Την Αποχώρησή τους από τη Συνθήκη Πυρηνικού Αφοπλισμού INF Επιβεβαίωσαν οι ΗΠΑ

Την Αποχώρησή τους από τη Συνθήκη Πυρηνικού Αφοπλισμού INF Επιβεβαίωσαν οι ΗΠΑ
energia.gr
Παρ, 2 Αυγούστου 2019 - 13:51

Οι ΗΠΑ επιβεβαίωσαν σήμερα την επίσημη αποχώρησή τους από τη συνθήκη πυρηνικού αφοπλισμού INF, κατηγορώντας εκ νέου τη Ρωσία ότι παραβιάζει τη σημαντική αυτή διμερή συμφωνία που είχε συναφθεί την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου και προσάπτοντας στη Μόσχα ότι είναι «η μόνη υπεύθυνη».

Η συνθήκη INF, την οποία διαπραγματεύτηκαν το 1987 ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ, Ρόναλντ Ρίγκαν και ο ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης, Μιχαήλ Γκορμπατσόφ και επικυρώθηκε από την αμερικανική Γερουσία, καταργούσε τα οπλοστάσια των πυραύλων μέσου βεληνεκούς των δύο μεγαλύτερων πυρηνικών δυνάμεων στον κόσμο και περιόριζε τη δυνατότητά τους να εξαπολύσουν αιφνιδίως ένα πυρηνικό πλήγμα. Η συνθήκη αυτή απαγορεύει τους πυραύλους εδάφους βεληνεκούς μεταξύ των 500 και 5.500 χιλιομέτρων.

«Η αποχώρηση των ΗΠΑ σύμφωνα με το άρθρο XV της συνθήκης τίθεται σήμερα σε ισχύ επειδή η Ρωσία δεν επανήλθε στον πλήρη και εξακριβωμένο σεβασμό» της συνθήκης, υπογραμμίζει σε ανακοίνωσή του ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάικ Πομπέο, από την Μπανγκόκ, όπου μετέχει σε περιφερειακή σύνοδο.

«Οι ΗΠΑ δεν θα παραμείνουν μέρος μιας συνθήκης που παραβιάζεται σκοπίμως από τη Ρωσία», προσθέτει στην ανακοίνωσή του ο Πομππέο.

«Η μη συμμόρφωση της Ρωσίας με τη συνθήκη διακυβεύει τα ύψιστα συμφέροντα των ΗΠΑ, καθώς η ανάπτυξη και η εγκατάσταση από τη Ρωσία ενός πυραυλικού συστήματος που παραβιάζει τη συνθήκη αντιπροσωπεύει μια άμεση απειλή για τις ΗΠΑ και τους συμμάχους και εταίρους μας», σημειώνει ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών.

Υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της αμερικανικής κυβέρνησης, οι οποίοι ζήτησαν να μην κατονομαστούν, δήλωσαν στο Reuters ότι η Ρωσία έχει αναπτύξει σε παραβίαση της συμφωνίας «πολλές συστοιχίες» ενός ρωσικού πυραύλου κρουζ στο δυτικό τμήμα της, οι οποίοι έχουν «τη δυνατότητα να πλήξουν σημαντικούς ευρωπαϊκούς στόχους».

Η Ρωσία αρνείται την κατηγορία αυτή, λέγοντας ότι το βεληνεκές του πυραύλου αυτού τον εξαιρεί από τη συνθήκη και έχει κατηγορήσει τις ΗΠΑ ότι επινόησαν ένα ψευδές πρόσχημα για να αποχωρήσουν από τη συνθήκη INF, από την οποία, σύμφωνα με το Κρεμλίνο, η Ουάσινγκτον ήθελε ούτως ή άλλως να αποχωρήσει ώστε να μπορεί να αναπτύξει νέους πυραύλους. Η Ρωσία απέρριψε επίσης το αίτημα των ΗΠΑ να καταστρέψει τον νέο αυτό πύραυλο.

Ο πύραυλος αυτός, ο Novator 9M729, είναι γνωστός ως SSC-8 από το ΝΑΤΟ.

 

Η αντίδραση της Μόσχας

Η Ρωσία, από την πλευρά της, ανακοίνωσε σήμερα το τέλος της συνθήκης INF «με πρωτοβουλία» των ΗΠΑ.

«Στις 2 Αυγούστου του 2019, με αμερικανική πρωτοβουλία, παύει η ισχύς της Συνθήκης που υπεγράφη στις 8 Δεκεμβρίου του 1987 στην Ουάσινγκτον από τη Σοβιετική Ένωση και τις ΗΠΑ για την κατάργηση των πυραύλων μέσου βεληνεκούς», ανακοίνωσε το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών.

Λίγο νωρίτερα ο υφυπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, Σεργκέι Ριαμπκόφ, δήλωσε σε συνέντευξή του στο ρωσικό πρακτορείο ειδήσεων TASS ότι η Ρωσία πρότεινε στις ΗΠΑ ένα μορατόριουμ στην ανάπτυξη των πυρηνικών όπλων που απαγορεύονται από τη συμφωνία αυτή.

«Προτείναμε στις ΗΠΑ και σε άλλα μέλη του ΝΑΤΟ να εξετάσουν την πιθανότητα να ανακοινώσουμε ένα μορατόριουμ στα όπλα μέσου βεληνεκούς», σημείωσε ο Ριαμπκόφ.

«Θα είναι ένα μορατόριουμ το οποίο θα μπορεί να συγκριθεί με αυτό που ανακοίνωσε ο Βλαντίμιρ Πούτιν όταν είπε ότι αν οι ΗΠΑ δεν αναπτύξουν αυτούς τους εξοπλισμούς τους σε ορισμένες περιοχές, τότε και η Ρωσία θα απόσχει αντίστοιχες ενέργειες», συνέχισε ο Ριαμπκόφ, προσθέτοντας ότι η υπογραφή μιας νέας συμφωνίας δε βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη.

Σύμφωνα με το Ρώσο αξιωματούχο, δεν θα πρέπει ωστόσο να «πιστεύουμε» τις δηλώσεις του ΝΑΤΟ, σύμφωνα με τις οποίες η συμμαχία δεν θα αναπτύξει τέτοιους εξοπλισμούς.

Υπενθυμίζεται ότι η σημερινή εξέλιξη αποτελεί τους αναμενόμενους ‘τίτλους τέλος’ της πυρηνικής συμφωνίας, καθώς ο Βλαντίμιρ Πούτιν επικύρωσε τον Ιούλιο την αναστολή από τη Ρωσία της συμμετοχής της στη συνθήκη. Η απόφαση αυτή ανακοινώθηκε αμέσως μόλις γνωστοποιήθηκε η αντίστοιχη απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ και εγκρίθηκε στη συνέχεια από το ρωσικό κοινοβούλιο.