Αυτή δε η κατάσταση θα επιδεινωθεί, στην περίπτωση που μετά την κρίση Covid-19 η επιχειρηματική κοινότητα μείνει από κεφάλαια επειδή θα χρειαστεί επιπλέον δανειοδότηση. Όμως στις χώρες που αντιμετωπίζουν δημοσιονομική πίεση, το πρόβλημα είναι ότι τα κεφάλαια που χρειάζονται για να εξασφαλιστεί αυτή η δανειοδότηση δεν μπορούν να αναζητηθούν ούτε από φόρους ούτε από τον κρατικό προϋπολογισμό. Αυτό οφείλεται στο συνδυασμό του υψηλού δημόσιου χρέους που αυτές οι χώρες είχαν πριν την κρίση και της τρέχουσας δραματικής αύξησης των ελλειμμάτων που θα ακολουθήσουν την κρίση.
Αντιθέτως σε χώρες που η δημοσιονομική τους κατάσταση είναι πολύ ισχυρή, η ανακεφαλαιοποίηση των επιχειρήσεων με κρατική χρηματοδότηση θα είναι εξαιρετικά σημαντικής σημασίας. Ας κάνουμε λοιπόν μια πρόβλεψη τι μπορεί να συμβεί στην Ευρωζώνη από κράτη που βρίσκονται σε αυτή την κατηγορία, χρησιμοποιώντας ως παράδειγμα την περίπτωση της Γερμανίας.
Η πολύ καλή κατάσταση που βρίσκεται ο ισολογισμός της Γερμανίας και η πρόσφατη απαλλαγή που θέσπισε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο θέμα των κρατικών ενισχύσεων, θα επιτρέψει στην Γερμανία να δώσει πολύ γενναία χρηματοδότηση στον επιχειρηματικό κόσμο, ενώ θα μπορεί να προχωρήσει και σε άμεσες κρατικοποιήσεις όπου χρειάζεται.
Η πρόβλεψη λοιπόν που υπάρχει μετά την κρίση Covid-19, είναι ότι εταιρείες που δεν μπορούν να έχουν πρόσβαση σε κεφάλαια και βρίσκονται σε χώρες που έχουν δημοσιονομικά προβλήματα θα αντιμετωπίσουν πολύ μεγάλο ανταγωνισμό από ξένες εταιρείες χωρών που έχουν λάβει γενναία κρατική χρηματοδότηση, κατά τρόπο που δεν συνάδει με το πνεύμα της Επιτροπής Ανταγωνισμού της Κομισιόν. Αυτή η κατάσταση θα οδηγήσει την ανάπτυξη σε χαμηλότερα επίπεδα από αυτά που αναμένει η Κομισιόν.
Κατ’ αυτό τον τρόπο επιχειρήσεις που βρίσκονται σε χώρες που είναι σε πολύ καλή δημοσιονομική κατάσταση, έχουν την δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν την γενναία κρατική χρηματοδότηση που έλαβαν, για να αντιμετωπίσουν τους υποκεφαλαιοποιημένους ανταγωνιστές τους επιθετικά και γιατί όχι να τους εξαγοράσουν. Αυτή η κατάσταση θα δημιουργήσει ένα θολό τοπίο στους κανόνες ανταγωνισμού που προσπαθεί να εδραιώσει η DG Comp και στις αγορές προϊόντων και στις κεφαλαιαγορές.
Επιπλέον της παραπάνω κατάστασης, η γερμανική κυβέρνηση εισάγει έναν νέο νόμο που αλλάζει τους όρους εξαγοράς γερμανικών εταιρειών επιχειρήσεων υψηλής τεχνολογίας από εταιρείες τρίτων χωρών. Στο μέλλον, ο έλεγχος απόκτησης μιας γερμανικής εταιρείας από εταιρεία τρίτης χώρας, θα επιτρέπεται ακόμη και σε περιπτώσεις που ίσως μπορεί να προκύψουν πιθανές συνέπειες για τη δημόσια ασφάλεια. Μέχρι σήμερα οι επιτροπή ανταγωνισμού της Γερμανίας επενέβαινε μόνο σε εξαγορές που έδειχναν ότι υπήρχε πραγματικός κίνδυνος για την δημόσια ασφάλεια. Όμως με την ανωτέρω εξέλιξη η γερμανική Κυβέρνηση έχει μεγάλο περιθώριο παρέμβασης.
Με την ψήφιση αυτού του νομοσχεδίου όλες οι εξαγορές γερμανικών εταιρειών από εταιρείες τρίτων χωρών θα θεωρούνται ότι δεν έχουν γίνει, έως ότου η κυβέρνηση να ελέγξει εάν αυτή η εξαγορά εμπεριέχει κίνδυνο για την δημόσια ασφάλεια. Η κύρια διαφορά που υπάρχει με την πρότερη κατάσταση είναι ότι η παραμικρή υποψία δεν θα επιτρέπει την εξαγορά, παρά μόνο όταν η κυβέρνηση κρίνει ότι δεν υφίσταται ο παραμικρός κίνδυνος. Συνεπώς μετά την κρίση του Covid-19 η γερμανική βιομηχανία δεν πρόκειται να αντιμετωπίσει κανενός είδους ανταγωνισμό ούτε από την Ευρώπη, ούτε από την Ασία, ούτε από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Επειδή όλα τα ανωτέρω στοιχειοθετούν μια κακή πρόβλεψη για το μέλλον της Ευρωζώνης, προωθήσαμε αυτή την πρόβλεψη στην Αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και Επίτροπο Ανταγωνισμού Κα Margrethe Vestager και ζητήσαμε να εγγυηθεί ότι και η ανωτέρω πρόβλεψη και η άρνηση της Γερμανίας (και κάποιων φίλων προς την Γερμανία κρατών) για την έκδοση του Ευρωομολόγου για την αντιμετώπιση της κρίσης Covid-19, δεν πρόκειται ποτέ να εξελιχθεί σε μια πραγματική κατάσταση.
Η Επιτροπή Ανταγωνισμού ανταποκρίθηκε άμεσα στέλνοντας μια απαντητική επιστολή η οποία αποτελεί συνοδευτικό υλικό στο πλάι του άρθρου (Horizontal issues related to the Covid-19 crisis 2020 2057540 DG COMP 27 84 2020 pdf). Αυτή η επιστολή αποδεικνύει ότι η Επιτροπή Ανταγωνισμού ενώ κατανοεί τον κίνδυνο που περιγράφεται στην πρόβλεψη που αποστείλαμε, εντούτοις οι ενέργειες που αναγράφονται ότι λαμβάνονται σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μάλλον δεν φαίνεται να επαρκούν.
Στο τέλος, προωθήσαμε και την πρόβλεψη και την απάντηση της Επιτροπής Ανταγωνισμού στον διακεκριμένο οικονομολόγο κ. Δημήτριο Βαγιανό που είναι Καθηγητής Χρηματοοικονομικών στο London School of Economics (LSE) και έχει επιλεγεί από τον κ. Πρωθυπουργό ως μέλος της Επιτροπής για την εκπόνηση του νέου Σχεδίου Ανάπτυξης για την Ελληνική Οικονομία, προκειμένου να πληροφορηθούμε πως σχολιάζει την όλη κατάσταση. Ο κ. Βαγιανός συμφώνησε ότι πρόκειται για ένα σημαντικό θέμα, ότι καλώς πράξαμε και στείλαμε αυτή την επιστολή/ πρόβλεψη στην Κομισιόν και ότι όντως η απάντηση της Επιτροπής Ανταγωνισμού δείχνει ότι ενώ κατανοεί τον κίνδυνο που περιγράφουμε στην πρόβλεψη που στείλαμε, εντούτοις οι ενέργειες που αναγράφονται ότι λαμβάνονται σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μάλλον δεν είναι σίγουρος ότι επαρκούν.
*Ο Σάββας Πούλος είναι Σύμβουλος Ενεργειακής Διπλωματίας & Ανάπτυξης Αγοράς Φυσικού Αερίου