Αλλεπάλληλες προσπάθειες ερμηνείας του περιεχομένου των δύο τελευταίων συμφωνιών που υπέγραψε η Ελλάδα με την Ιταλία και την Αίγυπτο αντίστοιχα για την οριοθέτηση της ΑΟΖ στις θαλάσσιες περιοχές ανάμεσα στις ενδιαφερόμενες χώρες, έχουν οδηγήσει σε λανθασμένες προσεγγίσεις και εσφαλμένα συμπεράσματα. Αρχικώς λοιπόν θα πρέπει να τονιστεί ότι το διεθνές δίκαιο, που οι πάντες επικαλούνται και ορθώς, για τις όποιες διεκδικήσεις της χώρας μας αναφορικά με την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών εθνικής δικαιοδοσίας, είναι το κατεξοχήν πολιτικό δίκαιο

Με άλλα λόγια, τόσο η διαμόρφωση των αρχών του διεθνούς δικαίου όσο όμως –και κυρίως– η υιοθέτηση των κανόνων του αποτελούν απόρροια της διαμόρφωσης, προβολής και κατάθεσης των πολιτικών θέσεων των κρατών μελών της διεθνούς κοινότητας, που κατοχυρώνεται με καθαρή όσο και έντονη πολλές φορές πολιτική διαπραγμάτευση, σε επίπεδο διεθνούς συνδιάσκεψης. Το ίδιο όμως συμβαίνει και με την ερμηνεία αλλά και την εφαρμογή των εν λόγω κανόνων που επηρεάζονται άμεσα και πάλι από τις πολιτικές των κρατών, οι οποίες με τη σειρά τους επηρεάζουν επίσης και την εκάστοτε επίλυση/οριοθέτηση με απευθείας διαπραγματεύσεις.

Ακόμη και αυτές οι διεθνείς δικαστικές αποφάσεις επηρεάζονται από την πολιτική, με αποτέλεσμα την έκδοση αντικρουόμενων, πολλές φορές, αποφάσεων που αφορούν σε παρόμοια ζητήματα, με επίκλησή τους σε επίπεδο επιχειρηματολογίας κατά το δοκούν και παράλληλη όσο και παρεπόμενη αδυναμία διαμόρφωσης σαφούς άποψης της νομολογίας.

Συμπερασματικά, η αποκρυστάλλωση και ερμηνεία των κανόνων του διεθνούς δικαίου περνά απαραίτητα και μέσα από την προσέγγιση/κατανόηση της διαχρονικής πολιτικής διαπραγμάτευσης των κρατών που οδήγησε στην υιοθέτησή τους.

Σε μια δεύτερη φάση, καλό είναι να θυμηθούμε ποιες είναι οι πηγές του διεθνούς δικαίου από τις οποίες αντλούν σχετικά ερείσματα τα κράτη. Σύμφωνα με το άρθρο 38 του Καταστατικού του Διεθνούς Δικαστηρίου πρόκειται για τρεις κύριες και δύο επικουρικές πηγές. Οι τρεις κύριες είναι οι διεθνείς συμβάσεις, το διεθνές εθιμικό δίκαιο και οι γενικές αρχές του δικαίου. Ενώ, οι επικουρικές πηγές είναι οι δικαστικές αποφάσεις (νομολογία) και τα διδάγματα των αναγνωρισμένων δημοσιολόγων ως βοηθητικά μέσα για τον καθορισμό των κανόνων δικαίου.

Η κατανομή αυτή των πηγών του διεθνούς δικαίου δίνει την ευχέρεια στα κράτη να διαπραγματεύονται μεταξύ τους, επικαλούμενα ανά περίπτωση είτε το σύνολο των εν λόγω πηγών, είτε επιλεκτικώς κάποια από αυτές (πχ. νομολογία) με στόχο την πολιτική προώθηση των θέσεών τους.

Το αποτέλεσμα της συμφωνίας με την Αίγυπτο

Η ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία του φετινού Αυγούστου αποτελεί το τελικό γραπτό συμπέρασμα μιας διαρκούς πολύχρονης πολιτικής διαπραγμάτευσης, με αποκορύφωμά της τις τελευταίες προκλητικές εξελίξεις στην περιοχή της νοτιοανατολικής Μεσογείου από πλευράς Τουρκίας (τουρκολιβυκό μνημόνιο συνεργασίας – Νοέμβριος 2019, σε συνδυασμό και με τις διαχρονικές προσπάθειες υπογραφής τουρκοαιγυπτιακής συμφωνίας οριοθέτησης ΑΟΖ στην περιοχή).

Ειδομένη κάτω από την παραπάνω πραγματικότητα η συμφωνία αυτή αποτελεί έτσι ύψιστης πολιτικής σημασίας κίνηση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, τη δεδομένη χρονική στιγμή και κάτω από τις ειδικές αυτές περιστάσεις. Ερχόμενοι στο γράμμα της συμφωνίας, οφείλουμε να εξετάσουμε και την ουσία των αποτελεσμάτων που αυτή παράγει σε σχέση με το διεθνές δίκαιο.

(η συνέχεια στο slpress.gr)