Ο μεγάλος συμβιβασμός επετεύχθη. Δεν υπήρχε άλλωστε άλλη επιλογή δεδομένης της κρισιμότητας της κατάστασης. Οι δυο αντιμαχόμενες πλευρές, με πρωταγωνιστές τους Ολλανδούς από τη μια και τους Ιταλούς από την άλλη,  κατέληξαν τελικώς σε συμφωνία. Ακόμη κι αν χρειάστηκαν περισσότερες από δύο ημέρες  και συνολικά δύο εβδομάδες διαβουλεύσεων επί διαβουλεύσεων με το “μπαλάκι” να πηγαίνει από το Eurogroup στην Σύνοδο Κορυφής και από την Σύνοδο Κορυφής στο Eurogroup.

Οι Ιταλοί πήραν μερικώς αυτό που επιθυμούσαν: βοήθεια χωρίς αυστηρούς όρους με τη μόνη προϋπόθεση ότι θα χρησιμοποιήσουν αυτή τη γραμμή πίστωσης για δαπάνες υγειονομικής περίθαλψης, θεραπείας και πρόληψης του κορωνοϊού. Οι δε Ολλανδοί απέφυγαν τεχνηέντως την χρήση ή την δέσμευση για την έκδοση του επίμαχου κορωνομολόγου.  Αυτό που αποφασίστηκε ήταν πιο κοντά στην γαλλική συμβιβαστική πρόταση, που προέβλεπε τη δημιουργία Ταμείου Ανάκαμψης για την προετοιμασία και στήριξη της ανάκαμψης. Σύμφωνα με το κείμενο των συμπερασμάτων, το Ταμείο αυτό θα παρέχει χρηματοδότηση μέσω του προϋπολογισμού της ΕΕ σε προγράμματα που έχουν σχεδιαστεί για την επανεκκίνηση της οικονομίας σε ευθυγράμμιση με τις ευρωπαϊκές προτεραιότητες και διασφαλίζοντας την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη με τα κράτη μέλη που έχουν πληγεί περισσότερο. Όσον αφορά τις πηγές χρηματοδότησής του, οι αποφάσεις παραπέμπονται στους ηγέτες τω κρατών μελών, όπως και οι συζητήσεις για τις νομικές και πρακτικές πτυχές ενός τέτοιου ταμείου.

H εσκεμμένως γενικόλογη αυτή διατύπωση άφησε ανοικτό τον δρόμο για ποικίλες ερμηνείες ακόμη και εκ διαμέτρου αντίθετες, ανάλογα με το αφήγημα της κάθε πλευράς. Λόγου χάρη ο Ιταλός υπουργός Οικονομικών Roberto Gualtier εξέφρασε την άποψη ότι «τα ευρωομόλογα είναι στο τραπέζι». Όπως έγραψε στο Twitter, «Θα αγωνιστούμε για να το κάνουμε πράξη». Ωστόσο ο Ολλανδός ομόλογός του είχε εντελώς διαφορετική άποψη. «Είναι βασικά πολύ απλό», δήλωσε ο Wopke Hoekstra στους δημοσιογράφους. «Τα κορωνομόλογα είναι ένα θέμα για το οποίο δεν ήμουν σύμφωνος, δεν είμαι σύμφωνος και δεν θα είμαι ποτέ σύμφωνος», κατέστησε σαφές ο ίδιος, εκφράζοντας την άποψη της Γερμανίας αλλά και της Φινλανδίας.

Κοντολογίς, η συμφωνία του Eurogroup προβλέπει άμεση χρηματοδότηση 540 δισ. ευρώ στα κράτη μέλη, η οποία μαζί με τις παρεμβάσεις κρατών και ΕΚΤ θα φτάνει στα 3 τρισ. περίπου. Όπως διευκρίνισε ο επικεφαλής του Eurogroup Μάριο Σεντένο στην  συνέντευξη Τύπου λίγο πριν τα μεσάνυχτα η συμφωνία στηρίζεται σε τρεις άξονες: Πρώτον, τη στήριξη των εργαζομένων με την ενίσχυση των εθνικών συστημάτων για την προστασία από την ανεργία με ένα πακέτο 100 δισ. ευρώ που θα δοθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις χώρες - μέλη.  Συγκεκριμένα πρόκειται για τη θέσπιση ενός νέου μέσου προσωρινής στήριξης για τον μετριασμό των κινδύνων ανεργίας σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης (SURE – Support to mitigate Unemployment Risks in an Emergency). Θα παρέχει χρηματοδοτική συνδρομή, υπό μορφή δανείων χορηγούμενων με ευνοϊκούς όρους από την ΕΕ προς τα κράτη μέλη. Δεύτερον, τη στήριξη των επιχειρήσεων, ιδίως των μικρομεσαίων, με δάνεια ύψους 200 δισ. ευρώ από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Τρίτον, τη στήριξη των κρατών - μελών με πιστωτικές γραμμές από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας που αντιστοιχούν στο 2% του ΑΕΠ κάθε χώρας., που συνολικά θα φθάνουν τα 240 δισ. ευρώ.

Την ικανοποίησή του για την απόφαση εξέφρασε ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας. «Το Eurogroup κατέληξε τελικά, σε συμφωνία, μέσα από συμβιβασμούς. Μια ικανοποιητική συμφωνία που προσφέρει νέα χρηματοδοτικά εργαλεία για να αντιμετωπισθούν οι πρωτόγνωρες κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις της εξάπλωσης του κορωνοϊού. Μία συμφωνία που έρχεται να συμπληρώσει τις πολύ θετικές πρόσφατες αποφάσεις των υπουργών Οικονομικών για δημοσιονομική ευελιξία και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για ενίσχυση της ρευστότητας», σημείωσε ο κ. Σταϊκούρας. «Η σημερινή, θετική απόφαση θα πρέπει να αποτελέσει το εφαλτήριο για ακόμη πιο φιλόδοξες – μελλοντικά – ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες, με άγρυπνο το "μάτι" στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων του κορονοϊού, αλλά και με το βλέμμα στραμμένο στην επιστροφή της οικονομίας στην κανονικότητα», κατέληξε ο ίδιος.