Ο Δύσβατος Δρόμος της «Ενεργειακής Μετάβασης» Περνά Υποχρεωτικά μέσα από τις Πλήρως Απελευθερωμένες και Ανταγωνιστικές Αγορές

Ο Δύσβατος Δρόμος της «Ενεργειακής Μετάβασης» Περνά Υποχρεωτικά μέσα από τις Πλήρως Απελευθερωμένες και Ανταγωνιστικές Αγορές
του Νίκου Φρυδά*
Τετ, 11 Μαρτίου 2020 - 08:15

Την προηγούμενη εβδομάδα και συγκεκριμένα στις 4 Μαρτίου 2020, η οριακή τιμή συστήματος (ΟΤΣ) στη Μεγάλη Βρετανία (για την 37η «περίοδο εκκαθάρισης» μεταξύ 18.00 – 18.30 μ.μ.) εκτινάχθηκε στις £ 2.242/MWh, δηλαδή σχεδόν το 37% της τιμής των 

£6.000/MWh που έχει θέσει ο Βρετανός Ρυθμιστής, ως τη θεωρητική αξία «απώλειας φορτίου» (Value of Lost Load). Θαυμαστή ανταπόκριση μιας πραγματικά απελευθερωμένης αγοράς σε «έκτακτη κατάσταση έλλειψης» του Συστήματος (Scarcity Pricing - Διάγραμμα 1)

Το βαρύ ψύχος εκείνης της ημέρας συνδυαζόμενο και με τον ελάχιστο άνεμο που επικρατούσε (ένα συχνό καιρικό φαινόμενο στη ΒΔ Ευρώπη), σε ένα σύστημα που τηρώντας πιστά την πορεία απεξάρτησης από τους υδρογονάνθρακες έχει μειωμένη ηλεκτροπαραγωγή θερμικών μονάδων βάσης και πολύ μεγάλη διείσδυση ΑΠΕ, είχε ως επακόλουθο την έκτακτη κατάσταση έλλειψης, παρά του ότι την ίδια ώρα όλες οι διασυνδέσεις με την Ηπειρωτική Ευρώπη και Ιρλανδία (4.000 MW) ήταν «φούλ» με εισαγωγές.

Η ανταπόκριση της αγοράς (ή ακριβέστερα το ποσοστό εκείνο της αγοράς που υπόκειται στους νόμους του υγιούς ανταγωνισμού), προσφέρει ένα εξαιρετικό κίνητρο γιά επενδύσεις σε «Τεχνολογίες Ευελιξίας» (αποθήκευση ενέργειας, ευέλικτες μονάδες παραγωγής, ανταπόκριση της ζήτησης στις τιμές «σποτ», ίσως και περαιτέρω διασυνδέσεις), με το επιπρόσθετο πλεονέκτημα ότι σε μιά σωστά απελευθερωμένη αγορά, ο επιχειρηματικός κίνδυνος όσον αφορά στην επιλογή της τεχνολογίας, πρέπει να είναι θέμα και μόνον του επενδυτή, χωρίς ο καταναλωτής να αναλαμβάνει οιοδήποτε ρίσκο.

Ας συγκρίνουμε όμως τα παραπάνω με την απογοητευτική εικόνα, πάλι από το Ηνωμένο Βασίλειο για το 2019. Έτος κατά το οποίο οι καταναλωτές επιβαρύνθηκαν με επιπλέον κόστος £ 173 εκατ., για να θέσουν εκτός λειτουργίας πολλά αιολικά πάρκα (κυρίως στη Σκωτία) λόγω «υπερβολικής αιολικής παραγωγής», και «συνωστισμών των δικτύων». Η ύπαρξη κάποιων ευνοϊκών ρυθμιστικών διατάξεων των ΑΠΕ (κυρίως ως προς την αντιμετώπιση τους στην «Αγορά Εξισορρόπησης Ενέργειας σε πραγματικό χρόνο»), έχει οδηγήσει στο παραλογισμό τα αιολικά πάρκα τα οποία τίθενται «εκτός λειτουργίας» λόγω θεμάτων ευστάθειας του συστήματος, να αποζημιώνονται κατά 40% περισσότερο απότι αν ήταν σε λειτουργία! Εχει υπολογιστεί ότι τα αιολικά πάρκα του Η.Β. όταν παράγουν ενέργεια λαμβάνουν επιδότηση περίπου  £49/MWh (επιπλέον της τιμής της αγοράς), ενώ όταν δέχονται εντολή από τον Λειτουργό του Συστήματος (National Grid) να διακόψουν την λειτουργία τους, λαμβάνουν «αποζημίωση» £70/MWh (επιπλέον της τιμής της αγοράς)!

Η Ρυθμιστική κατάσταση περιπλέκεται ακόμη περισσότερο με επερωτήσεις στη Βουλή των Κοινοτήτων γιά τα ρυθμιζόμενα τιμολόγια δικτύων σε σχέση με την πανάκριβη νέα διασύνδεση Αγγλίας – Σκωτίας συνολικής χωρητικότητας 2200 MW (“Western HVDV Link” – κόστος £ 1 δισεκ.) που λαμβάνουν «εκ του ασφαλούς» οι δύο συνιδιοκτήτριες εταιρείες Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας. Η μεν Αγγλική (National Grid) είναι απόλυτα διαχωρισμένη από οιαδήποτε άλλη δραστηριότητα, αλλά η Scottish Power είναι ακόμα καθετοποιημένη και ταυτόχρονα ιδιοκτήτρια και κάποιων από τα ευνοούμενα αιολικά πάρκα, συνεπώς παρουσιάζει «σύγκρουση ιδίων συμφερόντων». Η διασύνδεση αυτή υποτίθεται ότι θα έλυνε το πρόβλημα συνωστισμών των δικτύων, όμως παρουσιάζει λειτουργικά προβλήματα και συχνές αστοχίες, πέραν της μεγάλης καθυστέρησης υλοποίησης του έργου. Επιβεβαιώνεται για μία ακόμη φορά ότι όπου δεν υπάρχει σαφής ιδιοκτησιακός διαχωρισμός των δικτύων από την παραγωγή, πάντα θα υπεισέρχονται θέματα διαστρέβλωσης των αγορών.

Προκαλείται δε και ένα ελαφρύ μειδίαμα λόγω των πρόσφατων πολιτικών εξελίξεων σε σχέση με το Brexit, αν λάβει κανείς υπόψην ότι η Αγγλία έχει πλέον θέσει «μορατόριουμ» σε περαιτέρω ανάπτυξη χερσαίων αιολικών πάρκων, αντίθετα με την Σκωτία (όπου και έγκειται το συστημικό πρόβλημα), η οποία συνεχίζει να τα αδειοδοτεί. Δηλαδή οι 55 εκατομ. Αγγλοι καταναλωτές, επιδοτούν επιπλέον τους επενδυτές ΑΠΕ της Σκωτίας των 5 εκατομ. κατοίκων.

Το θέμα όμως είναι πολύ πιό σοβαρό και αφορά όλα τα Ευρωπαϊκά Συστήματα που θέλουν να επιτύχουν ένα βιώσιμο ενεργειακό μέλλον. Κατά τα 10 τελευταία έτη από το 2010 μέχρι και το 2019, το συνολικό κόστος «αποζημίωσης» των αιολικών πάρκων στο Η.Β. ανήλθε στα £ 649 εκατομ., με ταυτόχρονη «απόρριψη» 8,7 TWh «πράσινης ενέργειας». Το πλέον ανησυχητικό όμως είναι ο ρυθμός αύξησης του κόστους «συνωστισμού των δικτύων» δηλαδή του κόστους των συνολικών ενεργειών του Λειτουργού του Συστήματος στην «επανακατανομή», γιά την ενσωμάτωση της αυξανόμενης διείσδυσης των ΑΠΕ. Στο Η.Β. αυτό το κόστος τετραπλασιάστηκε τα τελευταία 10 χρόνια, από £165 εκατομ. το 2010 σε £636 εκατομ. το 2019 (Διάγραμμα 2). Είναι προφανές ότι με διοικητικές ρυθμίσεις και μόνο, η ενεργειακή μετάβαση σε ένα σύστημα με 70%-80% της συνολικής εγκατεστημένης ισχύος σε ΑΠΕ, θα έχει απαγορευτικό κόστος για τους καταναλωτές.

Ευτυχώς οι υγιείς ανταγωνιστικές αγορές μας δίνουν τη δυνατότητα να ατενίζουμε το μέλλον της ενεργειακής μετάβασης με πολύ μεγαλύτερη αισιοδοξία. Το Διάγραμμα 3 κατωτέρω παρουσιάζει την εικόνα του Συστήματος Ηλεκτρικής Ενέργειας στη Γερμανία μεταξύ 2012 και 2016, δηλαδή κατά τη διάρκεια μιας περιόδου όπου η εγκατεστημένη ισχύς σε ΑΠΕ (κυρίως Αιολικά και Φ/Β) πολλαπλασιάστηκε.

 

Παρατηρούμε ότι παρά τη μεγάλη αύξηση της εγκατεστημένης ισχύος ΑΠΕ, με συνέπεια και η αβεβαιότητα για τη λειτουργία του συστήματος να αυξάνεται, η ποσότης σε προϊόντα «εφεδρειών» που εξασφαλίζεται από τους Λειτουργούς του Συστήματος μειώνεται! Προφανές βέβαια το κέρδος για όλους τους καταναλωτές οι οποίοι αναλαμβάνουν το κόστος αυτών των «επικουρικών υπηρεσιών συστήματος». Δεν πρόκειται για κάτι το παράδοξο. Ποιός ο λόγος; Μα δεν είναι άλλος από την ταυτόχρονη ανάπτυξη και ρευστότητα της Ενδο-ημερήσιας Αγοράς (Intra-day Market), στην οποία έχουν δικαίωμα να συμμετέχουν και οι Λειτουργοί. Εφόσον δεν υπάρχουν ρυθμιστικές στρεβλώσεις και όλοι οι συμμετέχοντες στην αγορά (συμπεριλαμβανομένων και των ΑΠΕ) οφείλουν να αναλάβουν εξ’ ίσου τη διαχείριση του αντιστοίχου επιχειρηματικού κινδύνου τους (σημαντικό μέρος του οποίου είναι η εξισορρόπηση του χαρτοφυλακίου τους σε πραγματικό χρόνο), η ενδοημερήσια αγορά τους προσφέρει την ιδανική πλατφόρμα γιά την διαχείριση και βελτιστοποίηση (σε χρόνο που οι μετεωρολογικές προβλέψεις είναι πολύ ακριβέστερες). Εξυπακούεται και ο ρόλος της Εμπορίας και των επιχειρήσεων που προσφέρουν τέτοιες υπηρεσίες διαχείρισης του ρίσκου εξισορρόπησης ενέργειας, στους επενδυτές ΑΠΕ.

Δεν υπάρχει άλλος δρόμος για ένα πραγματικά βιώσιμο ενεργειακό μέλλον, από την εμβάθυνση των αγορών και εξασφάλιση του υγιούς ανταγωνισμού σε όλους τους χρονικούς ορίζοντες. Οτιδήποτε άλλο – με ότι τουλάχιστον γνωρίζουμε σήμερα - καθιστά το κόστος της ενεργειακής μετάβασης απαγορευτικό. Ολες οι πληροφορίες που χρειάζεται ο Επενδυτής, ο Καταναλωτής, ο Λειτουργός και ο Έμπορος ενέργειας περικλείονται σε έναν και μόνον αριθμό – την τιμή της εκάστοτε αγοράς (Προθεσμιακών σε διάφορους χρονικούς ορίζοντες, Προ και Ενδο-ημερήσιας, ή Εξισορρόπησης σε πραγματικό χρόνο).  

Τελικά φαίνεται ότι η αξιοθαύμαστη Γκρέτα Τούνμπεργκ, έχει πολλά περισσότερα κοινά σημεία με τους «Traders» των μεγάλων επιχειρήσεων εμπορίας ενέργειας, απ' ότι κάποιος θα πίστευε σε μια πρώτη προσέγγιση!

* Ο κ. Νίκος Φρυδάς είναι Διπλ. Ηλεκτρολόγος Μηχανικός και Ενεργειακός Οικονομολόγος. Εχει εργασθεί ως Διευθυντής Ρυθμιστικών Υποθέσεων στην EDF Trading και Merrill Lynch στο Λονδίνο ενώ τη περίοδο 2004-2008 διετέλεσε ως ο πρώτος Πρόεδρος της Ρυθμιστικής Αρχής στο Κόσοβο. Από το 2016 υπηρετεί στη Παγκόσμια Τράπεζα με έδρα το Βελιγράδι.