τροφοδοτούν τα πάντα στις μέρες μας, από κινητά τηλέφωνα μέχρι φορητούς υπολογιστές και ηλεκτρικά οχήματα. Ο ηπερήλικας καθηγητής του Πανεπιστημίου του Όστιν, στο Τέξας, ο οποίος εξακολουθεί να ασχολείται με την έρευνα, ήταν ένας από τους τρεις αποδέκτες του Βραβείου Νόμπελ Χημείας την περασμένη Τετάρτη.
Σε ανακοίνωσή της, η Βασιλική Σουηδική Ακαδημία Επιστημών τονίζει ότι οι καθηγητές Τζον Γκούντιναφ, Στάνλεϊ Γουίτινγχαμ του Πανεπιστημίου Binghamton στη Νέα Υόρκη και Aκίρα Γιοσίνο Yoshino του Πανεπιστημίου Meijo, με τις έρευνές τους έχουν θέσει τα θεμέλια για μια ασύρματη και δυνητικά απαλλαγμένη από τον άνθρακα κοινωνία.
"Δεν σου επιβάλλουν να συνταξιοδοτηθείς σε μια συγκεκριμένη ηλικία στο Πανεπιστήμιο του Τέξας και γι' αυτό είχα επιπλέον 33 χρόνια για να συνεχίσω την ερευνά μου και εξακολουθώ να εργάζομαι καθημερινά", δήλωσε ο καθηγητής Γκούντιναφ, ο οποίος επισκέφθηκε το Λονδίνο, την ίδια ημέρα, για να παραλάβει ένα ακόμη βραβείο - το βραβείο Copley της Βασιλικής Εταιρείας για την εξαιρετική του έρευνα.
Οι τρείς νικητές πάντως θα λάβουν ίσα χρηματικά μερίδια από το βραβείο, ύψους 910.000 δολαρίων.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο καθηγητής Γκούντιναφ είναι ο γηραιότερος βραβευμένος σε οποιαδήποτε κατηγορία στην 118ετή ιστορία των βραβείων Νόμπελ, δήλωσε ο Γκόραν Χάνσον, γενικός γραμματέας της σουηδικής Ακαδημίας.
Από την πλευρά του ο ένας εκ των άλλων δύο νικητών, ο καθηγητής Γουίτινγχαμ ξεκίνησε την έρευνά του για την ανάπτυξη των μπαταριών λιθίου στις αρχές της δεκαετίας του 1970, ως επιστήμονας στην αμερικανική Exxon, όμως το έργο σταμάτησε όταν η πετρελαϊκή εταιρεία μείωσε τις ερευνητικές δραστηριότητές της στις αρχές της δεκαετίας του 1980.
Έως τότε, ο Γκούντιναφ, ο οποίος μετακόμισε από τις ΗΠΑ για να γίνει καθηγητής χημείας στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης στο Ηνωμένο Βασίλειο, είχε αναλάβει να βελτιώσει το έργο του συναδέλφου του, Στάνλεϊ Γουίτινγχαμ, για την αποδοτικότητα των μπαταριών, εισάγοντας νέα υλικά για τα ηλεκτρόδια.
"Αυτό ήταν ένα αποφασιστικό βήμα προς την ασύρματη επανάσταση", τονίζεται στην ανακοίνωση της επιτροπής των Βραβείων Νόμπελ.
Οι εργασίες έγιναν από τον τρίτο εκ των νικητών, καθηγητή Γιοσίνο και τους συνεργάτες του στην Ιαπωνική χημική εταιρεία Asahi Kasei, η οποία ανέπτυξε την πρώτη εμπορικά βιώσιμη μπαταρία ιόντων λιθίου το 1985. Η Sony την κυκλοφόρησε στην αγορά το 1991.
Μιλώντας στη συνέντευξη τύπου των Βραβείων Nobel μέσω τηλεφώνου από την Ιαπωνία, ο καθηγητής Aκίρα Γιοσίνο - 71 ετών, ο οποίος είναι και ο νεότερος από τους τρεις νικητές - είπε ότι, αν και εργαζόταν στη βιομηχανία, "η περιέργεια ήταν η κύρια κινητήρια δύναμη για μένα".
Ο Ιάπωνας καθηγητής τόνισε ό,τι οι μπαταρίες ιόντων λιθίου θα διαδραματίσουν βασικό ρόλο στην καταπολέμηση της υπερθέρμανσης του πλανήτη. «Η αλλαγή του κλίματος είναι ένα πολύ σοβαρό ζήτημα για την ανθρωπότητα», είπε. "Ο τρόπος με τον οποίο οι ηλεκτρικές στήλες αποθηκεύουν ηλεκτρική ενέργεια τις καθιστούν πολύ κατάλληλες για μια βιώσιμη κοινωνία".