Aυτήν την εβδομάδα οι ηγέτες του G20 συγκαλούνται εικονικά για να συζητήσουν την κρίση του Covid-19. Εκφράζεται η ελπίδα ότι η σύνοδος έκτακτης ανάγκης σηματοδοτεί την αρχή μιας συλλογικής ανταπόκρισης σε αυτήν τη σοβαρή πρόκληση. Αν γίνει πραγματικότητα, η συνάντηση μπορεί να αποδειχθεί περισσότερο αποτελεσματική από τη σύνοδο κορυφής στο Λονδίνο που διοργάνωσε ο Βρετανός πρωθυπουργός Γκόρντον Μπράουν τον Απρίλιο του 2009, η οποία δημιούργησε το πλαίσιο για μια συντονισμένη πολυμερή αντίδραση στην παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση.

Έχοντας προεδρεύσει της Παγκόσμιας Αναθεώρησης για την Αντιμικροβιακή Αντοχή (AMR) του Ηνωμένου Βασιλείου, δεν μπορώ παρά να πιστεύω ότι η σημερινή κρίση απαιτεί μια ανάλογη δέσμευση για τη συγκέντρωση μοντέλων μολυσματικών ασθενειών, οικονομικών αναλύσεων και λύσεων βάσει τεκμηρίων. Όταν τα ευρήματά μας δημοσιεύθηκαν το 2016, συγκεντρώσαμε ένα μεγάλο μέρος της προσοχής για να τονίσουμε τόσο τις δυνητικές απώλειες σε ζωές όσο και το οικονομικό κόστος της αδράνειας απέναντι στην AMR. Μέχρι το 2050, προειδοποιήσαμε ότι τα ανθεκτικά στα αντιβιοτικά μικρόβια θα μπορούσαν να στοιχίσουν έως και σε 10 εκατομμύρια ζωές ετησίως, με συνολικό κόστος περί τα 100 τρισ. δολάρια χαμένης παραγωγής το διάστημα 2015/50.

Ανάπτυξη νέων φαρμάκων

Ωστόσο, δείξαμε επίσης ότι αυτά τα φρικτά αποτελέσματα θα μπορούσαν να αποφευχθούν με μια σχετικώς πενιχρή επένδυση ύψους 42 δισ. δολαρίων, υποδεικνύοντας επιστροφή περί το 2.000%. Τώρα που η πανδημία του Covid-19 επιτάχυνε ταχέως τη χρήση απολυμαντικών, τρέμω στη σκέψη ενός μέλλοντος στο οποίο δεν έχουμε λάβει ακόμη τα απαραίτητα μέτρα για τη διαχείριση των βιολογικών απειλών. Αν εξαντλήσουμε τα χρήσιμα αντιβιοτικά, ο χρόνος που θα χρειασθεί για την ανάπτυξη νέων θα υπερβεί κατά πολύ το αναμενόμενο για την ανάπτυξη ενός εμβολίου για τον Covid-19. Συνεπώς, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής του G20 δεν έχουν άλλη επιλογή: εκτός από την αντιμετώπιση της σημερινής ιογενούς κρίσης, πρέπει να αντιμετωπίσουν και την επικρατούσα βακτηριακή κρίση. Και για τα δύο ζητήματα μπορούν να ξεκινήσουν δημιουργώντας ένα πρόγραμμα ανταμοιβής με κίνητρα με όρους αγοράς, για την προώθηση σοβαρών προσπαθειών από τις φαρμακευτικές εταιρείες για την ανάπτυξη νέων φαρμάκων. Και τώρα που υποφέρουμε από τη χρηματοπιστωτική κρίση, όπου πολλές εταιρείες εξαρτώνται από τις κυβερνήσεις για την επιβίωσή τους, είναι λογικό ότι αυτές οι ανταμοιβές πρέπει να χρηματοδοτούνται από τον ίδιο τον κλάδο. Σύμφωνα με την αρχή «πλήρωσε ή παίξε», οι εταιρείες που δεν θα καταβάλλουν καμία προσπάθεια να δημιουργήσουν κρίσιμες θεραπείες θα πρέπει να φορολογούνται για να παρέχουν τη δεξαμενή χρημάτων για όσες το κάνουν.

Επενδύσεις 10 δισ. δολαρίων

Όσον αφορά την άμεση πρόκληση του Covid-19, χρειαζόμαστε επενδύσεις για την επιτάχυνση της ανάπτυξης όχι μόνο ενός εμβολίου, αλλά και θεραπευτικών αγωγών και καλύτερης διάγνωσης βραχυπρόθεσμα. Σύμφωνα με τους ειδικούς της δημόσιας υγείας και τους επιστήμονες που έχω συμβουλευθεί, ένα άμεσο ποσό περί τα 10 δισ. δολάρια από το G20 θα επαρκούσε πιθανώς για την κάλυψη αυτών των τριών κρίσιμων αναγκών. Και είναι κρίσιμες. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η Κίνα και οι υπόλοιπες χώρες της Ασίας που κατάφεραν να περιορίσουν τη σοβαρότητα της κρίσης διέθεταν ήδη πολλά από τα κατάλληλα θεραπευτικά, διαγνωστικά και περιοριστικά πρωτόκολλα, εξαιτίας των προηγούμενων εμπειριών τους με παρόμοια κρούσματα. Πολλές άλλες χώρες ήταν πολύ λιγότερο προετοιμασμένες και μέχρι να καταστούν η πανδημία θα μπορούσε εύκολα να επανεμφανιστεί.

Η κοινωνική απομόνωση

Υπάρχει όμως και μία μοναδική οικονομική δυναμική στην κρίση αυτή: η κοινωνική απομόνωση. Μόλις οι κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο άρχισαν να ακολουθούν την Κίνα στο κλείσιμο ολόκληρων πόλεων, προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί η μετάδοση στις κοινωνίες, ένα οικονομικό σοκ ήταν αναπόφευκτο. Σύμφωνα με τη βιομηχανική παραγωγή και άλλα τακτικά μηνιαία στοιχεία, το κινεζικό προϊόν μειώθηκε κατά περίπου 20% μόνο τον Φεβρουάριο. Πολλές άλλες οικονομίες, συμπεριλαμβανομένων των χωρών της ομάδας του G7, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα υποστούν παρόμοια πτώση τον Μάρτιο. Για να αποφευχθεί μια ακόμη βαθύτερη οικονομική κρίση -για να μην αναφέρουμε κοινωνικές συγκρούσεις- αυτές οι κυβερνήσεις πρέπει να εφαρμόσουν μια δραματική και αντισυμβατική πολιτική αντίδραση. Ήδη, πολλές χώρες του G20 ακολουθούν εκδοχές αυτού που αποκαλώ «QE των ανθρώπων» -άμεσες επιδοτήσεις μετρητών σε νοικοκυριά-, ενώ οι ΗΠΑ προχώρησαν στην υιοθέτηση ενός πρωτοφανούς πακέτου μέτρων στήριξης και διάσωσης ύψους 2 τρισ. δολαρίων.

Εδώ, στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο νέος υπουργός Οικονομικών Ρίσι Σουνάκ έχει συντάξει τρεις νέους προϋπολογισμούς σε μερικές εβδομάδες, σε μια προσπάθεια να προηγηθεί της κρίσης. Εκτός από τη χορήγηση δανείων ύψους 330 δισ. στερλινών (387 δισ. δολάρια) για να συνεχίσουν οι επιχειρήσεις τη δραστηριότητά τους, η κυβέρνηση ανακοίνωσε επίσης τουλάχιστον 39 δισ. λίρες σε δημοσιονομικά κίνητρα. Τώρα, εάν τα 39 δισ. λίρες αντιπροσωπεύουν την αξία για τους τρεις μήνες κοινωνικής απομόνωσης και εάν υιοθετηθούν πολιτικές από όλο το G20 με παρόμοιο δημοσιονομικό βάρος σε σχέση με το ΑΕΠ, το συνολικό κόστος για την ομάδα θα είναι σχεδόν 1 τρισ. δολάρια. Αλλά αν αυτό το άμεσο δημοσιονομικό κίνητρο δεν συνοδεύεται από μέτρα όπως στην Ασία για την ανάπτυξη των καλύτερων διαγνωστικών και θεραπευτικών μεθόδων, θα πρέπει να παραμείνουμε κλειδωμένοι πολύ περισσότερο. Εάν η περίοδος απομόνωσης επεκταθεί στον έναν χρόνο, το συνεπακόλουθο κόστος θα ανέλθει στο εύρος των 4 τρισ. δολαρίων.

Το τίμημα της αδράνειας

Ναι, αυτό είναι ένα νούμερο εκτός λογαριασμού. Ωστόσο, αν ληφθεί υπ’ όψιν ότι δεν αντιπροσωπεύει ούτε καν τις σχεδόν αναπόφευκτες προκλήσεις για την κοινωνική συνοχή σε πολλές χώρες, πιθανώς αντιπροσωπεύει την υποτίμηση του μαζικού κόστους που διαφαίνεται στον ορίζοντα. Αυτό μας φέρνει πίσω στο ποσό των 10 δισ. δολ. Με δεδομένους τους κινδύνους, το G20 δεν θα έχει καμία δικαιολογία εάν δεν συγκεντρώσει τουλάχιστον το ποσό αυτό για την άμεση παροχή διαγνωστικών και θεραπειών για τον Covid-19 και άλλα 10 δισ. δολάρια για την ώθηση της αγοράς νέων αντιβιοτικών.

Αυτά τα ποσά είναι «φιστίκια», ειδικά σε σύγκριση με το τίμημα της αδράνειας, η οποία θα μπορούσε να μας χρεοκοπήσει - αν δεν μας σκοτώσει πρώτα.

 

*Τζιμ Ο’ Νιλ, πρώην πρόεδρος της Goldman Sachs Asset Management και πρώην υπουργός Οικονομικών του Ηνωμένου Βασιλείου, πρόεδρος του Chatham House.

(Από την Ναυτεμπορική)