S-400, όσο και των ενεργειών του στην Ανατολική Μεσόγειο. Τι συμπεραίνουμε; Πρώτον, πως ο τουρκικός αναθεωρητισμός υπερβαίνει τις κομματικές γραμμές και παρότι ενδέχεται να έχει διαφορετικό σημείο αναφοράς καταλήγει στον ίδιο παρανομαστή. Δεύτερον, μετά τη «μεταγραφή» Μπαχτσελί στην κυβερνητική ομάδα, το πολιτικό σκηνικό έχει μετατοπιστεί επί το εθνικιστικότερο, ενώ το βαθύ κράτος έχει ενδυναμωθεί. Προκειμένου η αντιπολίτευση να μη χαρακτηριστεί ενδοτική, χρησιμοποιεί υπερ-πατριωτικές κορώνες, δημιουργώντας ένα φαύλο κύκλο εθνικιστικής πλειοδοσίας. Τρίτον, παρέχοντας στήριξη στον Ερντογάν, τον καθιστά αποκλειστικό υπεύθυνο σε ενδεχόμενη αποτυχία, αποστερώντας του το άλλοθι της έλλειψης ενότητας στο εσωτερικό. Τέταρτον, η αντιπολίτευση κρίνει πως, παρά τις παλινωδίες του Τούρκου προέδρου, η εξωτερική πολιτική δεν αποτελεί προνομιακό πεδίο κριτικής και στρέφεται στην οικονομία, η οποία εμφανίζει σοβαρές αρρυθμίες. Εξάλλου, από την πορεία της εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό και η πολιτική μακροημέρευση του Ερντογάν.
Ο τελευταίος, παρά τις εμφανείς δυσκολίες που αντιμετωπίζει στην εξωτερική πολιτική, εκτιμά ότι το momentum τον ευνοεί. Έχοντας απέναντί του τον ασταθή Τραμπ και την ΕΕ σε «καταστολή» έως ότου ρυθμίσει τα του οίκου της, και θεωρώντας ότι συνολικά το δυτικό οικοδόμημα κλονίζεται, πιστεύει ότι μέσα από ένα μείγμα πολιτικής ανυπακοής και αναπροσανατολισμού προς την ανερχόμενη Ανατολή θα αποκτήσει τον σεβασμό των Δυτικών και θα κατοχυρώσει αποτελεσματικότερα τις θέσεις του. Ποντάρει στο κενό που έχει επιφέρει η μερική αναδίπλωση της Ουάσιγκτον από τα περιφερειακά δρώμενα ή τελοσπάντων η επιλεκτικότερη εμπλοκή της καθώς και στην αδυναμία των Βρυξελλών να προωθήσουν τα συμφέροντά τους με πυγμή. Θεωρεί ότι έχει στα χέρια του διαπραγματευτικά όπλα (γεωγραφική θέση, προσφυγομεταναστευτικές ροές, πρόσβαση στον μουσουλμανικό κόσμο) καθώς και ότι η πολυεπίπεδη χρησιμότητά του για ΗΠΑ και ΕΕ, τις εξαναγκάζει να αποδεχθούν μεγάλο μέρος της τουρκικής ατζέντας για να αποτρέψουν τη στρατηγική στροφή της προς την Ανατολή. Η πολιτική κατευνασμού και οι αμφιταλαντεύσεις του Λευκού Οίκου στην επιβολή κυρώσεων για τους S-400, κατά τους Τούρκους ιθύνοντες, επιβεβαιώνουν την παραπάνω άποψη.
Ωστόσο, παρατηρώντας τη μεγαλύτερη εικόνα, η χώρα και ο ηγέτης της είναι πιο ευάλωτοι παρά ποτέ, λόγω της δυσχερούς θέσης της οικονομίας, της απώλειας εμπιστοσύνης έναντί της αλλά και των πολλαπλών μετώπων, που είτε αδυνατεί να κλείσει είτε η έκβαση τους δεν εξαρτάται από αυτή. Στην Ανατολική Μεσόγειο προβάλλει την ισχύ της ως αντίδοτο στον (αυτό) αποκλεισμό της. Δεν κινείται αυτή τη στιγμή από θέση ισχύος και παρότι συστήνεται ως περιφερειακή δύναμη δεν ορίζει τις εξελίξεις στον επιθυμητό βαθμό. Αντιστοίχως, στη Συρία, πασχίζει -προσώρας χωρίς επιτυχία- να βρει τη χρυσή τομή με ΗΠΑ, Ρωσία και ασαντικό καθεστώς για να ανασχέσει τον κουρδικό κίνδυνο. Στερούμενη στέρεων και αξιόπιστων συμμαχιών, βρίσκεται σε μόνιμες διπλωματικές συναλλαγές, συχνά χωρίς υπόβαθρο. Σε ένα κόσμο ρευστότητας και ανακατατάξεων, προκύπτουν ευκαιρίες αλλά και κίνδυνοι. Η Τουρκία προσβλέπει στις πρώτες αλλά είναι βαθιά εκτεθειμένη στους δεύτερους. Το μαρτυρά, άλλωστε, ο τρόπος που πολιτεύεται ο πρόεδρος της σε εσωτερικό και εξωτερικό!
* Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στην εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ» (27/07/2019).
** Η 3η έκδοση του βιβλίου του δρος Φίλη «Τουρκία, Ισλάμ, Ερντογάν» μόλις κυκλοφόρησε.