Βασικός λόγος για τον οποίο η ΡΑΕ εξετάζει αυτή την προοπτική, είναι το ότι οι ρήτρες στη χώρα μας, χρησιμοποιούνται με τόσο πολλές παραλλαγές, ώστε να καθίσταται εξαιρετικά δυσχερής η παρακολούθηση της εφαρμογής τους. Το ίδιο ισχύει και για το εύρος διακύμανσης των τιμών εντός των οποίων ενεργοποιούνται οι ρήτρες, εκτός του ότι ορισμένοι προμηθευτές μετακυλίουν στους πελάτες τους, ένα ποσοστό από την επιβάρυνση που προκύπτει.
Επίσης, η ΡΑΕ διερευνά το ενδεχόμενο να υποχρεώσει όλους τους παρόχους ηλεκτρικής ενέργειας να προσφέρουν τουλάχιστον ένα σταθερό τιμολόγιο, απαλλαγμένο από ρήτρες, για κάθε κατηγορία καταναλωτών, εκ παραλλήλλου με τη θέσπιση των κανόνων για τον καθορισμό τους.
Η απόφαση της ρυθμιστικής αρχής να ερευνήσει τον τρόπο με τον οποίο οι εταιρείες προμήθειας χαράσσουν την τιμολογιακή πολιτική τους, ελήφθη κατόπιν μιας σειράς παραπόνων που εξέφρασαν αρκετοί καταναλωτές, οι οποίοι διαμαρτυρήθηκαν για αυξήσεις στους λογαριασμούς τους, μετά την ενεργοποίηση από τον προμηθευτή τους, της ρήτρας που περιλαμβανόταν στο συμβόλαιο που είχαν συνάψει μαζί του.
Υπό την πίεση των καταναλωτών, η ΡΑΕ θέλει να προβεί σε εκείνες τις αλλαγές που θα συμβάλουν στην καλύτερη ενημέρωσή τους, αλλά και θα τους παράσχουν τη δυνατότητα να προβλέπουν και να επαληθεύουν το ύψος της πρόσθετης χρέωσης στους λογαριασμούς τους.
Προκειμένου να έχει σαφέστερη εικόνα σχετικά με τα κυμαινόμενα τιμολόγια στην εγχώρια λιανική αγορά, η ΡΑΕ ζήτησε, πρόσφατα, από όλους τους προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας να προσκομίσουν στοιχεία που αφορούν τόσο στις ρήτρες τις οποίες χρησιμοποιούν, όσο και πώς τις υπολογίζει. Τα στοιχεία αναφέρονται στη χρονική περίοδο 2017-2018, και αποτυπώνουν το πώς προσδιόριζε κάθε πάροχος την έκθεση κινδύνου του στις αυξήσεις των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας, στην αγορά χονδρεμπορικής, αλλά και το σε ποιο ποσοστό μετακυλούσε το ρίσκο του στους πελάτες του, ακριβώς μέσω των ρητρών.
Παράλληλα, στις αποφάσεις της η ΡΑΕ θα λάβει υπόψη και τις παρατηρήσεις που θα υποβληθούν στη δημόσια διαβούλευση για τα τιμολόγια λιανικής και την όσο το δυνατό πληρέστερη ενημέρωση των καταναλωτών, που ξεκίνησε στα τέλη Απριλίου και μόλις ολοκληρώθηκε.