ως καύσιμο-γέφυρα, καθώς η Γερμανία αποσύρεται τόσο από την πυρηνική ενέργεια, όσο και από τον άνθρακα, αναφέρεται σε κυβερνητική έκθεση που παρουσιάστηκε σε συνέντευξη Τύπου στο Βερολίνο.
Στην ίδια εκδήλωση, ο κ. Αλτμάιερ είπε ότι το υπουργείο του έχει κοινοποιήσει επισήμως στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σχέδια για ένα πρώτο μεγάλης κλίμακας έργο παραγωγής ευρωπαϊκών κυψελών μπαταριών. Αρκετές γερμανικές εταιρείες συμμετέχουν σε αυτό, είπε ο υπουργός. Το υδρογόνο αναμένεται να αποτελέσει βασική πηγή ενέργειας στο μέλλον και απαραίτητο για να καταστεί τόσο η γερμανική όσο και άλλες οικονομίες, κλιματικά ουδέτερες, τόνισε ο Γερμανός υπουργός Οικονομίας.
Δεδομένου ότι το υδρογόνο παρουσιάζει "τεράστιο δυναμικό για την άσκηση βιομηχανικής πολιτικής", είναι σημαντικό ότι με την έκθεση, η κυβέρνηση στέλνει τώρα «το μήνυμα ότι η Γερμανία θα γίνει ηγέτιδα δύναμη στον κόσμο στην τεχνολογία υδρογόνου», είπε ο υπουργός. Ο κ. Αλτμάιερ συμπεριέλαβε στο σκεπτικό του το "πράσινο υδρογόνο" και το "μπλε υδρογόνο", με βάση την Ανανεώσιμη Ενέργεια, το οποίο παράγεται από το φυσικό αέριο με τη δέσμευση CO2. Αυτό, όμως, πρέπει, μετά, να αποθηκευτεί. Η συζήτηση για το CCS (δέσμευση και αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα) θεωρείται ήδη παρελθόν στην Γερμανία, εξαιτίας της ευρείας αντίθεσης στη διαδικασία κατά την οποία το διοξείδιο του άνθρακα συμπιέζεται σε υπόγειες αποθήκες. "Ο στόχος της ουδετερότητας των αερίων του θερμοκηπίου σημαίνει ότι θα πρέπει να συζητήσουμε ξανά για το θέμα στα αμέσως επόμενα χρόνια", δήλωσε ο κ. Αλτμάιερ.
Τα σχόλιά του απηχούσαν τις δηλώσεις της καγκελαρίου, Άνγκελα Μέρκελ, νωρίτερα το τρέχον έτος. Η κα. Μέρκελ έθεσε εκ νέου την υπόθεση του CCS στο τραπέζι, λέγοντας ότι η αμφιλεγόμενη τεχνολογία είναι ζωτικής σημασίας για την Γερμανία ώστε να επιτύχει την κλιματική ουδετερότητα από τα μέσα αυτού του αιώνα.
Η έκθεση παρουσιάστηκε έπειτα από συζητήσεις που διήρκεσαν επί σειρά μηνών με τους εκπροσώπους της βιομηχανίας φυσικού αερίου. Ο διάλογος "δείχνει ότι το φυσικό αέριο θα παραμείνει ένα σημαντικό συστατικό του συστήματος παροχής ενέργειάς μας για πολλά χρόνια ακόμη", δήλωσε ο Γερμανός υπουργός. Υπό το πρίσμα της προγραμματισμένης εξόδου από τον άνθρακα και την πυρηνική ενέργεια, ο μελλοντικός ρόλος του φυσικού αερίου στον ενεργειακό εφοδιασμό της Γερμανίας έχει καταστεί ένα καίριο θέμα συζήτησης, καθώς είναι χαμηλότερης έντασης πηγή εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, από το πετρέλαιο και τον άνθρακα, όταν καίγεται. Το φυσικό αέριο καλύπτει σήμερα, σχεδόν το ένα τέταρτο της πρωτογενούς κατανάλωσης ενέργειας στην Γερμανία και χρησιμοποιείται κυρίως για τη θέρμανση και την ψύξη σε νοικοκυριά και δημόσια κτίρια, καθώς και σε συστήματα θέρμανσης βιομηχανικών παραγωγικών λειτουργιών.
Ωστόσο, για να επιτευχθούν οι φιλόδοξοι, μακροπρόθεσμοι κλιματικοί στόχοι, θα πρέπει να αντικατασταθεί σταδιακά με αέρια απαλλαγμένα από CO2 ή oυδέτερα CO2, όπως το υδρογόνο. Αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την αποθήκευση ενέργειας, ως πηγή ενέργειας για τη σύζευξη των τομέων (sector-coupling), καθώς και στον τομέα των μεταφορών, π.χ. σε αυτοκίνητα κυψελών καυσίμου, ή για την παραγωγή συνθετικών καυσίμων, πρόσθεσε ο κ. Αλτμάιερ. Η γερμανική κυβέρνηση επεξεργάζεται, σήμερα, μια στρατηγική για το υδρογόνο την οποία σχεδιάζει να παρουσιάσει πριν από τα τέλη του 2019. Μέσω του διαλόγου που έχει εκκινήσει με τη βιομηχανία φυσικού αερίου, το Βερολίνο "υπογράμμισε τη σημασία του φυσικού αερίου ως πηγή ενέργειας για την Ενεργειακή Μετάβαση", δήλωσε στέλεχος τοπικής επιχείρησης κοινής οφελείας και αποκάλεσε το δίκτυο φυσικού αερίου ως την "κεντρική υποδομή σύζευξης των τομέων", καθώς αποτελεί τόσο χώρο αποθήκευσης, όσο και διανομής πράσινων αερίων.