Η νευρικότητα και οι ανησυχίες για τις επιπτώσεις της κρίσης του νέου κορονοϊού στην παγκόσμια οικονομία δημιουργεί συνθήκες ανισορροπίας στις αγορές εμπορευμάτων. Μετά την πτώση κατά 10% από τα πρόσφατα υψηλά των 43,39 δολαρίων το βαρέλι για τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης της ποικιλίας Brent, που θεωρείται το διεθνές benchmark, σήμερα κινείταi διαρκώς ανοδικά από το πρωί

και στις 15:15 διαμορφωνόταν στα 40,66 δολάρια το βαρέλι, με άνοδο 2,37%. Αντίστοιχη εικόνα παρουδιάζει και το αμερικανικό WTI που υποχώρησε κατά 14% την Παρασκευή ύστερα από το ράλι του 572% που κατέγραψε από το ναδίρ του Απριλίου.   

(πίνακας 6μηνιαίας διακύμανσης των τιμών του Brent. Πηγή: FT.com)

Οι αναλυτές της αγοράς θεωρούν πως η εβδομάδα που διανύουμε θα αποδειχτεί κλειδί για το κατά πόσο θα τεθούν οι βάσεις για περαιτέρω σταθεροποίηση των τιμών ή όχι. Και τούτο, επειδή η διόρθωση από τα υψηλά επίπεδά τους που καταγράφηκε την προηγούμενη εβδομάδα, συνέβη παρά  το γεγονός ότι η προσφορά βαίνει διαρκώς μειούμενη. Συγκεκριμένα, η παραγωγή αργού πετρελαίου στις ΗΠΑ προβλέπεται να μειωθεί στα 11,6 εκατ. βαρέλια ημερησίως το 2020 και 10,8 εκατ. βαρέλια την ημέρα το 2021, έναντι 12,2 εκατ. βαρελιών το 2019, σύμφωνα με τις πρόσφατες εκτιμήσεις στις οποίες προέβη η Αμερικανική Υπηρεσία Ενεργειακής Πληροφόρησης (EIA).

Επιπροσθέτως, έγινε γνωστό ότι οι αμερικανικές εταιρείες ενέργειας μείωσαν τον αριθμό των εγκαταστάσεων πετρελαίου και φυσικού αερίου τους –θεωρείται ως ένας πρώιμος δείκτης για την μελλοντική παραγωγή-  σε  νέο χαμηλό ρεκόρ και για έκτο διαδοχικό επταήμερο την περασμένη εβδπμάδα, στις 199 εξέδρες, από 690 την αντίστοιχη χρονική περίοδο το 2019, δηλαδή, έπεσαν στο χαμηλότερο επίπεδό τους από τον Ιούνιο του 2009.   

Εάν σε όλα τούτα που συμβαίνουν στις ΗΠΑ, προσθέσουμε και το γεγονός ότι τα  κράτη- μέλη του ΟPEC συμφώνησαν να παρατείνουν τις μειώσεις παραγωγής τους, τότε μοιάζει ακατανόητη η διόρθωση της προηγούμενης εβδομάδας, έστω και αν η πτώση της ζήτησης προσφέρει μια λογική εξήγηση για αυτή.

Εν τω μεταξύ, η Goldman Sachs προειδοποιεί για νέα πτώση των τιμών του πετρελαίου έως τα τέλη του έτους, καθώς η παγκόσμια οικονομία αναμένεται να υποστεί δεινό πλήγμα εξαιτίας της πρωτοφανούς πανδημίας του νέου κορονοϊού. Οι προβλέψεις της τράπεζας για την τιμή του Brent, μεσοπρόθεσμα, είναι ότι θα κυμανθεί στην περιοχή των 35 δολαρίων το βαρέλι, όταν στις αρχές του έτους βρισκόταν στα 64 δολάρια, ενώ έπεσε ακόμη και στα 19 δολάρια τον Απρίλιο, δηλαδή, την περίοδο κορύφωσης της υγειονομικής κρίσης.

Μάλιστα, ο χρηματοοικονομικός οργανισμός επισημαίνει ότι η ανάκαμψη της ζήτησης για αργό, δεν θα επαρκεί ώστε να στηριχθεί μια αξιοσημείωτη άνοδος των τιμών, ενώ οι πιέσεις θα ενταθούν λόγωι της αύξησης της παραγωγής σχιστολιθικού πετρελαίου των ΗΠΑ, αλλά και της παραγωγής από την Λιβύη.

Δεν προξενεί, επομένως, απορία το γεγονός ότι οι μεγάλοι παίκτες της αγοράς προετοιμάζονται για να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις που διανοίγονται μπροστά τους, με την BP να ανακοινώνει εσχάτως ότι θα προβεί σε περικοπές 10.000 θέσεων εργασίας. Ο Μπέρναρντ Λούνι, ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας είπε χαρακτηριστικά: «Οι τιμές του πετρελαίου κινούνται σε επίπεδα πολύ χαμηλότερα από αυτά που χρειαζόμαστε για να επιστρέψουμε σε κερδοφορία. Δαπανούμε πολλά, πολλά περισσότερα από όσα κερδίζουμε. Όλα τούτα θα οδηγήσουν σε μια σημαντική χρέωση στα επικείμενα αποτελέσματα χρήσης μας, αλλά είμαι σίγουρος ότι αυτές οι δύσκολες αποφάσεις θα μας επιτρέψουν να είμαστε πιο ανταγωνιστικοί κατά τη διάρκεια της Ενεργειακής Μετάβασης».

Ακόμη η BP ανακοίνωσε ότι προχώρησε σε υποβάθμιση των μακροπρόθεσμων εκτιμήσεών της για τις τιμές, και ανακοίνωσε ότι αναμένει ότι θα χρειαστεί να αναλάβει χρεώσεις απομείωσης και διαγραφής, που θα κυμαίνονται μεταξύ 13-17,5 δισ. δολαρίων, στο β΄ τρίμηνο του έτους που διανύουμε. Ωστόσο, το βασικό σενάριο -πρόβλεψη της εταιρείας είναι ότι οι τιμές του αργού θα διαμορφωθούν στην περιοχή των 55 δολαρίων το βαρέλι, την περίοδο 2021-2050,ήτοι, τουλάχιστον 30% χαμηλότερα έναντι των προηγούμενων προβλέψεών της.

Μια ενδεχόμενη σημαντική απομείωση της αξίας των στοιχείων ενεργητικού της BP θεωρείται ενδεικτική του πόσο κρίσιμό θα αποδειχτεί το τρέχον έτος για τον πετρελαϊκό κλάδο και επισφραγίζει την άποψη ότι οι μεγάλοι παίκτες της αγοράς διακρατούν περιουσιακά στοιχεία τα οποία δεν πρόκειται να  αποκτήσουν ποτέ ξανά επαρκείς αποδόσεις στο ορατό μέλλον, λόγω της κάθετης μείωσης της ζήτησης, με συνέπεια σημαντικά αποθέματα ορυκτών καυσίμων να παραμείνουν ανεκμετάλλευτα. Την εικόνα αυτή ενισχύει και η παγκόσμια τάση για μεγαλύτερη δείσδυση των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα.

Η κατάσταση παραμένει εύθραυστη καθώς ο κίνδυνος της πανδημίας κάθε άλλο παρά έχει εκλείψει, με τους διεθνείς οργανισμούς να ανησυχούν για ένα δεύτερο κύμα μαζικών κρουσμάτων στις ΗΠΑ και στην Κίνα.

«Η ανάκαμψη της ζήτησης πετρελαίου θα είναι μια μακρά διαδικασία και ένα νέο κύμα κρουσμάτων σίγουρα θα προκαλέσει ανησυχίες ότι η ανάκαμψη της ζήτησης μπορεί να διαρκέσει ακόμη περισσότερο από ό, τι είχε αρχικά υπολογιστεί», αναφέρεραι σε σημείωμα που κυκλοφόρησε η ING Economics.