Οι ηλεκτρικές διασυνδέσεις ενίων νησιών των Κυκλάδων με το εθνικό σύστημα άνοιξε την αγορά για την εγκατάσταση σε αυτά ανεμογεννητριών μεγάλης ισχύος. Το υψηλό αιολικό δυναμικό των Κυκλάδων είναι πολύ ελκυστικό για επενδύσεις στην αιολική ενέργεια με υψηλές αποδόσεις. Πριν από τρεις δεκαετίες, στα πλαίσια ερευνητικού προγράμματος της τότε ΕΟΚ είχε γίνει από αρμόδια υπηρεσία η εκτίμηση του εκμεταλλεύσιμου αιολικού δυναμικού της χώρας και μου ζητήθηκαν σχόλια πριν την υποβολή της σχετικής εργασίας.

Παρατήρησα την μεγάλη συγκέντρωση ανεμογεννητριών στις Κυκλάδες με εγκατεστημένη ισχύ 3.000MW, αξιοποιώντας το υψηλό αιολικό δυναμικό για μεταφορά της ηλεκτρικής ενέργειας στην ηπειρωτική χώρα.

Ένα μεγάλο πλήθος ανεμογεννητριών, σύμφωνα με την τεχνολογία εκείνης της περιόδου, κάλυπτε πλήρως όλα τα νησιά, οπότε τα σχόλιά μου ήταν βέβαια ο περιορισμός των ανεμογεννητριών σε ανεκτά επίπεδα για το νησιωτικό περιβάλλον. Η καθυστερημένη ηλεκτρική διασύνδεση των Κυκλάδων μετέθεσε το θέμα και την πρόκληση ώστε να εμφανίζεται σήμερα και με ανεμογεννήτριες μεγαλύτερης ισχύος με υψηλότερους πύργους.

Μαζική εκμετάλλευση του ανέμου γίνονταν στο οροπέδιο του Λασιθίου στην Κρήτη για άρδευση, ένα από τα πρώτα παραδείγματα παγκοσμίως όπως αναφέρεται και στην διεθνή βιβλιογραφία. Ήταν περί τις 12.000 ανεμαντλίες σε ανθρώπινη κλίμακα με λευκά πανιά που όταν λειτουργούσαν παρουσίαζαν εξαιρετικό θέαμα, χάρμα οφθαλμών. Ο Εθνικός Οργανισμός Τουρισμού είχε κυκλοφορήσει μια εντυπωσιακή φωτογραφία από το Λασίθι για την προβολή της Ελλάδος με μεγάλη απήχηση, ήταν η μαζική εκμετάλλευση του ανέμου με επιτυχή ένταξη στο περιβάλλον. Εξ άλλου, οι ανεμόμυλοι στα νησιά του Αιγαίου σε περίοπτες θέσεις με το πέτρινο κυκλικό κτίσμα και τα λευκά πανιά αποτελούν χαρακτηριστικό γνώρισμα, προβάλλοντας διεθνώς το απαράμιλλο νησιωτικό τοπίο.

Από το ξεκίνημα της σύγχρονης ανάπτυξης της αιολικής ενέργειας δύο βασικές περιβαλλοντικές παράμετροι των ανεμογεννητριών για ένταξη στο περιβάλλον είναι ο θόρυβος και η οπτική όχληση. Σε μερικές χώρες η αδειοδοτούσα αρχή χρησιμοποιούσε ειδικό πρόγραμμα σε υπολογιστή με την οπτική απεικόνιση του αιολικού πάρκου για την εκτίμηση των επιπτώσεων. Όσο όμως αυξάνονταν η ισχύς των ανεμογεννητριών με ολοένα υψηλότερους πύργους και μεγαλύτερα πτερύγια, τόσο απομακρύνονταν η εγκατάστασή τους από κατοικημένες περιοχές και κύριους αυτοκινητόδρομους. Αυτό κατέστησε προβληματική την εγκατάσταση των μεγάλων μονάδων στις πυκνοκατοικημένες χώρες της Βόρειας Ευρώπης, οπότε αναζητήθηκε διέξοδος στην Βόρεια Θάλασσα που προσφέρεται για υπεράκτια αιολικά πάρκα με πολύ μεγάλες πλέον μονάδες. Μέσα σε 40 χρόνια η ισχύς των ανεμογεννητριών από τα 20kW έφθασε τα 14.000kW, μειώνοντας δραστικά το κόστος παραγωγής ώστε να ανταγωνίζεται επιτυχώς το αντίστοιχο κόστος των μονάδων ορυκτών καυσίμων. Οι πολύ μεγάλες μονάδες πλέον συγκροτούν τα υπεράκτια αιολικά πάρκα και οι μονάδες από 1 έως 3.000kW (3MW) εγκαθίστανται στη στεριά με τους απαραίτητους όρους ένταξης στο περιβάλλον.

Αυτές όμως οι μεγάλες ανεμογεννήτριες με τους υψηλούς πύργους και τα μεγάλα πτερύγια στις Κυκλάδες ξεπερνούν την κλίμακα των νησιών με τους γραφικούς οικισμούς και συνήθως καθίσταται προβληματική η ένταξή τους στο νησιωτικό περιβάλλον. Τα ελληνικά νησιά και ιδιαίτερα τα νησιά των Κυκλάδων χαρακτηρίζονται από το απαράμιλλο φυσικό κάλλος και οποιαδήποτε επέμβαση πρέπει να μελετάται με την επιβαλλόμενη προσοχή για να μην διαταράσσεται το φυσικό περιβάλλον. Όπως έγινε πριν μερικά χρόνια και άλλαξε η αρχική μελέτη διασύνδεσης των νησιών με εναέριες γραμμές υψηλής τάσης και χαλύβδινους πύργους που θα διέσχιζαν τα νησιά, με την εγκατάσταση υποβρυχίων καλωδίων. Είναι αφελές νομίζω να προτάσσεται κάθε φορά η προστασία του πλανήτη έναντι της κλιματικής αλλαγής για να δικαιολογούνται ακραίες λύσεις, ενώ μπορούν  να αναζητηθούν άλλες δόκιμες λύσεις που εντάσσονται με επιτυχία στο περιβάλλον, ούτε βεβαίως οι θέσεις στο άλλο άκρο με τις έξαλλες φωνές για τον αποκλεισμό των ανεμογεννητριών από τα βουνά. Οι τοπικές κοινωνίες και η αυτοδιοίκηση πρέπει να συμβάλλουν στην συλλογική προσπάθεια που γίνεται στη χώρα στα πλαίσια της πολιτικής της ΕΕ και των αποφάσεων της παγκόσμιας κοινότητας για την μείωση των εκπομπών με την βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας και την ανάπτυξη αιολικών και φωτοβολταϊκών εφαρμογών με μεγέθη που εντάσσονται στο νησιωτικό περιβάλλον.

Η περίπτωση της Ιαπωνίας είναι χαρακτηριστική, καθώς στερείται συμβατικών ενεργειακών πόρων, κρίσιμος παράγων για μια βιομηχανική χώρα, η οποία έδωσε ώθηση στην ενεργειακή αποδοτικότητα με υψηλές επιδόσεις και προσβλέπει στις τεχνολογίες αιολικής και ηλιακής ενέργειας. Οι Ιάπωνες σε μια πυκνοκατοικημένη χώρα, παραδοσιακά διακρίνονται για την ευαισθησία και επιμονή στην προστασία του φυσικού τοπίου, συνήθως ως ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους και ειδικά για τα δάση και τις περιοχές που προορίζονται για αναψυχή, συγκεντρώνοντας πλήθος κόσμου. Από τις μελέτες προέκυψαν λίγες περιοχές που προσφέρονταν για εκμετάλλευση της αιολικής ενέργειας με περιορισμένες εφαρμογές, οπότε έδωσαν έμφαση στις φωτοβολταϊκές εφαρμογές με πολύ καλές επιδόσεις. Το μεγαλύτερο αιολικό πάρκο (1995) ήταν στον Βορρά κοντά στον πορθμό με το Hokkaido που εκμεταλλεύονταν το υψηλό αιολικό δυναμικό με 5 ανεμογεννήτριες (5x275=1.375kW). Αυτό το Αιολικό Πάρκο αποτελούσε αξιοθέατο για τους Ιάπωνες που μάθαιναν για την αξιοποίηση του ανέμου και όντας φιλικοί με την εκμετάλλευση της αιολικής ενέργειας ανέμεναν τις εξελίξεις για τα υπεράκτια αιολικά πάρκα.

Οι υψηλοί στόχοι για μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ το 2030 με την απόσυρση της λιγνιτικής παραγωγής στη χώρα, αλλά και προς το 2050, οδηγούν σε μεγάλη εγκατεστημένη ισχύ τόσο για τα αιολικά όσο και για τα φωτοβολταϊκά. Είναι πλέον ανάγκη να αναληφθούν πρωτοβουλίες και να τεθούν οι κανόνες με τη συνεργασία των τοπικών κοινωνιών και της αυτοδιοίκησης για εφαρμογές σε τοπικό επίπεδο και για μεγάλες εφαρμογές σε εθνικό επίπεδο, αξιοποιώντας τις πολλές δυνατότητες που προσφέρει η χώρα και με τις αναγκαίες χωροθετήσεις (πχ ακατοίκητα νησιά), αφήνοντας πίσω τις «βολικές λύσεις», αυτές με επιπτώσεις στην ιστορία, στις παραδόσεις και στο απαράμιλλου κάλλους φυσικό περιβάλλον. Η ενεργειακή μετάβαση προς μηδενικές εκπομπές με την βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας και την ανάπτυξη των ΑΠΕ για την Ελλάδα συνδέεται και με την προστασία και διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς και του μοναδικού φυσικού περιβάλλοντος υψίστου κάλλους της χώρας.