Ο ηλεκτρισμός καθίσταται ο κύριος ενεργειακός φορέας με ευρεία επέκταση των χρήσεων, προς έναν κόσμο πλήρως ηλεκτροδοτούμενο, καθώς σχεδόν σε όλα διεισδύει ο ηλεκτρισμός. Τα ηλεκτρικά δίκτυα μετασχηματίζονται με την εφαρμογή καινοτόμων τεχνολογιών και την εισαγωγή της ψηφιακής τεχνολογίας, κυρίως των ICT (Information and Communication Technologies) για να επιτύχουν την μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ και για προσφορά νέων υπηρεσιών στους καταναλωτές. Οι ΑΠΕ με τις τεχνολογίες που αναπτύσσονται προσφέρουν ηλεκτρική ενέργεια με το χαμηλότερο κόστος παραγωγής και συμβάλλουν αποφασιστικά στην παραγωγή με αυξανόμενη διείσδυση. Καθώς αποτελεί την πλέον κρίσιμη υποδομή και σημαντικό παράγοντα για την οικονομία, την ευημερία των πολιτών

και την ανταγωνιστικότητα, είναι ανάγκη να σχεδιασθούν σταθερά βήματα προς το μέλλον με ΑΠΕ για υψηλή αξιοπιστία και προσιτές τιμές, για ανθεκτικότητα του ηλεκτρικού συστήματος σε ακραία καιρικά φαινόμενα και για την θωράκιση έναντι κυβερνοεπιθέσεων. Επιπλέον, η επικράτηση του ηλεκτρισμού με επέκταση χρήσεων ως βασική ενέργεια στη χώρα με μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ θα έχει θετικές επιπτώσεις στην ασφάλεια εφοδιασμού και στα γεωπολιτικά της ενέργειας.

Η Ελλάς κινείται με αργούς ρυθμούς μέσα από δαιδαλώδεις γραφειοκρατικούς μηχανισμούς με απώλεια χρόνου και χρήματος και με αρνητικές επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα. Λείπουν οι πρωτοβουλίες και ο σχεδιασμός για τις αναγκαίες δράσεις, δεν εκπονούνται οι απαραίτητες μελέτες και η χώρα τρέχει ασθμαίνουσα να ανταποκριθεί περιστασιακά στις Οδηγίες και στους στόχους της ΕΕ. Η διείσδυση των ΑΠΕ στον ηλεκτρισμό γίνεται με αργά βήματα, ενώ η χώρα θα μπορούσε να χαράξει νέους δρόμους για την ανάπτυξη τεχνολογιών και ιδεών για τα σύγχρονα δίκτυα του 21ου αιώνα. Ένα παράδειγμα είναι τα νησιά, όπου θα μπορούσαν να εφαρμοσθούν συστήματα φωτοβολταϊκών και αιολικών μονάδων με αποθήκευση και «έξυπνη» διαχείριση αυξάνοντας την διείσδυση για να μειώσουν δραστικά το κόστος παραγωγής και τις εκπομπές προς όφελος της οικονομίας και των καταναλωτών, αντί των πρακτικών του περασμένου αιώνα.

Οι αδειοδοτικές διαδικασίες για τις ΑΠΕ που καθιερώθηκαν την περασμένη δεκαετία και επαυξάνονται μετέτρεψαν την ΡΑΕ σε ένα γραφειοκρατικό οργανισμό εις βάρος του κυρίου έργου της. Η Άδεια Παραγωγής που καθιερώθηκε απ’ αρχής για να την εγκρίνει ο υπουργός επί σειρά ετών, ούτε τότε ούτε και τώρα κρίνεται αναγκαία. Για μεγάλα έργα εθνικής κλίμακας η γνωμάτευση της ΡΑΕ θα ήταν χρήσιμη, αφήνοντας πίσω την γραφειοκρατία. Τα έργα των ΑΠΕ χρειάζονται κυρίως την ανεμπόδιστη πρόσβαση στο δίκτυο και σύνδεση με λογικό κόστος και την περιβαλλοντική ένταξη με ουσιαστικούς και ξεκάθαρους όρους. Τελικά, όποια απλή αδειοδοτική και αποκεντρωμένη διαδικασία επιλεγεί χρειάζεται η ειδική εκπαίδευση όσων χειρισθούν αυτά τα θέματα για να αποφεύγονται οι καθυστερήσεις και οι αστοχίες του παρελθόντος, καθώς και μηχανισμοί ελέγχου και ταχείας επίλυσης τυχόν προβλημάτων που ανακύπτουν. Στόχος είναι να περιορισθούν δραστικά αυτά τα “soft costs” και ο χρόνος των αδειοδοτικών διαδικασιών ώστε να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα των έργων και ο ρυθμός των εφαρμογών.

Ο όγκος των έργων ΑΠΕ για τις επόμενες δεκαετίες είναι τεράστιος και οι πολιτικές για τις εφαρμογές στρέφονται προς την διεσπαρμένη παραγωγή, κυρίως φωτοβολταϊκά στις στέγες στο αστικό περιβάλλον με τα αναμενόμενα οφέλη και στις μεγάλες φωτοβολταϊκές μονάδες και μεγάλα αιολικά πάρκα με τα πλεονεκτήματα της οικονομίας κλίμακας. Προς τούτο θα απαιτηθούν μεγάλες εκτάσεις κατεξοχήν άγονες για τα φωτοβολταϊκά και εκτάσεις σε κατάλληλες θέσεις για την ανάπτυξη των αιολικών πάρκων. Όσο αυξάνονται οι εφαρμογές εκτιμάται ότι θα δυσχεραίνονται οι προσπάθειες επιτυχούς περιβαλλοντικής ένταξης των νέων έργων, αλλά περιορίζεται και η διάθεση της αναγκαίας γης.

Η χώρα έχει ένα πλήθος από ακατοίκητα νησιά τα οποία μένουν αναξιοποίητα και η νέα πρόκληση είναι κάποια από αυτά να φιλοξενήσουν τις μεγάλες εφαρμογές των φωτοβολταϊκών και αιολικών. Σε αυτά τα νησιά υπάρχει αξιόλογο αιολικό δυναμικό και υψηλή ηλιακή ακτινοβολία για αξιοποίηση στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας που κρίνονται ελκυστικά για τις εφαρμογές. Ακόμη, προσφέρονται και για την εγκατάσταση μεγάλων συστημάτων αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας με μπαταρίες λιθίου για συνεργασία με τα φωτοβολταϊκά και τα αιολικά, σε κάποιες περιπτώσεις που εξυπηρετούν καλύτερα το σύστημα. Το κύριο πρόβλημα, ως οικονομική παράμετρος όμως, είναι η σύνδεσή τους με υποβρύχια καλώδια στους πλησιέστερους υποσταθμούς του εθνικού διασυνδεδεμένου συστήματος με τεχνολογίες εναλλασσομένου ρεύματος ή HVDC. Κατ’ αντιστοιχία, ένα χρήσιμο και επιτυχές παράδειγμα σε μεγάλη κλίμακα είναι τα υπεράκτια αιολικά πάρκα στην Βόρεια Θάλασσα με το “Super-Grid” και τα τεχνητά νησιά για την μεταφορά της ηλεκτρικής ενέργειας στις ακτές των όμορων χωρών και εν συνεχεία στα κέντρα κατανάλωσης.

Για την υλοποίηση αυτών των εφαρμογών ΑΠΕ μεγάλης εγκατεστημένης ισχύος θα χρειασθεί η κατασκευή λιμενικών έργων για την εξυπηρέτηση στην μεταφορά του εξοπλισμού που θα καταστήσουν προσβάσιμα αυτά τα νησιά δια θαλάσσης, καθώς και έργα οδοποιίας. Επίσης, αναγκαία κρίνεται μια μονάδα αφαλάτωσης για την παραγωγή πόσιμου νερού, που θα εξυπηρετήσει ιδιαίτερα και τις ανάγκες των φωτοβολταϊκών.

Αυτά τα ακατοίκητα νησιά που προσφέρονται για αξιοποίηση βγαίνουν από την απομόνωση και αποκτούν ζωή, συμβάλλοντας στην εθνική οικονομία. Τα επόμενα βήματα είναι η αξιοποίησή τους για οικολογικό τουρισμό αλλά ακόμη και για καλλιέργειες σε θερμοκήπια, αφού υπάρχουν οι βασικές υποδομές, ηλεκτρική ενέργεια και νερό. Έτσι, αυτά τα ξεχασμένα νησιά μπορούν να μετατραπούν σε σύγχρονα ενεργειακά πάρκα μηδενικών εκπομπών με νέες θέσεις εργασίας και βιώσιμη ανάπτυξη, ενώ παράλληλα θα αποτελέσουν κέντρα ενημέρωσης και περιβαλλοντικής εκπαίδευσης για τα σχολεία και το κοινό. Η συνολική αξιοποίησή τους, αρχίζοντας από τις ΑΠΕ, με τα σημερινά δεδομένα που επεκτείνονται στο μέλλον, αποτελεί μεγάλη πρόκληση για τους μελετητές και ενδιαφέρον θέμα για έρευνα. Σε κάθε περίπτωση θα χρειασθούν καινοτόμες ιδέες και ειδικές μελέτες για την βέλτιστη αξιοποίησή τους, για την επιχειρηματικότητα και τις παραγωγικές επενδύσεις με πολλαπλά οφέλη προς ένα καλύτερο μέλλον.

Προς τούτο χρειάζονται οι πρωτοβουλίες από την κεντρική κυβέρνηση αλλά και από τις Περιφέρειες όπου ανήκουν τα ακατοίκητα νησιά για να αρχίσουν οι προκαταρκτικές εργασίες και να ακολουθήσουν οι σχετικές δράσεις. Ο ρόλος της ΡΑΕ είναι σημαντικός για τον συντονισμό των δράσεων που θα συμβάλλουν στην επιτυχία της ιδέας.

Αν και τα ακατοίκητα νησιά δεν διαθέτουν ψήφους για τις εκλογές που θα προσέλκυαν τη λήψη πολιτικών αποφάσεων, εδώ είναι αναγκαία η ισχυρή πολιτική βούληση για έναν σχεδιασμό στοχεύοντας στην ανάπτυξη με πολλαπλά οφέλη και νέες θέσεις εργασίας. Αποτελεί εθνικό χρέος να αποκτήσουν ζωή αυτά τα ξεχασμένα νησιά και να αξιοποιηθούν παραγωγικά για τις νέες ανάγκες με τις σύγχρονες τεχνολογίες, χαράσσοντας πορεία προς το μέλλον.

 

*Ο Γιάννης Χατζηβασιλειάδης είναι Πρόεδρος του ΙΕΝΕ.