Οι περιβαλλοντικοί περιορισμοί της ΕΕ για τις παλιές μονάδες πετρελαίου επισπεύδουν την διασύνδεση της Κρήτης με δύο έργα, την επείγουσα σύνδεση AC με Πελοπόννησο η οποία εξελίσσεται κανονικά και την σύνδεση με Αττική, την μεγάλη διασύνδεση με HVDC, όπου πρώτα πρέπει να λυθούν τα προβλήματα που ανέκυψαν. Αν και προφανή τα μεγάλα οφέλη έπρεπε να επιβληθεί από την ΕΕ η επίσπευση της διασύνδεσης, αφού λείπουν οι εγχώριες πολιτικές πρωτοβουλίες και οι δέουσες αποφάσεις με όλες τις συνέπειες. Η επένδυση για την διασύνδεση της Κρήτης έχει χρόνο αποπληρωμής περί τα 3 έως 4 χρόνια από την άμεση μείωση των ΥΚΩ και δια παντός, εξοικονομώντας πάνω από 350 εκατ.€ ετησίως προς όφελος της οικονομίας και των καταναλωτών, αλλά δεν είναι μόνο αυτό. H διασύνδεση της Κρήτης με το εθνικό σύστημα αποτελεί επέκταση του Ευρωπαϊκού διασυνδεδεμένου ηλεκτρικού συστήματος στο ΝΑ του άκρο με προοπτική να αποτελέσει πρόδρομο έργο της διασύνδεσης Κύπρου-Ισραήλ (Euro-Asia Interconnector) και ίσως της Αιγύπτου μέσω Κύπρου

Έτσι, Κύπρος και Ισραήλ έρχονται πιο κοντά στην Ευρώπη μέσω Ελλάδος  με πρόσβαση στις αγορές και αμοιβαία οφέλη, αφού με το φυσικό αέριο και την ηλιακή ενέργεια μπορούν να γίνουν “net exporter” προς την Ευρώπη, προς όφελος της οικονομίας και των καταναλωτών.  Ακόμη, θα αποτελέσουν μέρος του Ευρωπαϊκού ηλεκτρικού συστήματος με όλα τα πλεονεκτήματα και παύουν να λειτουργούν ως νησιωτικά συστήματα, ενισχύεται η ασφάλεια ενεργειακού εφοδιασμού και  Ελλάς και Κύπρος καθίστανται κομβικά σημεία του συστήματος. Επιπλέον για την Ελλάδα, με αυτή τη διασύνδεση  ενισχύεται το Νότιο Σύστημα της χώρας και αυξάνεται η αξιοπιστία του, αφού όλες οι διεθνείς διασυνδέσεις είναι στον Βορρά.

Η διασύνδεση της Κρήτης ως επέκταση του Ευρωπαϊκού συστήματος σε συνδυασμό με την διασύνδεση Κύπρου-Ισραήλ θα ανοίξει το δρόμο και θα επιβάλλει την διασύνδεση της Ελλάδος με την Ιταλία με ικανή ισχύ και νέες τεχνολογίες. Μια τέτοια διασύνδεση δημιουργώντας μια πύλη προς δυσμάς θα εξασφαλίσει για τη χώρα την άμεση πρόσβαση στις αγορές της κεντρικής Ευρώπης (όπως και για Κύπρο και Ισραήλ) και θα βελτιώσει σημαντικά την ασφάλεια ενεργειακού εφοδιασμού της χώρας. Σημειώνεται ότι επί σειρά ετών, παρά την επιμονή και τις πιέσεις από την Ελληνική πλευρά, η Ιταλική πλευρά δεν ανταποκρίνεται και δεν αναμένεται να αλλάξει στάση ως έχουν τα πράγματα σήμερα. Επομένως, η διασύνδεση της Κρήτης ως πρόδρομο έργο της διασύνδεσης Κύπρου-Ισραήλ με την ολοκλήρωση θα αποτελέσει το κλειδί για την διασύνδεση Ελλάδος-Ιταλίας που είναι πολύ σημαντικό για την Ελλάδα.

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι τάσεις που παρατηρούνται στον διεθνή χώρο είναι η ανάπτυξη, επέκταση και ενίσχυση των διεθνών ηλεκτρικών διασυνδέσεων με εναέριες γραμμές και υποβρύχια καλώδια μεγάλων αποστάσεων, χάρις στην συνδρομή των τεχνολογιών HVDC. Η Κίνα έχει τις περισσότερες εφαρμογές HVDC με μακρές εναέριες γραμμές (>3.000km). Όταν άρχισε να σχεδιάζει το σύστημα μεταφοράς και ειδικότερα την μεταφορά ενέργειας από το μεγάλο υδροηλεκτρικό Three Gorges Dam (22,5GW) στα κέντρα κατανάλωσης που είναι στις ανατολικές ακτές (>1.000km) προσέλαβε έναν έμπειρο Τεχνικό Σύμβουλο από την Ευρώπη και κάλεσε δύο μεγάλες Ευρωπαϊκές εταιρείες για την κατασκευή τους. Οι εφαρμογές HVDC επεκτείνονται από τις διεθνείς διασυνδέσεις όμορων χωρών στις ισχυρές διασυνδέσεις μεγάλων περιοχών και στις διηπειρωτικές διασυνδέσεις, όπως στην προκείμενη περίπτωση η σύνδεση Κύπρου-Ισραήλ με το Ευρωπαϊκό σύστημα.

Στην σχετική μελέτη του ΙΕΝΕ κατ’ ανάθεση της ΡΑΕ, (Στρατηγική Μελέτη Ηλεκτρικών Διασυνδέσεων στη ΝΑ Ευρώπη και ο Κρίσιμος Ρόλος της Ελλάδος, Οκτώβριος 2012), προτείνεται η διασύνδεση της Κρήτης με το εθνικό σύστημα μεταφοράς μέσω δύο υποβρυχίων καλωδίων ικανότητας 1GW το καθένα, συνολικά 2GW, με ξεχωριστές διαδρομές, Αττική – Ηράκλειο και Πελοπόννησος – Χανιά. Αυτό εξασφαλίζει υψηλή αξιοπιστία και μεγαλύτερη ευελιξία στην διαχείριση, ενώ ανταποκρίνεται και στις προοπτικές διασύνδεσης με Κύπρο και Ισραήλ ικανότητας 2GW (πιθανόν να γίνει 1,5GW στην τελική μελέτη). Η τεχνολογία που επιλέγεται για αυτές τις υποθαλάσσιες διασυνδέσεις είναι HVDC με εκατέρωθεν σταθμούς ηλεκτρονικών ισχύος VSC (voltage source converter) που προσφέρουν μεγάλη ευελιξία στην διαχείριση της ροής ενέργειας με τις ΑΠΕ.

Η διασύνδεση της Κρήτης με την προτεινόμενη ισχύ δημιουργεί τις προοπτικές και για την διασύνδεση εν καιρώ της Ρόδου μαζί με ένα πλήθος νησιών της Δωδεκανήσου, ενώ δημιουργούνται και ευκαιρίες για μεγάλη ανάπτυξη των ΑΠΕ.

Σε πρώτη φάση προτείνεται η εγκατάσταση των δύο υποβρυχίων καλωδίων (1GW+1GW) και οι εκατέρωθεν σταθμοί με μειωμένη ισχύ, πχ στο 50% μειώνοντας το κόστος της επένδυσης κλπ, και όταν ολοκληρωθεί η διασύνδεση με Κύπρο-Ισραήλ να φθάσει στην πλήρη ισχύ του (100%).

Η επένδυση για την διασύνδεση εάν γίνει από τον ΑΔΜΗΕ, σχεδόν θα διπλασιάσει την περιουσία του και το ερώτημα είναι πόσο θα αυξηθούν τα ήδη υψηλά τέλη μεταφοράς που επιβαρύνουν όλους τους καταναλωτές στους λογαριασμούς τους. Το μεγαλύτερο έσοδο του ΑΔΜΗΕ είναι η απόδοση της περιουσιακής βάσης, που ήταν 7,3% για το 2017, πολύ ψηλότερα από την απόδοση των κρατικών ομολόγων. Έτσι, στην περίπτωση της Ελλάδος οι αποδόσεις είναι υψηλές και οι επενδύσεις καθίστανται ελκυστικές για τον ΑΔΜΗΕ.

Η αναζήτηση ενός χρηματοδοτικού εργαλείου για την διασύνδεση που θα στηρίξουν οι καταναλωτές, όπως αναφέρεται και στην μελέτη του ΙΕΝΕ, θα μπορούσε να διατηρήσει σε χαμηλά επίπεδα τα τέλη χρήσης δικτύου μεταφοράς. Η επένδυση της εταιρείας που θα αναλάβει την διασύνδεση με πενταετή περίοδο συντήρησης θα μπορούσε να αποπληρωθεί σύντομα από τις αντίστοιχες ΥΚΩ που θα απελευθέρωνε η λειτουργία της διασύνδεσης. Έτσι μέχρι τώρα, θα είχε αποπληρωθεί πολλάκις μια τέτοια διασύνδεση. Η σχετική πρωτοβουλία αρχίζει με την επιλογή του κατάλληλου Τεχνικού Συμβούλου μέσω της ΡΑΕ, γιατί το έργο είναι δύσκολο και υψηλού κόστους με νέες τεχνολογίες, ενώ λείπει από τη χώρα η τεχνογνωσία και η σχετική εμπειρία.

Η πρόταση του ΑΔΜΗΕ περιλαμβάνει την εγκατάσταση ζεύγους καλωδίων από Αττική σε Ηράκλειο με παράλληλη όδευση. Υπάρχει μια ασάφεια σχετικά με την ισχύ, αλλά μάλλον παραμένει σε 2Χ350ΜW, όπως και στο προηγούμενο πρόγραμμα αναφέρεται. Όμως, μια τέτοια λύση δεν εξυπηρετεί ούτε το παρόν ούτε το μέλλον της Κρήτης και θα επιβάλλει την διατήρηση των μονάδων πετρελαίου στην Κρήτη, δηλαδή τελικά μια ακριβή και προσωρινή λύση. Επιπλέον πρέπει να σημειωθεί ότι η σχεδίαση με παράλληλη όδευση των δύο υποβρύχιων καλωδίων περιέχει αυξημένα ρίσκα (ένας υποσταθμός, διέλευση από σεισμογενή και ηφαιστειακή περιοχή κλπ). Καθίσταται αναγκαία επομένως η συνδρομή ενός έμπειρου Τεχνικού Συμβούλου, όπως παραπάνω αναφέρεται.

Συνοψίζοντας, επισημαίνεται παρακάτω η βαρύνουσα σημασία της διασύνδεσης της Κρήτης επιμένοντας στην πρόταση (1GW+1GW):

  • Υψηλή αξιοπιστία και ικανότητα της διασύνδεσης που οδηγεί στην απόσυρση όλων των μονάδων πετρελαίου από την Κρήτη, μηδενισμό της χρήσης πετρελαίου και ευρεία ανάπτυξη των ΑΠΕ
  • Τροφοδότηση της Κρήτης με τιμές που διαμορφώνονται στην ανταγωνιστική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας
  • Μείωση των ΥΚΩ κατά 50% περίπου (πάνω από 350εκατ.€ ετησίως) προς όφελος της οικονομίας και των καταναλωτών
  • Ανοίγονται καλές προοπτικές για την διασύνδεση της Ρόδου και ένα πλήθος νησιών της Δωδεκανήσου
  • Πρόδρομο έργο για να υποδεχθεί την διασύνδεση Κύπρου-Ισραήλ που έτσι αποκτούν πρόσβαση στις Ευρωπαϊκές αγορές και άλλα πολύ σημαντικά οφέλη για τις τρεις χώρες
  • Ανοίγει ο δρόμος για την δυτική πύλη με την διασύνδεση Ελλάδος-Ιταλίας που θα εξασφαλίσει την απ’ ευθείας πρόσβαση στις αγορές της κεντρικής Ευρώπης και πολλά οφέλη για τη χώρα
  • Οι διασυνδέσεις καθιστούν Ελλάδα και Κύπρο κομβικά σημεία του συστήματος ενισχύοντας το Ευρωπαϊκό δίκτυο στην ΝΑ Ευρώπη και την ασφάλεια ενεργειακού εφοδιασμού των διασυνδεόμενων χωρών.

Η διασύνδεση προς ανατολάς μέσω Ελλάδος με την επέκταση του διασυνδεδεμένου Ευρωπαϊκού ηλεκτρικού δικτύου προς Κύπρο και Ισραήλ και ίσως της Αιγύπτου, αποτελεί μια αναγκαία και χρήσιμη στρατηγική επιλογή. Επομένως, η διασύνδεση της Κρήτης πρέπει να αποτελέσει το αποφασιστικό βήμα προς ένα καλύτερο και ευρύτερο ηλεκτρικό σύστημα με προσιτές τιμές με ένα καλύτερο μέλλον και για αυτό απαιτούνται οι σωστές αποφάσεις χωρίς άλλες καθυστερήσεις.

 

* Ο Γιάννης Χατζηβασιλειάδης είναι Πρόεδρος του Ινστιτούτου Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης (ΙΕΝΕ).