Στις προκλήσεις που ορθώνονται για τις χονδρεμπορικές αγορές ηλεκτρικής αλλά και στις προοπτικές που διανοίγονται για τις νέες αγορές του Target Model αναφέρθηκε διεξοδικά η κα. Νεκταρία Καρακατσάνη, μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΡΑΕ σε πρόσφατο ενεργειακό συνέδριο που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα. Η κα. Καρακατσάνη επισήμανε ότι οι ΑΠΕ απαρτίζουν, ήδη, το 18% της τελικής ενεργειακής κατανάλωσης

και αποτελούν σημείο αναφοράς για τις πολιτικές που υιοθετούνται εσχάτως, για την ενέργεια και το κλίμα. Οι ανανεώσιμες πηγές απαιτούν ένα σημαντικό βαθμό ευελιξίας προκειμένου να  αντισταθμίζουν τις διακυμάνσεις της παραγωγής τους, ενώ μειώνουν, παράλληλα, τα επίπεδα των τιμών στις ημερήσιες αγορές, όπως και την παραγωγή από τις συμβατικές θερμοηλεκτρικές μονάδες. Λόγω του διπλού αυτού αντίκτυπού τους προκύπτουν, συχνά, προβλήματα οικονομικής βιωσιμότητας σε μονάδες που παρέχουν ευελιξία, τόνισε η ίδια.

Επιπροσθέτως, η κα. Καρακατσάνη ανέφερε πως οι μηχανισμοί ισχύος που εφαρμόζονται για να αντιμετωπίσουν ζητήματα επάρκειας, αλλά και για να αποτρέψουν αποσύρσεις των αναγκαίων μονάδων, γίνονται ολοένα πιο σύνθετοι, αφού βασίζονται πλέον σε ανταγωνιστικές διαδικασίες, αντανακλούν εναρμονισμένες αρχές σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, ενώ πρόσφατα θεσπίστηκε και όριο εκπομπών CO2 που επηρεάζει καταλυτικά την επιλεξιμότητα των ρυπογόνων μονάδων. Η μετεξέλιξη των μηχανισμών ισχύος, σε συνδυασμό με τα πιο αυστηρά κριτήρια που ισχύουν ώστε να εγκρίνονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, περιορίζει το κόστος που προκύπτει για τους καταναλωτές. Ωστόσο, για την ασφάλεια εφοδιασμού και τους παραγωγούς αποτελεί μια συνιστώσα αβεβαιότητας, είπε χαρακτηριστικά.

Το μέλος της ΡΑΕ ανέφερε, ακόμη, πως το ενεργειακό μίγμα αναθεωρείται σε εθνικό επίπεδο, ιδίως σε συνάρτηση με τα σχέδια για την απόσυρση ανθρακικών και πυρηνικών μονάδων, χωρίς απαραίτητα να είναι σαφείς οι επιπτώσεις για την ασφάλεια του εφοδιασμού και τα επίπεδα τιμών στις αγορές.

Οι πιο φιλόδοξοι περιβαλλοντικοί στόχοι που έχουν τεθεί για το 2030 αναδεικνύουν την ανάγκη για πληρέστερη συμμετοχή των ΑΠΕ στις αγορές. Η μετάβαση από τις εγγυημένες τιμές (FIT) σε σχήματα διαφορικής προσαύξησης (FIP), οι δημοπρασίες για σταθμούς ΑΠΕ, και η ευθύνη εξισορρόπησης συνιστούν σημαντικές μεταβολές, που περιορίζουν την επιβάρυνση των καταναλωτών αλλά και τη στρέβλωση των αγορών.

Επίσης, η αποθήκευση και η απόκριση ζήτησης συνιστούν μια σημαντική βάση, που είναι, ακόμη, αναξιοποίητη σε μεγάλο βαθμό. Εμφανίζει ωστόσο, νέα δυναμική, λόγω της αισθητής υποχώρησης του κόστους, αλλά και το πιο σαφές πλαίσιο που εισάγει το Πακέτο της Καθαρής Ενέργειας, αίροντας τα όποια ρυθμιστικά εμπόδια προκύπτουν.

Οι επενδύσεις σε υποδομές διασυνδέσεων και έξυπνα δίκτυα υπερβαίνουν, σύμφωνα με εκτιμήσεις της ΕΕ, τα 177 δις. ευρώ, σε ετήσια βάση, κατά την επόμενη δεκαετία. Η μετακύλιση του υπερβολικού αυτού κόστους στους καταναλωτές δεν μπορεί να συντελεστεί με παρελθόντες όρους.

Παρά τις μεταρρυθμίσεις που συντελούνται και την προσήλωση στην ενεργειακή μετάβαση, σε αρκετές χώρες οι αγορές εμφανίζουν υψηλό δείκτη συγκέντρωσης, γεγονός που δύναται να περιορίσει τα οφέλη του ανταγωνισμού. Εξίσου ανησυχητική είναι και η περιορισμένη συσχέτιση των τιμολογίων λιανικής με τη χονδρεμπορική αγορά, επισήμανε η κα. Καρακατσάνη.

Στο πλαίσιο αυτό, οι Ρυθμιστικές Αρχές Ενέργειας της Ευρώπης διατυπώνουν συχνά-πυκνά τον προβληματισμό τους για το αν οι αγορές αντανακλούν, τελικά, τα θεμελιώδη μεγέθη προσφοράς και ζήτησης, ιδίως σε συνθήκες έλλειψης.

Η κα. Καρακατσάνη έκανε, επίσης, διεξοδική αναφορά στο χρηματιστήριο ενέργειας και το πλαίσιο των νέων αγορών του target model. Μια κρίσιμη παράμετρος, τόνισε, είναι η ενίσχυση της διαφάνειας στη διαμόρφωση τιμών και η αποτροπή στρεβλώσεων. Για το λόγο αυτό, επιλέχθηκε σε πρώτο στάδιο, η συμμετοχή των συμβατικών παραγωγών ανά μονάδα σε όλες τις αγορές, εκτός της προθεσμιακής, όπου επιτρέπονται τα χαρτοφυλάκια μονάδων.  Για τη διατήρηση της ρευστότητας στις βραχυπρόθεσμες αγορές αλλά και την αποτροπή καταχρηστικών συμπεριφορών, κρίθηκε θεμιτή η ύπαρξη ενός περιορισμού που θα αφορά την επιτρεπτή αναλογία μεταξύ ποσοτήτων στην προθεσμιακή και την ημερήσια αγορά. Στην ημερήσια αγορά καταργήθηκε ο περιορισμός του ελάχιστου μεταβλητού κόστους, καθώς αυτό θα καθιστούσε μη συγκρίσιμες τις τιμές στις αγορές που θα συζευχθούν.

Προκειμένου να διατηρηθεί η ασφάλεια του εφοδιασμού, είναι υποχρεωτική η συμμετοχή των παραγωγών, τόσο στην ημερήσια αγορά όσο και στην αγορά εξισορρόπησης (balancing).

Ένα βασικό επίσης ζητούμενο είναι η ομαλή μετάβαση στο νέο σχήμα αγορών και η στέρεη διαδικασία προσαρμογής. Για το λόγο αυτό επιλέχθηκε άλλωστε, το μοντέλο της κεντρικής κατανομής, το οποίο διατηρεί αντίστοιχη λογική με το υφιστάμενο μοντέλο λειτουργίας στον πραγματικό χρόνο.

Το Target Model δημιουργεί νέες δυνατότητες για τους συμμετέχοντες, επιτρέποντας τη διαδοχική προσαρμογή των θέσεών τους, εργαλεία διαχείρισης ρίσκου, αποζημίωση επιμέρους υπηρεσιών, πιο αξιόπιστα οικονομικά σήματα, και ένα πιο σαφές τοπίο για τη δραστηριοποίησή τους.

Είναι παράλληλα και μια πρόκληση για τους παραγωγούς, καθώς θα πρέπει στις προσφορές τους να αντανακλούν τεχνικά χαρακτηριστικά των μονάδων τους αλλά και επιμέρους κόστη, όπως το κόστος αποσυγχρονισμού, που αυτή τη στιγμή αμείβεται εκ των υστέρων με διακριτή χρέωση.

Επίσης, η προθεσμιακή αγορά δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως μια δυνατότητα να συγκαλυφθούν κόστη ακριβών μονάδων, ώστε αυτές να παρακάμψουν την οικονομικότητα της ημερήσιας αγοράς, και να ενταχθούν κατά προτεραιότητα.  Τέτοιες συμπεριφορές είναι πιθανόν να εγείρουν ζητήματα στο πλαίσιο του κανονισμού Remit, που θεσπίστηκε ακριβώς για να προσδώσει περισσότερη διαφάνεια, κατεξοχήν στις προθεσμιακές αγορές.

Tέλος, η κα. Καρακατσάνη αναφέρθηκε στους κανονισμούς που έχουν εγκριθεί από τη ΡΑΕ, ήτοι τους Spot Trading και Balancing Rulebooks, τον Κανονισμό Εκκαθάρισης που τελεί υπό έγκριση, και τις διαβουλεύσεις που διεξάγει η Αρχή για μεθοδολογίες και ρυθμιστικές παραμέτρους. Πέραν κάποιων εισηγήσεων που εκκρεμούν από τους Λειτουργούς των Αγορών, η ΡΑΕ αναμένει σύντομα την υποβολή των Κανονισμών για Χρηματιστηριακά Ενεργειακά Προϊόντα, αλλά και την επικαιροποιημένη μελέτη του Χρηματιστηρίου για το όριο προθεσμιακών συναλλαγών.

Η έμφαση δίδεται, πλέον, στην υλοποίηση των πληροφοριακών συστημάτων που θα υποστηρίζουν τις αγορές. Οι όποιες πολυπλοκότητες ανακύψουν στην αγορά εξισορρόπησης, που είναι και η πιο σύνθετη, από τεχνικής άποψης, επηρεάζουν συνολικά την υλοποίηση των αγορών.

«Αντιλαμβάνομαι ότι η ΕΧΕ καταβάλει προσπάθειες ώστε να περιορίσει την επίδραση που απορρέει από τυχόν ζητήματα στην αγορά εξισορρόπησης στην εξέλιξη των δικών της συστημάτων της, στην εκπόνηση δοκιμών, και στην εκπαίδευση των χρηστών», είπε η κα. Καρακατσάνη και κατέληξε: «Η υιοθέτηση βέλτιστων πρακτικών, προσαρμοσμένων στις ιδιαιτερότητες της ελληνικής αγοράς, είναι μια διαχρονική ανάγκη».