ο οποίος είναι πλούσιος σε υδρογονάνθρακες και άλλα οργανικά στοιχεία, που αποτελούν θεμέλιους λίθους της ζωής. Είναι η πρώτη φορά που ένα μακρινό ουράνιο σώμα δεν θα μελετηθεί ούτε από ρόβερ, ούτε από δορυφόρο.
Η αποστολή θα εκτοξευθεί το 2026 και θα φθάσει στον Τιτάνα το 2036. Η αρχική διάρκεια της αποστολής θα είναι 2,7 χρόνια και ένας από τους στόχους της θα είναι να ανακαλύψει χημικά ίχνη προηγούμενης ή τωρινής ζωής.
Η ιπτάμενη διαστημοσυσκευή, που θα επισκεφθεί δεκάδες τοποθεσίες του Τιτάνα, από κρατήρες ως αμμόλοφους, εκμεταλλευόμενη την πυκνή ατμόσφαιρα του δορυφόρου (τέσσερις φορές πιο πυκνή από τη γήινη), θα κινείται με οκτώ στροφεία (ρότορες) και θα μπορεί να πετάξει και να προσεδαφιστεί όπως ένα μεγάλο drone στη Γη.
«Με την αποστολή Dragonfly, η NASA για μια ακόμη φορά θα κάνει κάτι που κανένας άλλος δεν μπορεί να κάνει. Η επίσκεψη σε αυτό τον μυστηριώδη ωκεάνιο κόσμο μπορεί να φέρει επανάσταση σε όσα ξέρουμε για τη ζωή στο σύμπαν», δήλωσε ο επικεφαλής της NASA Τζιμ Μπριντενστάιν.
Χάρη στα στοιχεία που επί χρόνια έχει στείλει το σκάφος Cassini από τον Τιτάνα, οι επιστήμονες της NASA έχουν διαλέξει την κατάλληλη εποχή και τοποθεσία για την άφιξη του Dragonfly. Σε πρώτη φάση, θα προσεδαφιστεί στην περιοχή «Σαγκρι-Λα» κοντά στον ισημερινό του δορυφόρου, η οποία θυμίζει τους αμμόλοφους της Ναμίμπια στην Αφρική.
Το drone θα «πηδάει» από το ένα μέρος στο άλλο, κάνοντας σύντομες πτήσεις έως οκτώ χιλιομέτρων κάθε φορά και κατεβαίνοντας για να συλλέξει δείγματα. Τελικά θα επισκεφθεί τον κρατήρα πρόσκρουσης Σελκ, όπου υπάρχουν ενδείξεις για υγρό νερό στο παρελθόν, οργανικά μόρια και παροχή ενέργειας (όλα τα συστατικά της ζωής). Συνολικά το Dragonfly θα πετάξει πάνω από 175 χιλιόμετρα, σχεδόν διπλάσια απόσταση από όλα μαζί τα ρόβερ στον 'Αρη.
Ο Τιτάν έχει μια ατμόσφαιρα με βάση το άζωτο, όπως η Γη, αλλά έχει νέφη και βροχές από μεθάνιο. 'Αλλες οργανικές ουσίες σχηματίζονται στην ατμόσφαιρα του και πέφτουν στο έδαφος σαν χιόνι. Ο δορυφόρος, ο δεύτερος μεγαλύτερος στο ηλιακό μας σύστημα, είναι μεγαλύτερος από τον πλανήτη Ερμή. Απέχει από τον Ήλιο δεκαπλάσια απόσταση από ό,τι η Γη, με αποτέλεσμα η θερμοκρασία του να είναι περίπου μείον 179 βαθμοί Κελσίου, ενώ η ατμοσφαιρική πίεση στην επιφάνεια του είναι περίπου 50% μεγαλύτερη από ό,τι της ατμόσφαιρας στη Γη.
Η αποστολή Dragonfly θα αποτελέσει μέρος του ευρύτερου προγράμματος New Frontiers (Νέα Σύνορα) της NASA, το οποίο περιλαμβάνει επίσης τις ήδη ευρισκόμενες σε εξέλιξη αποστολές New Horizons στον Πλούτωνα και στη Ζώνη Κάιπερ, Juno στο Δία και Osiris-Rex στον αστεροειδή Μπενού. Την ευθύνη του Dragonfly θα έχει το Εργαστήριο Εφαρμοσμένης Φυσικής (APL) του Πανεπιστημίου Τζονς Χόπκινς της Βαλτιμόρης, αυτό που κάποτε διηύθυνε ο Έλληνας διαστημικός επιστήμονας και ακαδημαϊκός Σταμάτης Κριμιζής.
(Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ)