισμοί που επενδύουν σε μονάδες ΑΠΕ θα προσφεύγουν σε αυτού του είδους τις χρηματοδοτήσεις.


Διαβάστε ακόμα