Μιλώντας κατά την έναρξη της Συνέντευξης Τύπου ο Πρόεδρος και Εκτελεστικός Διευθυντής του Ινστιτούτου κ. Κωστής Σταμπολής παρατήρησε ότι: «Πέρα από τις σημαντικές οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές επιπτώσεις σε παγκόσμιο και εθνικό επίπεδο, η εξάπλωση του κορωνοϊού επηρέασε σε μεγάλο βαθμό και τον ενεργειακό κλάδο. Η πλέον εμφανής επίπτωση ήταν η αιφνίδια και μεγάλη μείωση της ζήτησης, η οποία επέδρασε στο σύνολο των ενεργειακών αγορών, επιφέροντας σημαντική υποχώρηση των τιμών, ιδίως στον πετρελαϊκό κλάδο, αλλά και στον τομέα του φυσικού αερίου και δευτερευόντως στον ηλεκτρισμό.»
Μεταξύ άλλων, στην Έκθεση επισημαίνεται ότι ο ιός COVID-19 επέδρασε αρνητικά στις έρευνες υδρογονανθράκων, στην κατασκευή και συντήρηση ενεργειακών και βιομηχανικών μονάδων (ηλεκτροπαραγωγή, διύλιση, μεταφορές), στους παρόχους ηλεκτρικής ενέργειας και στις εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών, καθώς και στους κατασκευαστές φωτοβολταϊκών πλαισίων, ανεμογεννητριών και μπαταριών. Επίσης, αρνητικές ήταν οι συνέπειες στις ναυπηγήσεις τάνκερς και πλοίων μεταφοράς LNG και LPG, καθώς και σε ειδικές υπεράκτιες κατασκευές για μονάδες παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου. Ακόμη, ο κορωνοϊός επηρέασε σε μεγάλο βαθμό και τις τιμές των δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων στην ΕΕ (ETS), μέσω των περιορισμών που ασκεί στην οικονομική δραστηριότητα.
Όπως υπογράμμισε ο Διευθυντής Μελετών του ΙΕΝΕ, κ. Δημήτρης Μεζαρτάσογλου, «Στόχος της Ειδικής αυτής Έκθεσης του ΙΕΝΕ ήταν να αναδείξει τις προαναφερθείσες επιπτώσεις της εξάπλωσης του κορωνοϊού σε όλο το εύρος του ενεργειακού τομέα της Ελλάδας, παρέχοντας έναν μεγάλο αριθμό στοιχείων. Η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε βασίστηκε: (α) στην ενδελεχή ανάλυση δεδομένων των βασικών φορέων και εταιρειών της εγχώριας ενεργειακής αγοράς και (β) στην αποστολή και ανάλυση στοχευμένων ερωτηματολογίων σε επιλεγμένες εγχώριες ενεργειακές εταιρείες, με απώτερο σκοπό μία πιο ολοκληρωμένη και εξειδικευμένη απεικόνιση των επιπτώσεων του ιού σε εταιρείες όλων των κλάδων ενέργειας.»
Συμπληρώνοντας ο κ. Δημήτρης Μεζαρτάσογλου παρατήρησε ότι, «Βασικό ζητούμενο της Ειδικής Έκθεσης ήταν να διερευνήσει τους τρόπους με τους οποίους το ενεργειακό σύστημα της Ελλάδας ανταποκρίθηκε στην εξάπλωση της πανδημίας και πώς επηρεάστηκε από την λήψη περιοριστικών μέτρων, διατηρώντας την αξιοπιστία του και την εν πολλοίς εύρυθμη λειτουργία του. Παράλληλα, η παρούσα Ειδική Έκθεση αποτελεί μία καταγραφή όλων όσων συνέβησαν στον ενεργειακό τομέα την περίοδο που ήταν σε έξαρση το φαινόμενο του κορωνοϊού, γεγονός που βοηθά στην διαμόρφωση κατάλληλων πολιτικών για την αντιμετώπιση αντίστοιχων περιπτώσεων κρίσεων στο μέλλον.»
Σύμφωνα με την Έκθεση του ΙΕΝΕ, οι επιπτώσεις της πανδημίας του κορωνοϊού στην Ελληνική αγορά ενέργειας μπορούν να συνοψιστούν ως εξής:
⦁ Η κρίση του κορωνοϊού επιτάχυνε μεταβολές στη συμπεριφορά καταναλωτών και επιχειρήσεων, με την υιοθέτηση νέων επιχειρηματικών μοντέλων, περαιτέρω ψηφιοποίηση, περιορισμό μετακινήσεων, τηλεργασία, ηλεκτρονικό εμπόριο, κλπ. Αυτές οι αλλαγές συνεπάγονται μείωση της κατανάλωσης ενέργειας, η οποία επηρέασε και θα επηρεάσει περαιτέρω τις επιχειρήσεις του ενεργειακού τομέα, αλλά θα διευκολύνει την επίτευξη των στόχων της ενεργειακής και κλιματικής πολιτικής.
⦁ O συστημικός κίνδυνος από αδυναμία πληρωμών των καταναλωτών, ιδίως στον τομέα του ηλεκτρισμού, ενισχύθηκε σημαντικά, ιδιαίτερα κατά την αρχική έξαρση της πανδημίας. Η διατήρηση ικανοποιητικού ρυθμού είσπραξης των λογαριασμών ηλεκτρισμού αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος, καθώς ενδεχόμενη αδυναμία ελέγχου αυτής θα μπορούσε να προκαλέσει αλυσιδωτές επιπτώσεις σε μια σειρά τομέων, οι οποίες δύσκολα θα μπορέσουν να αντιμετωπιστούν.
⦁ Ο ήδη σημαντικός βαθμός ψηφιοποίησης και αυτοματισμού, που έχει εισαχθεί στο ελληνικό ενεργειακό σύστημα, υπήρξε βασικός παράγων στην διατήρηση της εύρυθμης λειτουργίας του ενεργειακού συστήματος της χώρας. Η συγκεκριμένη εξέλιξη παρατηρήθηκε τόσο στη διανομή και μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας (βλέπε ΔΕΔΔΗΕ και ΑΔΜΗΕ) όσο και στην μεταφορά φυσικού αερίου (βλέπε ΔΕΣΦΑ).
⦁ Η μείωση της ζήτησης ενέργειας εξασθένισε τις δυνάμεις που επιδρούν στην διαμόρφωση των τιμών ρύπων. Σε συνδυασμό με τις μειωμένες σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν διεθνείς τιμές πετρελαίου και φυσικού αερίου, εφόσον αυτές διατηρηθούν σε χαμηλά επίπεδα, η ανταγωνιστική θέση των ΑΠΕ και των επενδύσεων ενεργειακής αποδοτικότητας ενδέχεται να επιδεινωθεί.
⦁ Οι αβέβαιες προοπτικές της παγκόσμιας και εθνικής οικονομίας οδηγούν τις ενεργειακές εταιρείες σε ακόμη πιο προσεκτικές κινήσεις και ενδεχομένως σε αναβολή επενδυτικών σχεδίων.
⦁ Ο προγραμματισμός των μεγάλων επενδυτικών σχεδίων των περισσότερων ενεργειακών εταιρειών στην Ελλάδα δεν επηρεάστηκε ιδιαίτερα, πέρα από ολιγόμηνες καθυστερήσεις (πχ. FSRU Αλεξανδρούπολης, Μονάδα ηλεκτροπαραγωγής Πτολεμαΐδα 5 της ΔΕΗ, περιφερειακά δίκτυα φ. αερίου) ενώ το μεγαλύτερο μέρος των μεγάλων επενδύσεων (λ.χ. ηλεκτρική διασύνδεση Κρήτης, IGB κ.α.) εξελίσσεται κανονικά.