COVID 19 και οι Προοπτικές του Ενεργειακού Τομέα για την Μετά την Κρίση Περίοδο

COVID 19 και οι Προοπτικές του Ενεργειακού Τομέα για την Μετά την Κρίση Περίοδο
Των Θοδωρή Πελαγίδη, Καθηγητή Οικονομικής Ανάλυσης στο Παν. Πειραιώς, NR Senior fellow, Brookings Institution, US, και Πέτρου Θεοδώρου M.Sc.,Ph.D, P.Dct., Διδάσκοντος, Οικ. Πανεπιστήμιου Αθηνών
Τετ, 13 Μαΐου 2020 - 09:20

Προσφάτως ανακοινώθηκε από τον διαχειριστή ΑΔΜΗΕ μείωση κατά 14% της ζήτησης ενέργειας τον Απρίλιο και κατά 10% τον Μάρτιο. Καθώς αναμένεται μια ανάλογη συνέχεια, ιδίως από πλευράς του ´βιομηχανικού καταναλωτή´, γίνεται επιτακτική η λήψη απαραίτητων μέτρων αποφυγής ενός μεσοπρόθεσμου σπιράλ αποεπένδυσης (capex cut) στον ενεργειακό κλάδο, λόγω των χαμηλών τιμών και της μειωμένης ζήτησης που παρατηρείται.

 

 

Στις σημερινές συνθήκες, η ενεργειακή πολιτική μέσω επιδοτήσεων και φορολόγησης θα πρέπει να στοχεύει στο να μην "επιπεδοποιηθεί" η καμπύλη ανάκαμψη (V έναντι U & L), λαμβάνοντας μέτρα αναφορικά με τον ΕΦΚ, τα  cross subsidies των εγγυημένων τιμών ΑΠΕ, τα ΥΚΩ και τις χρεώσεις συστήματος. Η Ελληνική αγορά (αποδέκτης των διεθνών τιμών, price taker), δεν ενσωμάτωσε το σύνολο της πτώσης ούτε στο πετρέλαιο θέρμανσης, ούτε στο κίνησης λόγω ρυθμιστικών ακαμψιών και υψηλών φόρων. Αντιστοίχως, το ίδιο συνέβη και στη χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρισμού που παρέμεινε αρκετά ακριβότερη από τις άλλες γείτονες αγορές, με συνέπεια το ενεργειακό ισοζύγιο να προκύπτει είναι καθαρά εισαγωγικό και να επιβαρύνει δραματικά το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας. 

Ένας σημαντικός παράγοντας για την επόμενη μέρα, είναι η μεγάλη επίδραση των επιτοκίων και του κόστους δανεισμού. Οι περισσότερες επενδύσεις ενέργειας έχουν χαρτοφυλάκιο κόστους κεφαλαίου 40-50% στα δανειακά. Έτσι σε αντίθεση με τα χαρτοφυλάκια υψηλού κινδύνου, η κρίση του COVID19, είχε σαν συνέπεια το τυπικό χαρτοφυλάκιο 60/40 στο Q1 του 2020 να έχει τη μεγαλύτερη εξαργύρωση από τη δεκαετία του ’60 λόγο των χαμηλών του αποδόσεων. 

Άρα η οικονομική ενεργειακή πολιτική πρέπει να δώσει μεγάλο βάρος στην πολιτική επιτοκίων για τις ενεργειακές επενδύσεις ώστε αφενός να εξασφαλιστούν τα απαραίτητα κεφάλαια αφετέρου να κρατήσουμε χαμηλά τα επιτόκια δανεισμού και να αποφύγουμε την αποεπένδυση που προαναφέραμε. Πολλές επιχειρήσεις δυστυχώς απέτυχαν να αναχρηματοδοτήσουν έγκαιρα τα δανειακά τους και παρέμειναν στα υψηλά επιτόκια δανεισμού επιβαρύνοντας τα ταμειακά και τους προϋπολογισμούς τους. Ένα εργαλείο που μπορεί να αξιοποιηθεί είναι η αναπτυξιακή τράπεζα ώστε να χρηματοδοτηθεί η περαιτέρω ανάπτυξη των έργων ενέργειας μέσω εγγυήσεων. Η στρατηγική ευθυγράμμιση με το μοντέλο-στόχο της ΕΕ επίσης θα βοηθήσει σε αυτή την κατεύθυνση τόσο μέσω της αντιστάθμισης των κινδύνων στο χρηματιστήριο ενέργειας όσο και με τα εργαλεία διμερών συμβάσεων (private TPA). Αυτά αναμένονται μετά το καλοκαίρι του 2020 να αποτελέσουν ένα ακόμα χρηματοδοτικό εργαλείο στην ανάπτυξη νέων επενδύσεων σε ΑΠΕ. 

Μεταξύ των θεμελιωδών μεγεθών που θα επηρεάσουν τις επιχειρήσεις ενέργειας εξαιτίας της κρίσης του COVID19, είναι η πτώση της ζήτησης και η συνεπακόλουθη αβεβαιότητα. Η μείωση αυτή της ζήτησης απαιτεί αύξηση της ευελιξίας στην παραγωγή. Η κάθετη ολοκληρωμένη παραγωγή πρέπει να δώσει θέση στην λιτή και μεσαίου μεγέθους ευέλικτη παραγωγή. Με μονάδες μεσαίου μεγέθους, ευέλικτες ΑΠΕ οι οποίες μέσω των εφαρμογών της πληροφορικής και της τεχνολογίας διαχείρισης χαρτοφυλακίου θα μπορούν να ακολουθήσουν με ευελιξία τις διακυμάνσεις του φορτίου. Για να επιτευχθεί αυτό, εκτός από την επιστημονική παρακολούθηση των αγορών, απαιτείται λιτή και ευέλικτη παραγωγή στη βάση των ΑΠΕ, η οποία να είναι στρατηγικά ευθυγραμμισμένη (strategic alignment model) με το μοντέλο στόχο της ΕΕ (target model). Η κάθετη ολοκληρωμένη και άκαμπτη επιχείρηση πρέπει να δώσει τη θέση της σε ένα ευέλικτο μοντέλο που θα αντισταθμίζει τους κινδύνους του στις προθεσμιακές αγορές. Η στρατηγική της ευελιξίας και η στρατηγική ευθυγράμμιση με το μοντέλο στόχο, πρέπει να αποτελέσει το νέο στρατηγικό όπλο για την επόμενη ημέρα. Ο ενεργειακός σχεδιασμός της Ελλάδος που υπάρχει ήδη στην ΕΕ (target model & ΕΣΕΚ) και έχει αποτυπωθεί στο 10ετή προγραμματισμό των διαχειριστών και των ρυθμιστών (ENTSO E&G, ΔΕΣΦΑ, ΑΔΜΗΕ, ΡΑΕ) θα πρέπει να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα και να αναπροσαρμόζεται τακτικότερα λόγω των αβεβαιοτήτων ώστε να γίνονται έγκαιρες παρεμβάσεις.

 

Λίγα λόγια για τον Καθηγητή Θέοδωρο Πελαγίδη, Καθηγητής Οικονομικής Ανάλυσης, Πανεπιστήμιο Πειραιώς - Senior Fellow, The Brookings Institution, US

Ο Θεόδωρος Κ. Πελαγίδης είναι Senior Fellow στο Brookings Institution US και Καθηγητής Οικονομικής Ανάλυσης στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς. Έχει διατελέσει Fulbright scholar στο Columbia University, US & NBG Professorial Fellow στο LSE, ερευνητής SPES των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στο Πανεπιστήμιο Paris VIII και P.D. Fellow στο Center for European Studies, στο Πανεπιστήμιο Harvard. Ήταν επίκουρος καθηγητής Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και έχει διδάξει ως επισκέπτης επικ. καθηγητής στο Π.Σ.Ε. "Διαχείριση Ανθρωπίνων Πόρων και Διοίκηση" του Πανεπιστημίου Αθηνών. Έχει τουλάχιστον 50 δημοσιεύσεις σε διεθνείς επιστημονικές επιθεωρήσεις με κριτές μεταξύ των οποίων: The  Journal of Economic Policy Reform, The Journal of Policy Modelling, Cambridge Journal of Economics, International Review of Law and Economics, Journal of Economic Studies, European Journal of Law and Economics, etc. Στην Ελλάδα έχει συγγράψει 13 μονογραφίες. Διεθνώς έχει συγγράψει με τον Μ. Μητσόπουλο τα βιβλία, Understanding the Crisis in Greece. From Boom to Bust, MacMillan/ Palgrave 2011 & 2012 (2nd edition), Greece. From Exit to Recovery? Brookings Institution Publ. 2014 και Who’s to Blame for Greece? MacMillan/ Palgrave 2016 και Who’s to Blame for Greece? How Austerity and Populism have Destroyed a Country with High Potential, MacMillan/ Palgrave 2018, 2nd Edition. Έχει δημοσιεύσει άρθρα στους Financial Times, e-CNN, e- NYT & The Guardian και έχει εργασθεί στο Internal Evaluation Office, IMF. Είναι σύμβουλος μακροοικονομίας του Προέδρου της ΝΔ Κυριάκου Μητσοτάκη.