«Ο Ρόλος του Φυσικού Αερίου: Αγωγοί, Περιφερειακή Αγορά, Επέκταση Δικτύου Διανομής, LNG και CNG σε Μικροδίκτυα»

«Ο Ρόλος του Φυσικού Αερίου: Αγωγοί, Περιφερειακή Αγορά, Επέκταση Δικτύου Διανομής, LNG και CNG σε Μικροδίκτυα»
του Σπύρου Παλαιογιάννη*
Δευ, 7 Ιανουαρίου 2019 - 16:24

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η ευρωπαϊκή βιομηχανία ενέργειας συνολικά και του φυσικού αερίου ειδικότερα αντιμετωπίζουν σήμερα πολλές προκλήσεις και εμπόδια στην πορεία μετάβασης προς μια οικονομία με λιγότερο άνθρακα, εξ αιτίας του ότι η ενεργειακή μετάβαση συντελείται μέσα σε σύνθετες και ανόμοιες κοινωνικο-οικονομικές, πολιτικές και ρυθμιστικές συνθήκες στα επιμέρους κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Παρά το γεγονός ότι καθημερινά γίνεται όλο και περισσότερο κατανοητή η αδήριτη ανάγκη να υπάρξει μείωση των εκπομπών των αερίων θερμοκηπίου (GHGs) και λαμβάνονται για το σκοπό αυτό μέτρα και πρωτοβουλίες (1) προκειμένου να αποφευχθούν οι δυσάρεστες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και της αύξησης της θερμοκρασίας στον πλανήτη μας, η μεταβατική αυτή πορεία δεν είναι σπαρμένη με ρόδα. Είναι μια πορεία απαιτητική, με επιπτώσεις και κινδύνους για την ομαλή λειτουργία των αγορών, την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης, και τις δραστηριότητες των ενεργειακών επιχειρήσεων.

Αν και ουδείς μπορεί να είναι απόλυτα σίγουρος για το αν θα υπάρξει πλήρης επίτευξη των όντως φιλόδοξων στόχων της ΕΕ για το 2030 και πολύ περισσότερο για το 2050 (μείωση GHGs κατά 40%, αύξηση των ΑΠΕ στο 27% και της ενεργειακής απόδοσης κατά 27% δεσμευτικά το 2030 και πρόθεση για πλήρη απεξάρτηση από ορυκτά καύσιμα στην ηλεκτροπαραγωγή το 2050, προκειμένου να υπάρξει μείωση GHGs κατά 80-95%), γίνεται φανερό ότι μακροπρόθεσμα υπάρχουν πλέον και υπαρξιακοί κίνδυνοι για τις ενεργειακές επιχειρήσεις και για το λόγο αυτό όποιες εξ’ αυτών δεν καταφέρουν να προσαρμοστούν στις νέες απαιτήσεις των καιρών, μοιραία θα οδηγηθούν σε εξαφάνιση στο τέλος της ημέρας, ειδικά αν υιοθετηθούν ακόμη πιο ριζικές πολιτικές αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, όπως προτείνεται από ορισμένους ειδικούς επιστήμονες και οργανισμούς. (βλέπε Εικόνα 1 πιο κάτω)

Source: Jacobson et al., 100% Clean and Renewable Wind, Water and Sunlight. All-sectors Roadmaps for 139 Countries of the World, Joule (2017), http://dx.doi.org/10.1016/j.joule.2017.07.005

2. ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ, ΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΑΓΟΡΑ ΦΥΣΙΚΟΥ ΑΕΡΙΟΥ

Μέσα σ’ αυτό τογενικότερο πλαίσιο, η βιομηχανία του φυσικού αερίου αντιμετωπίζει παρόμοιες με τις παραπάνω αλλά και πρόσθετες δικές της προκλήσεις, που συνδέονται με την κριτική που έχει αρχίσει να δέχεται το φυσικό αέριο ως ορυκτό καύσιμο (2), τον ανταγωνισμό που αντιμετωπίζει κυρίως (αλλά όχι μόνον)από τη μαζική διείσδυση των ΑΠΕ, τη συνεχώς αυξανόμενη εξάρτηση της Ευρώπης από τις εισαγωγές μιας και η ενδογενής παραγωγή αερίου μειώνεται συνεχώς, τις δυσκολίες που έχει να διασφαλίσει μελλοντικές ποσότητες αερίου λόγω ανταγωνισμού από τις έντονα αναπτυσσόμενες χώρες (Κίνα, Ινδία κλπ.) αλλά και τη ραγδαία αύξηση της εγχώριας ζήτησης σε χώρες με παραγωγή αερίου (Ρωσία, Χώρες της Μέσης Ανατολής κλπ), τη συνεχιζόμενη αστάθεια σε γειτονικές χώρες που παράγουν φυσικό αέριο ή φιλοξενούν αγωγούς μεταφοράς του προς την Ευρώπη (χώρες της Βόρειας Αφρικής, της Μέσης Ανατολής και του Κόλπου, Ουκρανία κλπ.), καθώς και άλλες προκλήσεις που αφορούν τις αναγκαίες λόγω ρυθμιστικού περιβάλλοντος δομικές αλλαγές των επιχειρήσεων φυσικού αερίου, την προσαρμογή των εμπορικών και τιμολογιακών τους πολιτικών και γενικά του τρόπου άσκησης των δραστηριοτήτων τους, μιας και όλο και πιο συχνά μετατρέπονται πλέον σε επιχειρήσεις ενέργειας που έχουν παρουσία σε όλο το φάσμα των ενεργειακών δραστηριοτήτων.

Ωστόσο, παρά τις παραπάνω όμως προκλήσεις και τις πιέσεις που πλέον δέχεται το φυσικό αέριο, εκτιμάται ότι θα συνεχίσει να παίζει σημαντικό ρόλο στο ενεργειακό μίγμα της Ευρώπης (και διεθνώς), χάρις σε μια σειρά τεχνολογικών, οικονομικών, εμπορικών, ρυθμιστικών και περιβαλλοντικών παραγόντων που υποβοηθούν την υλοποίηση των αναγκαίες αλλαγών και προσαρμογών των αγορών του φυσικού αερίου στα νέα δεδομένα, ενώ ταυτόχρονα συμβάλλουν στην παράκαμψη των εμποδίων και των προκλήσεων που επιδρούν αρνητικά στην αύξηση της ζήτησής του. Μεταξύ αυτών των παραγόντων μπορούμε να καταγράψουμε:

-        τα σημαντικά παγκόσμια βεβαιωμένα αποθέματα φυσικού αερίου, που επαρκούν να καλύψουν τη ζήτηση τουλάχιστον για τα επόμενα 70-80 χρόνια (3)

-        τα εξαιρετικά ενεργειακά και περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά του, που παρά την κριτική που δέχεται ως ορυκτό καύσιμο, το καθιστούν την καλύτερη και πιο αποδοτική από οικονομικής άποψης λύση για την προώθηση της ενεργειακής αποδοτικότητας, την αντιμετώπιση των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής και την προστασία του περιβάλλοντος τουλάχιστον μεσοπρόθεσμα, αλλά και την πιο ενδεδειγμένη λύση ως back-up καύσιμο για τις ΑΠΕ μακροπρόθεσμα (4).

-        την τεχνολογική επανάσταση του σχιστολιθικού αερίου στις ΗΠΑ και την έναρξη εξαγωγών LNG,με ιδιαίτερα ευέλικτους όρους, που ήδη δημιούργησαν νέα δεδομένα στο τρόπο που εμπορεύεταικαι τιμολογείται το LNG και γενικά το φυσικό αέριο,όπως η συνεχώς επεκτεινόμενη κατάργηση των μηχανισμών τιμολόγησης που συνδέονται με το πετρέλαιο (oil-indexed price mechanisms) και η ανάδειξη μηχανισμών τιμολόγηση αγοράς (hub-indexed price mechanisms), κατάργηση των destination clauses, ευέλικτες ποσοτικές υποχρεώσεις από τους αγοραστές κλπ.

-        τα αξιοσημείωτα τεχνολογικά επιτεύγματα που συνέβαλλαν στη μείωση του κόστους σε όλο το μήκος της αλυσίδας του φυσικού αερίου και κατ’ επέκταση στη μείωση των τιμών του (επαναστατικές ψηφιακές τεχνολογίες επεξεργασίας γεωφυσικών και σεισμικών δεδομένων για τον εντοπισμό πιθανών κοιτασμάτων, εξόρυξη σε βαθιά νερά, οριζόντιες γεωτρήσεις, τεχνολογία fracking για την εξόρυξη σχιστολιθικού αερίου, θεαματική αύξηση της απόδοσης των μονάδων συνδυασμένου κύκλου με φυσικό αέριο κλπ.)

-        Παρομοίως, τα τεχνολογικά επιτεύγματα κατά μήκος της αλυσίδας παραγωγής αξίας του LNG, που οδήγησαν σε εκθετική αύξηση του εμπορίου LNG τα τελευταία χρόνια σε παραδοσιακές και νέες αγορές (5) και στην δημιουργία μια παγκόσμιας αγοράς αερίου [Floating Liquefaction Plants (FLNGs), Floating Storage and Re-gasification Units (FSRUs), Q-maxLNG πλοία, σημαντικές Small-scale LNG εφαρμογές κλπ.). Η τάση αυτή αναμένεται να ενταθεί στα επόμενα χρόνια (6).

Αξίζει ακόμη να αναφερθεί ότι τα τελευταία χρόνια (παρά τις χαμηλές διεθνείς τιμές πετρελαίου και αερίου) καταγράφεται μια σημαντική αύξηση στο επίπεδο της προσφοράς αερίου, λόγω της ολοκλήρωσης αρκετών μεγάλης κλίμακας εγκαταστάσεων παραγωγής LNG τόσο από conventional gas (Αυστραλία, Ρωσία, Μέση Ανατολή κλπ.), όσο και από shale gas (ΗΠΑ). Η τάση αυτή θα συνεχιστεί και τα επόμενα 2 χρόνια τουλάχιστον για τα project που έχει ληφθεί τελική επενδυτική απόφαση και οδεύουν ήδη προς ολοκλήρωση της κατασκευής τους. Οι εξελίξεις αυτές, σε συνδυασμό και με την επιβράδυνση του ρυθμού της ζήτησης αερίου τα τελευταία χρόνια (στην Ευρώπη ειδικά η ζήτηση αερίου ήταν πτωτική από το 2011 και μετά και μόνον τα δύο τελευταία χρόνια άρχισε να ανακάμπτει λόγω των χαμηλών τιμών αερίου), έχουν ήδη δημιουργήσει συνθήκες υπερπροσφοράς στην αγορά, οι οποίες δεν προβλέπονται να εξαλειφθούν πριν τα μέσα της επόμενης δεκαετίας. Αυτές οι συνθήκες ευνοούν την απελευθέρωση σημαντικών ποσοτήτων αερίων που μέχρι πρότινος ήταν δεσμευμένες σε μακροχρόνια συμβόλαια και τη διάθεσή τους στην spot αγορά σε πολύ ανταγωνιστικές (7) , δίνοντας έτσι την ευκαιρία στους αγοραστές να μειώνουν τη διάρκεια και τις ποσότητες αερίου που προμηθεύονται μέσω μακροχρόνιων συμβολαίων και να καλύπτουν όλο και περισσότερες ανάγκες τους από εναλλακτικούς προμηθευτές αερίου μέσω ευκαιριακών συναλλαγών.

Τέλος, για τους σκοπούς της παρούσας εργασίας αλλά και γιατί επηρεάζουν τις ενεργειακές προοπτικές της Ελλάδας, χρήσιμο είναι να αναφερθούν εντελώς συνοπτικά και ορισμένες άλλες πτυχές της στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα του φυσικού αερίου πέραν αυτών που ήδη αναφέρθηκαν για την διασφάλιση μιας βιώσιμης και αειφόρου ανάπτυξης, όπως η μόνιμη επιδίωξη της Ένωσης να διαφοροποιήσει τις πηγές και τις οδούς μεταφοράς του φυσικού αερίου που προμηθεύεται, προκειμένου να ενισχύσει την ενεργειακή της ασφάλεια, η σταθερή προσήλωσή της στη δημιουργία μιας ενιαίας και ανταγωνιστικής εσωτερικής αγοράς αερίου (που περνά μέσα από την απελευθέρωση των αγορών σε εθνικό επίπεδο και τη δημιουργία συνθηκών ανταγωνισμού και ελεύθερου διασυνοριακού εμπορίου σε περιφερειακό επίπεδο), προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας της Ένωσης, καθώς και οι προσπάθειες για την δημιουργία μια Ευρωπαϊκής Ενεργειακής Ένωσης σε θεσμικό επίπεδο (8).

Εικόνα 2: Σχηματική απεικόνιση των επιδιώξεων της ΕΕ στον τομέα του φυσικού αερίου

3. ΤΟ ΦΥΣΙΚΟ ΑΕΡΙΟ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

3.1  Σύντομη ιστορική διαδρομή

Η Ελλάδα μπήκε στο club των χωρών που χρησιμοποιούν φυσικό αέριο με σχετική καθυστέρηση.

Οι πρώτες σκέψεις για εισαγωγή φυσικού αερίου στη χώρα μας ανάγονται στη δεκαετία του ’70, μετά την πρώτη πετρελαϊκή κρίση. Το 1978 υπήρξε δημόσιος διάλογος για το ενδεχόμενο κατασκευήςενός υποθαλάσσιου αγωγού αερίου μεταξύ Ιταλίας και Ελλάδας, σχέδιο που όμως κρίθηκε ανεφάρμοστο λόγω των σοβαρών τεχνικών προβλημάτων στην πόντιση ενός αγωγού στα μεγάλα βάθη της Αδριατικής Θάλασσας εκείνη την εποχή, ενώ το 1979 περιλήφθηκε για πρώτη φορά επίσημη αναφορά για προμήθεια φυσικού αερίου από τη Ρωσία στο Πρωτόκολλο Ενεργειακής Συνεργασίας της Ελλάδας και της (τότε) ΕΕΣΔ, που υπογράφηκε κατά την επίσκεψη του τότε Πρωθυπουργού Κ. Καραμανλή στη Μόσχα.

Η τελική πολιτική απόφαση για την εισαγωγή του φυσικού αερίου στο ενεργειακό ισοζύγιο της Ελλάδας λήφθηκε επί Πρωθυπουργίας του Α. Παπανδρέου το 1986. Ακολούθησε η υπογραφή της διακρατικής συμφωνίας Ελλάδας-ΕΕΣΔ και το 1998 υπογράφτηκαν οι δύο πρώτες εμπορικές συμβάσεις προμήθειας φυσικού αερίου με την ρωσική Gazprom Export (για την ιστορική ακρίβεια μεταξύ της τότε ΔΕΠ και της Soyuz gaz export, καθόσον η ΔΕΠΑ ιδρύθηκε τον Οκτώβριο του 1988) και με την Αλγερινή Sonatrach για προμήθεια LNG.

Την δεκαετία του ’90 ολοκληρώθηκε από την ενιαία τότε ΔΕΠΑ η πρώτη φάση της κατασκευής της υποδομής φυσικού αερίου (κεντρικός αγωγός και κλάδοι, βασικά δίκτυα διανομής μέσης και χαμηλής πίεσης, καθώς και ο τερματικός σταθμός LNG στη Ρεβυθούσα) και έτσι η Ελλάδα εισήγαγε το πρώτο κυβικό μέτρο φυσικού αερίου το Σεπτέμβριο του 1996 και το πρώτο κυβικό μέτρο LNG το Φεβρουάριο του 2000.

Στα χρόνια που ακολούθησαν οι προσπάθειες στράφηκαν κυρίως σε δύο κατευθύνσεις:

α) στην ανάπτυξη της εγχώριας αγοράς φυσικού αερίου μέσω αύξησης των πωλήσεων αερίου αρχικά από τη ΔΕΠΑ και τις ΕΠΑ, και από το 2010 που πρακτικά αρχίζει η απελευθέρωση της εγχώριας αγοράς αερίου και μετά και από άλλους παίκτες με εισαγωγή ευκαιριακών φορτίων LNG πρωτίστως για ιδιοκατανάλωση και δευτερευόντως για πώληση σε τρίτους (Μ&Μ Gas) και πολύ αργότερα το 2016 με εισαγωγή αερίου αγωγού για πώληση σε τρίτους (PrometheusGas) και

β) στην ενίσχυση της παρουσίας της χώρας μας στο ενεργειακό γίγνεσθαι της ευρύτερης περιοχής και της ενεργής συμμετοχής της σε διεργασίες που έχουν σχέση με τη διπλωματία των αγωγών που διασχίζουν την ΝΑ Ευρώπη και φυσικά της χώρα μας.

3.2 Μια κριτική αποτίμηση της ελληνικής στρατηγικής στον τομέα του φυσικού αερίου 

3.2.1  Η εσωτερική διάσταση   

Η εισαγωγή και η σταδιακή επέκταση του δικτύου και της χρήσης του φυσικού αερίου σε διάφορες γεωγραφικές περιοχές και κατηγορίες κατανάλωσης είχε πολλαπλές θετικές επιπτώσεις για τα ενεργειακά πράγματα της χώρας μας, καθώς και για την ελληνική οικονομία και κοινωνία.

Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται:

-        ο εξορθολογισμός του ενεργειακού ισοζυγίου της χώρας, με την ένταξη μιας ιδιαίτερα αποδοτικής και φιλικής προς το περιβάλλον μορφής ενέργειας

-        η υλοποίηση μιας τεράστιας ενεργειακής επένδυσης που ξεπέρασε τα 2 δις Ευρώ και δημιουργία μιας υψηλών προδιαγραφών εθνικής υποδομής από το ένα άκρο της Ελλάδας μέχρι το άλλο

-        η διασφάλιση της ομαλής και απρόσκοπτης ενεργειακής τροφοδοσίας της χώρας, ακόμη και σε συνθήκες κρίσεων, κυρίως λόγω της ύπαρξης του στρατηγική σημασία σταθμού LNG στη Ρεβυθούσα, όπως αποδείχθηκε στη πράξη πολλές φορές  

-        η σημαντική συμβολή στην περιφερειακή ανάπτυξη της χώρας και στην δημιουργία θέσεων απασχόλησης, εκατοντάδες από τις οποίες είναι μόνιμες

-        η συμβολή στη δημιουργία ενός αξιόλογου cluster δορυφορικών παραγωγικών και λοιπών δραστηριοτήτων και υπηρεσιών, καθώς και στην ανάπτυξη αρκετών συναφών επαγγελμάτων και εγχώριας τεχνογνωσίας

-        η αξιοσημείωτη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και άλλων ρυπαντών σε σχέση με την προ-υπάρχουσα κατάσταση

-        η συμβολή στον εκσυγχρονισμό πολλών βιομηχανικών, βιοτεχνικών και επαγγελματικών εγκαταστάσεων και κατ’ επέκταση στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας πολλών παραγωγικών κλάδων της ελληνικής οικονομίας

-        η βελτίωση των περιβαλλοντικών συνθηκών σε πολλές αστικές περιοχές και

-        η δημιουργία προϋποθέσεων και ευκαιριών για ανάπτυξη επιχειρηματικών συνεργασίες και επενδυτικών σχεδίων εντός και εκτός Ελλάδας, που μπορούν να συμβάλουν στην ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης και του γεωπολιτικού κύρους της χώρας.

Φυσικά, υπήρξαν και ορισμένες παθογένειες και αρνητικές πτυχές στις πολιτικές που εφαρμόστηκαν στον τομέα του φυσικού αερίου στη χώρα μας μέχρι και σήμερα, οι οποίες ωστόσο θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι δεν έχουν να κάνουν τόσο με αυτή καθαυτή την εθνική στρατηγική στον τομέα αυτόν, όσο κυρίως με παρωχημένες αντιλήψεις, παραλήψεις, αμφιταλαντεύσεις και αναποτελεσματικές πολιτικές.

Ανάμεσα σε αυτές, θα πρέπει να αναφερθούν οι καθυστερήσεις στην ανάπτυξη της εθνικής υποδομής αερίου τα πρώτα χρόνια, που μεταξύ άλλων δημιούργησαν (ευτυχώς παροδικά) προβλήματα στη χρηματοδότηση της επένδυσηκαι οδήγησαν σε παραχωρήσεις αποζημιώσεων προς τη ρωσική πλευρά, οι καθυστερήσεις στην ανάπτυξη των δικτύων διανομής, που είχαν ως αποτέλεσμα τη βραδεία διείσδυση/επέκταση του αερίου στις αστικές χρήσεις και σε νέες περιοχές της χώρας, η κυρίαρχη αντίληψη για την έντονη παρουσία του κράτους στις εταιρίες αερίου, που εκ των πραγμάτων εμπόδιζε την έγκαιρη ενσωμάτωση των ευρωπαϊκών οδηγιών στο εθνικό δίκαιο και που πρακτικά δημιουργούσε εμπόδια στο άνοιγμα της αγοράς αερίου στον ανταγωνισμό κλπ.     

3.2.2  Η περιφερειακή διάσταση της ελληνικής στρατηγικής και η διπλωματία των αγωγών φυσικού αερίου

Η Ελλάδα, όσο και αν αυτό ηχεί παράξενα, είχε διαχρονικά μια έντονη παρουσία στις ενεργειακές διεργασίες που συντελούνται στη ΝΑ Ευρώπη και μια ιδιαίτερα δραστήρια εμπλοκή στη διπλωματία των αγωγών αερίου που ενδιαφέρουν την περιοχή. Αυτό οφείλεται τόσο στην έγκαιρη κατανόηση της ευρωπαϊκής στρατηγικής για διαφοροποίηση/διεύρυνση των πηγών προμήθειας και των οδών μεταφοράς του φυσικού αερίου, όσο και στην προσπάθεια αξιοποίησης των πλεονεκτημάτων που δίνει η γαιωστρατηγική θέση της Ελλάδας. Έτσι, ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του ’90 υιοθετήθηκε μια σαφής εθνική ενεργειακή στρατηγική (που αξίζει να σημειωθεί ότι την υπηρέτησαν όλες ανεξαίρετα οι μετέπειτα Κυβερνήσεις) που στόχευε:

  •   Στη διαφοροποίηση των πηγών προμήθειας αερίου της χώρας
  •   Στο να καταστεί η Ελλάδα χώρα διαμετακόμισης φυσικού αερίου και
  •  Στη δημιουργία μιας περιφερειακής αγοράς ενέργειας στη ΝΑ Ευρώπη, με την ενεργή συμμετοχή της Ελλάδας.

Η εν λόγω στρατηγική (την οποία εν πολλοίς ανέλαβε να υλοποιήσει η ΔΕΠΑ), οδήγησε στην κατασκευή και τη θέση σε λειτουργία του Ελληνοτουρκικού αγωγού το 2007, στην προώθηση του σχεδίου επέκτασης αυτού του αγωγού προς την Ιταλία (ITGI) και τελικά στη φιλοξενία του αγωγούTAP, που σήμερα βρίσκεται σε φάση κατασκευής στα πλαίσια υλοποίησης του Νοτίου Διαδρόμου.

Επιπρόσθετα, μέσα στο ίδιο πλαίσιο αυτής της στρατηγικής, η Ελλάδα πρωτοπόρησε και σε ότι αφορά στην ιδέα του επονομαζόμενου Κάθετου Διαδρόμου, αναπόσπαστο μέρος του οποίου είναι ο δια-συνδετήριος αγωγός Ελλάδας-Βουλγαρίας IGB, που υποστηρίζεται από τη ΔΕΠΑ, την ιταλική Edison και τη Βουλγαρική BEH και που απ’ ότι δείχνουν οι τελευταίες εξελίξεις οδεύει προς υλοποίηση με στόχο να τεθεί σε λειτουργία στις αρχές του 2020 και ο αγωγός EastMed που θα επιτρέψει τη μεταφορά αερίου από τα κοιτάσματα της Κύπρου και του Ισραήλ (ενδεχομένως μελλοντικά και της Ελλάδας) προς την Ευρώπη. Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και το σχέδιο δημιουργίας ενός πλωτού σταθμού LNG στη Βόρεια Ελλάδα που υποστηρίζεται από τους ιδιωτικούς Ομίλους Κοπελούζου και Λιβανού.

Τέλος, ένας ακόμη αγωγός που ενδιαφέρει άμεσα τη χώρα μας είναι η πιθανή επέκτασης του TurkishStream από τα ελληνοτουρκικά σύνορα προς την Ιταλία, που εν δυνάμει θα μπορούσε να αξιοποιήσει τον υποθαλάσσιο αγωγό Ελλάδας-Ιταλίας (IGI Poseidon), στον οποίο συμμετέχουν ισότιμα η ΔΕΠΑ και η ιταλική Edison, ή εναλλακτικά την πλεονάζουσα δυναμικότητα του TAP. Υπό την προϋπόθεση της πιστής τήρησης της ισχύουσας ευρωπαϊκής νομοθεσίας και της υιοθέτησης marketbased κριτηρίων για τη χρηματοδότηση της σχετικής επένδυσης (κάτι που εξάλλου επιβάλλεται και από τη σημερινή οικονομική πραγματικότητα), ο αγωγός αυτός, παρά τις αντιδράσεις που συναντά εκ των ΗΠΑ, θα μπορούσε να έχει πολλαπλά θετικά αποτελέσματα για τα ενεργειακά πράγματα της Ελλάδας,  την οικονομία της και την ενίσχυση της γεωπολιτικής της θέση στην ευρύτερη περιοχή.

Εικόνα 3: Σχηματική απεικόνιση αγωγών αερίου στην ΝΑ Ευρώπη και την Ελλάδα

Τα παραπάνω projects (έστω και αν η υλοποίηση κάποιων εξ αυτών δεν μπορεί να θεωρηθεί ακόμη σήμερα ως δεδομένη), σε συνδυασμό και με το γεγονός ότι η ΔΕΠΑ εξασφάλισε το 2013 μια ακόμη σύμβαση προμήθειας αερίου από το Αζερμπαϊτζάν, επιτρέπουν τον ισχυρισμό ότι η Ελλάδα πέτυχε σε μεγάλο βαθμό τους στόχους της ενεργειακής της στρατηγικής αφού:

  • διεύρυνε τις πηγές προμήθειας φυσικού αερίου
  • καταγράφεται πλέον λόγω του TAPστον ενεργειακό χάρτη ως χώρα διαμετακόμισης φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, με προοπτική μάλιστα να φιλοξενήσει και άλλους αγωγούς μεταφοράς αερίου στο μέλλον (EastMed, επέκταση TurkishStream) και να μετατραπεί έτσι σε ένα πραγματικό ενεργειακό κόμβοκαι
  • πρωταγωνιστεί σε προσπάθειες και έργα διασυνδέσεων που συμβάλλουν στην ολοκλήρωση των υποδομών αερίου και τη δημιουργία μιας περιφερειακή αγοράς ενέργειας στη ΝΑ Ευρώπη (IGB, FSRU στη Βόρεια Ελλάδα, αναβάθμιση της δυναμικότητας του σταθμού LNG στη Ρεβυθούσα, υπόγεια αποθήκη Καβάλας).

Αξίζει τέλος στο σημείο αυτό να υπογραμμιστεί ότι η Ελλάδα, λόγω της γεωγραφικής της θέσης και των παραπάνω στρατηγικού χαρακτήρα υποδομών έχει πλέον όλες τις προϋποθέσεις να μετατραπεί και σε ένα περιφερειακό tradedhub διαμόρφωσης των τιμών φυσικού αερίου για ολόκληρη την περιοχή, με πρόσθετα οφέλη για τη χώρα, την οικονομία και τους καταναλωτές.

3.3  Οι εθνικοί στόχοι, ο ρόλος και οι προοπτικές του φυσικού αερίου στα χρόνια που έρχονται

Με βάση όσα παρατέθηκαν στην εισαγωγή και στην ενότητα 2 της παρούσας εργασίας, που ουσιαστικά διαμορφώνουν το γενικότερο θεσμικό και επιχειρησιακό περιβάλλον στον τομέα του φυσικού αερίου, θα επιχειρηθεί να γίνει μια σύντομη καταγραφή των εθνικών και τομεακών προτεραιοτήτων και στόχων,που κατά τη γνώμη μας θα πρέπει να επιδιωχθούν στη χώρα μας στα χρόνια που έρχονται.

Οι βασικοί εθνικοί στόχοι θα πρέπει να είναι:

  • η επέκταση του δικτύου διανομής αερίου σε ολόκληρη την Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένων και των απομακρυσμένων και των νησιωτικών περιοχών της

Τα επόμενα χρόνια έχει ήδη προγραμματιστεί μια σημαντική επέκταση των δικτύων διανομής αερίου από τη νεοσύστατη θυγατρική εταιρία της ΔΕΠΑ ΕΔΑ Λοιπής Ελλάδας σε αρκετές αστικές περιοχές της χώρας (συνολικά 1100 χιλιόμετρα, με κόστος επένδυσης 170 εκ. Ευρώ σε πόλεις της Θράκη, της Μακεδονίας και της Στερεά Ελλάδα). Επειδή ωστόσο σε πολλές περιπτώσεις απομακρυσμένων περιοχών η επέκταση των δικτύων διανομής είναι οικονομικά ασύμφορη η/και τελείως ανεδαφική όπως στην περίπτωση των νησιών, η τροφοδοσία του μπορεί να γίνει με τις ώριμες πλέον τεχνολογίες του CNG και small-scale LNG, (virtual pipelines), ένα concept που γνωρίζει διεθνώς ραγδαία ανάπτυξη, κυρίως σε χώρες που δεν έχουν ολοκληρώσει την επέκταση των δικτύων τους ή σε χώρες που τώρα αποφάσισαν να αναπτύξουν το δίκτυο αερίου και λόγω των γαιω-μορφολογικών χαρακτηριστικών τους αναζητούν λιγότερο κοστοβόρες επενδυτικές λύσεις. Η συνεχώς αυξανόμενη ελκυστικότητα των virtual pipelines για τροφοδοσία μεμονωμένων καταναλωτών ή και ολόκληρων περιοχών μέσω της ανάπτυξης τοπικών μικρο-δικτύων, οφείλεται σε μια σειρά χαμηλού σχετικά κόστους εφαρμογών και τεχνολογικών επιτευγμάτων και πλεονεκτημάτων [φιάλες και trailers CNG από τεχνολογικά εξελιγμένα συνθετικά υλικά που αντέχουν σε πολύ μεγαλύτερες πιέσεις που φτάνουν τα 250 bar ή αντίστοιχα κρυογενικές φιάλες και trailersLNGπου επιτρέπουν τη μεταφορά ακόμη μεγαλύτερων ποσοτήτων αερίου σε μακρινές αποστάσεις (για το LNG μέχρι και 1500 χιλιόμετρα), sophisticated συστήματα mother-daughter, on-board compressors και re-gasifiers, προηγμένα συστήματα logistics κλπ.].

Η ΔΕΠΑ έχει αναπτύξει ήδη από την περασμένη δεκαετία τέτοια συστήματα CNG, δημιουργώντας δύο μεγάλους σταθμούς ανεφοδιασμού λεωφορείων και απορριμματοφόρων με συμπιεσμένο φυσικό αέριο στην Αθήνα, ενώ τα τελευταία χρόνια επενδύει και στη δημιουργία ενός δικτύου σταθμών ανεφοδιασμού ΙΧ αυτοκινήτων και φορτηγών σε διάφορες πόλεις της χώρας. Η μέχρι τώρα εμπειρία  δείχνει ότι υπάρχουν εξαιρετικά αποτελέσματα (εμπορικά, περιβαλλοντικά κλπ.), ενώ οι κάτοχοι των πάσης φύσεως οχημάτων φυσικού αερίου απολαμβάνουν πολύ χαμηλότερες  τιμές σε σχέση με τα υπόλοιπα υγρά καύσιμα και το υγραέριο.

Η μαζική λοιπόν υλοποίηση τέτοιων σχεδίων τόσο σε ότι αφορά στο CNGόσο και στο LNG, που από τη φύση του έχει ακόμη μεγαλύτερα πλεονεκτήματα (το ενεργειακό δυναμικό του LNG είναι τριπλάσιο σε σχέση με αυτό του CNG και συνεπώς τα πλεονεκτήματα από την ανάπτυξη small-scale LNG εφαρμογών θα είναι ακόμη περισσότερα) θα δημιουργήσει προϋποθέσεις για μια σημαντική περαιτέρω ανάπτυξη της εγχώριας αγοράς του φυσικού αερίου, για την περιφερειακή ανάπτυξη της χώρας (ιδιαίτερα σε ορισμένες απομακρυσμένες γεωγραφικές περιοχές της Δυτικής Ελλάδας όπου είναι πολύ δύσκολο και ασύμφορο να επεκταθεί αναπτυχθεί το δίκτυο), καθώς και για τη δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης, ενώ ταυτόχρονα θα συμβάλλει θετικά στο περιβαλλοντικό αποτύπωμα της Ελλάδας.

Εικόνα 4: Σχηματική απεικόνιση ολοκληρωμένου virtualpipeline

  • η διεύρυνση των χρήσεων του αερίου και του LNGσε νέες κατηγορίες και τομείς κατανάλωσης, όπως για παράδειγμα η χρήση του φυσικού αερίου πχ στο τομέα των μεταφορών για κίνηση των πάσης φύσεως οχημάτων και φορτηγών, καθώς και ως marine fuel, αλλά και σε εφαρμογές αποκεντρωμένης παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας (tri-generation, microturbines, fuelcells κλπ.). Ειδικά η χρήση του αερίου/LNG στα οχήματα και κυρίως του LNG ως marine fuel κατά τα πρότυπα των χωρών της Βόρειας Ευρώπης και της Βαλτικής, ως αποτέλεσμα των πολύ αυστηρών πλέον διεθνών προδιαγραφών για της εκπομπές κυρίως SO2, δημιουργεί επίσης σοβαρές προοπτικές και προϋποθέσεις αναβάθμισης των περιβαλλοντικών συνθηκών στα λιμάνια της χώρας και γενικά της Μεσογείου, ενώ αν προετοιμαστούμε συστηματικά και εκμεταλλευτούμε έγκαιρα τις ευκαιρίες που δημιουργούνται μπορεί να υπάρξουν και θετικές επιπτώσεις για τη ναυτιλία μας και το ναυπηγοεπισκευαστικό τομέα.

Εικόνα 5:οι τεχνολογίες CNG και small-scaleLNG είναι ώριμες και cost-effective

  • η δημιουργία μια πλήρως ανταγωνιστικής εγχώριας αγοράς φυσικού αερίου και ενέργειας γενικότερα.

Όπως επισημάνθηκε και προηγούμενα η κουλτούρα του κρατισμού έχει εμποδίσει σε μεγάλο βαθμό τη διαδικασία απελευθέρωσης των εγχώριων αγορών φυσικού αερίου και ενέργειας σε βάρος των καταναλωτών και της εθνικής οικονομίας, μιας και οι κρατικές η μονοπωλιακού χαρακτήρα επιχειρήσεις δεν σπεύδουν η δεν μπορούν λόγω γραφειοκρατίας να εκμεταλλευτούν τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται στην αγορά όπως πχ η αγορά φορτίων LNG από τη spotαγορά σε ελκυστικές τιμές. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι η ορθή πολιτική είναι η πλήρης αποξένωση του κράτους από τους τομείς αυτούς και ιδιαίτερα από τα δίκτυα μεταφοράς και διανομής που αποτελούν φυσικά μονοπώλια. Δεδομένων όμως των σημερινών δραματικών οικονομικών συνθηκών της χώρας και των τάσεων που επικρατούν στην Ευρώπη και διεθνώς στον τομέα του φυσικού αερίου θα πρέπει τουλάχιστον να μην καθυστερήσουμε  άλλο το άνοιγμα των αγορών αυτών στον ανταγωνισμός, ταυτόχρονα με την προώθηση και των άλλων αναγκαίων μεταρρυθμίσεων και ρυθμιστικών παρεμβάσεων για την εγκαθίδρυση του targetmodelκαι στις δύο αγορές κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα και απαιτήσεις.

  • Εκτός των παραπάνω στόχων, η χώρα μας θα πρέπει ταυτόχρονα να συνεχίσει να είναι εξωστρεφής και να μετέχει ενεργά στο διπλωματικό, γεωπολιτικό και επενδυτικό ενεργειακό γίγνεσθαι της ευρύτερης περιοχής

Κατ’ αυτόν τον τρόπο η χώρα θα είναι σε θέση να αξιοποιήσει και να αναβαθμίσει την γαιωστρατηγική της θέσησε ότι αφορά τη φιλοξενία αγωγών μεταφοράς και εγκαταστάσεων LNG για την τροφοδοσία της Ευρώπης με αέριο, ανεξαρτήτως πηγής και χώρας προέλευσή του. Κατά την άποψή μας όσο περισσότεροι αγωγοί διασχίζουν την περιοχή μας τόσο το καλύτερο για την ασφάλεια εφοδιασμού και την ανάπτυξη gas-to-gas ανταγωνισμού στην προμήθεια αερίου. Σήμερα, με τη γεωπολιτική αστάθεια που επικρατεί σε πολλές χώρες της Βορείου Αφρικής και της Μέσης Ανατολής που έχουν πλούσια κοιτάσματα φυσικού αερίου ή και σε χώρες μέσα από το έδαφος των οποίων μεταφέρεται φυσικό αέριο όπως πχ η Ουκρανία, γίνεται πολύ εύκολα κατανοητή η σημασία αγωγών όπως ο TAP, ο EastMed, η επέκταση του TurkishStream προς Ιταλία, αλλά και η δημιουργία άλλων κρίσιμων υποδομών όπως ο πλωτός σταθμός LNG Βόρεια Ελλάδα και ο IGB.

  • Επίσης, με την υλοποίηση των πιο πάνω έργων περιφερειακού και ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος έργων και εφόσον βεβαίως αναληφθούν εκ μέρους της Ελλάδας οι δέουσες διακρατικές και άλλες πρωτοβουλίες και υπάρξει κατάλληλη προετοιμασία και επεξεργασία συγκεκριμένου σχεδίου, η χώρα θα μπορεί βάσιμα να ελπίζει και στην επίτευξη του στόχου της δημιουργίας μιας ανταγωνιστικής περιφερειακής αγοράς ενέργειας στη ΝΑ Ευρώπη καθώς και στην εγκαθίδρυση στην επικράτειά της ενός περιφερειακού traded hub φυσικού αερίου. 
  • Τέλος, η χώρα θα πρέπει να εντείνει τις προσπάθειές της για την ανεύρεση και εκμετάλλευση και εγχώριων πηγών φυσικού αερίου, που όπως όλα δείχνουν ενδέχεται να υπάρχουν στην ηπειρωτική χώρα και την ελληνική ΑΟΖ. Για το σκοπό αυτό πρέπει να ληφθούν τάχιστα, με διαφάνεια και εθνική συναίνεση, όλες οι αναγκαίες αποφάσεις και κυρίως οι συνεργασίες με μεγάλες διεθνείς upstream εταιρίες στη βάση των εμπειριών από επιτυχημένα παραδείγματα άλλων χωρών (οργανωτικές, νομοθετικές, ρυθμιστικές, φορολογικές κλπ.) που θα επιτρέψουν την υλοποίηση αυτού του σημαντικότατου στόχου το συντομότερο δυνατόν.

4. ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Από όσα αναλύθηκαν πιο πάνω, προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα ότι, παρά τα επιμέρους προβλήματα, τις καθυστερήσεις ή και ενστάσεις που μπορεί δικαιολογημένα να υπάρχουν, η ελληνική στρατηγική στον τομέα του φυσικού αερίου τις περασμένες δεκαετίες κρίνεται επιτυχής και σε γενικές γραμμές αποτελεσματική, αφού διαχρονικά παρήγαγε απτά αποτελέσματα με θετικές επιπτώσεις για τα ενεργειακά και περιβαλλοντικά πράγματα της χώρας, την ελληνική οικονομία και την κοινωνία. Στο πλαίσια της εν λόγω εθνικής στρατηγικής, ο τομέας του φυσικού αερίου αποτέλεσε και εξακολουθεί να αποτελεί σήμερα πόλο έλξης δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων, που μπορούν να συμβάλλουν στην έξοδο της Ελλάδας από την κρίση και την επιστροφή της στην ανάπτυξη και που ταυτόχρονα  μπορούν να αναδείξουν περαιτέρω τα γαιωστρατηγικά πλεονεκτήματα της χώρας και να ενισχύσουν το διεθνή ρόλο και το κύρος της Ελλάδας στην ευρύτερη περιοχή.

Με την υιοθέτηση και κυρίως η υλοποίηση των επικαιροποιημένωνεθνικών και τομεακών στόχων που προτάθηκαν ανωτέρω, ή χώρα μπορεί (ακόμη και κάτω από τους σημερινούς πολιτικούς και οικονομικούς περιορισμούς) να πολλαπλασιάσει τις επενδυτικές ευκαιρίες στον τομέα του φυσικού αερίου και της ενέργειας γενικότερα και να συμβάλλει έτσι στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, την περιφερειακή ανάπτυξη, την ενίσχυση της απασχόλησης  και τη δημιουργία μιας ενιαίας και ανταγωνιστικής αγοράς ενέργειας στη χώρα μας και την περιοχή της ΝΑ Ευρώπης, με τη χώρα μας και τις ενεργειακές της επιχειρήσεις να παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο.

Τέλος, προωθώντας τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις σε θεσμικό, ρυθμιστικό και επιχειρησιακό επίπεδο και επανακαθορίζοντας τον αναντικατάστατο ρόλο του φυσικού αερίου στην επίτευξη των δεσμευτικών στόχων της χώρας για τη μείωση των εκπομπών GHGs, την υποστήριξη της αυξημένης διείσδυσης των ΑΠΕ (back-up καύσιμο) και την ενίσχυση της ενεργειακής αποδοτικότητας μέσω της διεύρυνσης των αποδοτικών χρήσεων του αερίου, η χώρα μπορεί να μεταβεί με ασφάλεια και επιτυχία σε μια οικονομία με λιγότερο άνθρακα.

Αθήνα, Σεπτέμβριος 2017 [i]

[i] 1.  Με πιο σημαντική αυτή του ParisCOP 21 Agreementπου υπογράφηκε από το σύνολο σχεδόν των χωρών του πλανήτη το 2016 και θα αρχίσει η εφαρμογή της το 2020

2. “The Future of Gas in Decarbonizing European Energy Markets: the need for a new approach”: Prof. Jonathan Stern, Oxford Institute for Energy Studies (2017)

3. BP Statistical Review 2016

4.“The Future of Gas in Decarbonizing European Energy Markets: the need for a new approach”: Prof. Jonathan Stern, Oxford Institute for Energy Studies (2017)

5. Σύμφωνα με το τελευταίο Reportτου GIIGNL“theLNGIndustry” Edition 2017,στο τέλος του 2016 υπήρχαν πλέον 19 εξαγωγικές χώρες LNGκαι 39 εισαγωγικές χώρες LNG, ενώ το εμπόριο LNGστις spotαγορές αντιπροσωπεύει πλέον το 30% των συνολικών εμπορικών συναλλαγών LNG.

5.Σύμφωνα με την ΒΡ, το εμπόριο LNGθα αναπτύσσεται 7 φορές γρηγορότερα σε σχέση με εμπόριο του αερίου αγωγών τα επόμενα (BPEnergyOutlook, 2017 Edition)

6. “A changing Global Gas Order”: Tim Boersma and Tatiana Mitrova, Center on Global Energy Policy, COLUMBIA/SIPA (2017)

7. “Energy Union Package: A Framework Strategy for a Resilient Energy Union with a Forward-Looking Climate Change Policy”: European Commission (COM) 2015 80 FinalL

*O κ. Παλαιογιάννης είναι Managing Partner MEDGAS & MORE SERVICES LTD και πρώην Διευθύνων Σύμβουλος ΔΕΠΑ ΑΕ