Η έκθεση, που συνέταξε ομάδα ερευνητών του Εθνικού Πανεπιστημίου της Αυστραλίας, υποστηρίζει ότι η διατήρηση του σημερινού ρυθμού ανάπτυξης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θα εκπληρώσει, επίσης, το στόχο που έχει τεθεί για το 2025, που προβλέπει τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου για το σύνολο της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας.
Η ερευνητική ομάδα ανέλυσε τα στοιχεία που είχε συλλάξει η Ρυθμιστική Αρχή Καθαρής Ενέργειας της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και υπολόγισε ότι το 2018 και το 2019 θα εγκατασταθεί ισχύς περί τα 10.400 μεγαβάτ, σε νέα έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Ο διευθυντής του Ινστιτούτου για την Ενεργειακή Μετάβαση, καθηγητής Κεν Μπόλντουιν, δήλωσε ότι με αυτόν τον ρυθμό, η Αυστραλία θα εκπληρώσει τον στόχο της για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αποκτώντας μερίδιο ύψους 29% για το 2020 και 50% έω το 2025. Σημειωτέον ότι η συντηρητική κυβέρνηση της Αυστραλίας είχε, παλαιότερα, χαρακτηρίσει τα εν λόγω ποσοστά, ως «ανέφικτα να επιτευχθούν», ακόμη και για το 2030.
Εξάλλου, αν η χώρα διατηρήσει την τρέχουσα δυναμική, οι εκπομπές ρύπων στην ηλεκτρική ενέργεια, θα μειωθούν κατά 26% το 2021, με το στόχο του 26%, που τέθηκε από τη Συμφωνία του Παρισίου για το Κλίμα, να δύναται να εκπληρωθεί το 2025, δηλαδή, πέντε χρόνια νωρίτερα από το αρχικό χρονοδιάγραμμα.
Ωστόσο, ενώ οι ειδικοί εκφράζουν την πίστη τους στη βιομηχανία και την τεχνολογία ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, διατηρούν ισχυρές αμφιβολίες για το βαθμό της πολιτικής δέσμευσης για τις επενδύσεις στον ηλιακό και τον αιολικό τομέα.
Οι διαφωνίες για την επίτευξη μιας συνεπούς ενεργειακής πολιτικής έχουν προκαλέσει την ανατροπή τεσσάρων διαφορετικών κυβερνήσεων στην Αυστραλία κατά την τελευταία δεκαετία.