των Mackinder – Spykman με τις αντιλήψεις του Alfred Thayer Mahan, ο οποίος θεωρούσε ως κλειδί για την παγκόσμια κυριαρχία τη ναυτική ισχύ και τον έλεγχο των ωκεανών.
Όμως, βασική προϋπόθεση για την επιτυχία αυτής της στρατηγικής ήταν οι ΗΠΑ να διατηρούν μια φιλική σχέση με την Κίνα, ή έστω οι σινοαμερικανικές σχέσεις να είναι λιγότερο ανταγωνιστικές από τις σινορωσικές. Κάτι τέτοιο σήμερα δεν ισχύει ούτε δείχνει ότι μπορεί να προκύψει στο μέλλον. Αντιθέτως, όπως καταδείχθηκε και από το κείμενο Εθνικής Ασφαλείας που έδωσε στη δημοσιότητα ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ τον Δεκέμβριο του 2017, τόσο η Ρωσία, όσο και η Κίνα χαρακτηρίζονται ξεκάθαρα ως αναθεωρητικές δυνάμεις και γεωπολιτικοί ανταγωνιστές των Ηνωμένων Πολιτειών.
Η ΔΥΣΗ ΠΡΟΩΘΕΙ ΤΗΝ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ ΡΩΣΙΑΣ – ΚΙΝΑΣ
Εντελώς απλουστευτικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο βίαιος διαχωρισμός της Ρωσίας από τη Δυτική Ευρώπη, την οποία έχουν επιλέξει, κατά τα φαινόμενα, τα κυρίαρχα ευρωπαϊκά κράτη και οι ΗΠΑ, με αφορμή τον πόλεμο στην Ουκρανία και την ενσωμάτωση της Κριμαίας στον ρωσικό εθνικό κορμό, έχει ωθήσει τη Ρωσία προς την αγκαλιά της Κίνας. Ταυτοχρόνως, οι Ηνωμένες Πολιτείες δημιουργώντας ένα περιοριστικό πλέγμα γύρω από την Κίνα, έτσι ώστε να την εμποδίσουν να εξελιχθεί σε μεγάλη ναυτική δύναμη και να αποκτήσει ασφαλείς θαλάσσιες γραμμές επικοινωνιών (SLOCs), την ωθούν προς την αγκαλιά της Ρωσίας. Με άλλα λόγια, οι δύο χώρες, χάρη στην ευγενική χορηγία της Δύσης, οδηγούνται στο να ξεπεράσουν την ιστορική καχυποψία και τα ανταγωνιστικά στοιχεία των γεωπολιτικών τους ταυτοτήτων και θέτουν τους σπόρους για τη δημιουργία μιας γεωπολιτικής συσσωμάτωσης που, αν εξελιχθεί, θα μπορούσε να αποτελέσει το πρόπλασμα της πρώτης Multi – Power στην ανθρώπινη ιστορία.
Ταυτοχρόνως, μια άλλη, μεσαία μεν κρίσιμης δε γεωπολιτικής σημασίας, ευρασιατική χώρα, το Ιράν, επίσης δείχνει να κινείται προς την ενσωμάτωσή του σε αυτό το σχήμα.
Έτσι λοιπόν, δημιουργείται ένα γεωπολιτικό τρίγωνο στην Ευρασία μεταξύ Μόσχας – Τεχεράνης – Πεκίνου, το οποίο διαμορφώνει μια εν δυνάμει γεωπολιτική ενότητα με απροσδιόριστες ακόμη προοπτικές όσον αφορά την εξέλιξή της. Το τρίγωνο αυτό απορροφά στο εσωτερικό του τις χώρες της Κεντρικής Ασίας και σχηματίζει μια τόσο μεγάλη γεωπολιτική «μάζα», η βαρύτητα της οποίας, αν μιλούσαμε με όρους φυσικής, θα είναι τόσο μεγάλη που θα απειλήσει να έλξει προς την τροχιά της και πολλές χώρες της ευρασιατικής περιφέρειας, με πιο κρίσιμη εξ αυτών την Ινδία, ενώ μια ιδιαίτερη περίπτωση είναι αυτή της Τουρκίας. Αν η Τουρκία απορροφηθεί από αυτό το σχήμα τότε η δημιουργία της ευρασιατικής συσπείρωσης θα είναι σχεδόν βέβαιη. Αντιθέτως, αν παραμείνει στη δυτική γεωπολιτική αρχιτεκτονική τότε μπορεί να λειτουργήσει ως βασικός διαλυτικός παράγοντας της χαλαρής ενοποίησης της Ευρασίας.
ΟΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΙ ΤΩΝ ΕΥΡΑΣΙΑΤΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΩΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΜΙΑΣ ΠΑΝΕΥΡΑΣΙΑΤΙΚΗΣ ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ
Άποψη του γράφοντος είναι ότι η τοποθέτηση των ευρασιατικών κρατών σε ένα ενιαίο αλληλεπιδραστικό πλαίσιο μπορεί να ωθήσει τα ανταγωνιστικά στοιχεία στις μεταξύ τους σχέσεις προς μια κεντρομόλα κατεύθυνση. Για παράδειγμα, αν το σύστημα Ρωσίας – Κίνας ήταν συμπαγές και πλήρως συνεργατικό, τότε η Ινδία, εξαιτίας της έντονα ανταγωνιστικής σχέσης της με την Κίνα, θα μπορούσε να οδηγηθεί σε μια ολοκληρωτική ταύτιση με τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους στην ευρασιατική περιφέρεια. Όμως, δεδομένης της μεικτής συνεργατικής – ανταγωνιστικής φύσης του συστήματος Ρωσίας – Κίνας, η Ινδία έχει συμφέρον να ενισχύσει τις σχέσεις της με τη Ρωσία, έτσι ώστε να ενισχύσει τη θέση της έναντι της Κίνας και του Πακιστάν, διαμορφώνοντας έναν άξονα Μόσχας – Νέου Δελχί, που είναι φύσει ανταγωνιστικός έναντι ενός άξονα Μόσχας – Πεκίνου και Πεκίνου – Ισλαμαμπάντ. Από πλευράς της, η Ρωσία ενδιαφέρεται να ενισχύσει τις σχέσεις της με την Ινδία έτσι ώστε να διαμορφώσει ένα σχήμα που θα περιορίζει τις δυνατότητες του Πεκίνου να αποτελέσει την κυρίαρχη δύναμη στον άξονα Πεκίνου – Μόσχας, προσδίδοντας στη Ρωσία έναν δευτερεύοντα ρόλο. Τέλος, και το Πεκίνο έχει κάθε συμφέρον να εξομαλύνει τις σχέσεις του με το Νέο Δελχί έτσι ώστε να περιορίσει τη δυναμική του συστήματος Ρωσίας – Κίνας και να αποφύγει να εμπλακεί σε έναν διμέτωπο ανταγωνισμό με τις άλλες δύο μεγάλες ευρασιατικές δυνάμεις. Άρα, οι ανταγωνισμοί μεταξύ των μεγάλων ευρασιατικών χωρών δείχνουν να λειτουργούν προς ώρας μέσα στο εσωτερικό ενός ευρύτερου ενοποιητικού πλαισίου, το οποίο εν συνόλω είναι ανταγωνιστικό της αμερικανικής ηγεμονίας.
Άλλωστε, η πλήρης εξομάλυνση των σχέσεων των μελών ενός συστήματος δεν είναι πάντοτε αναγκαία προϋπόθεση για τη δημιουργία και την αποτελεσματική λειτουργία του συστήματος αυτού προς τα έξω. Για παράδειγμα, η Ελλάδα και η Τουρκία λειτουργούσαν στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ και του ευρύτερου Δυτικού Κόσμου στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου, χωρίς να έχουν ξεπεράσει τον μεταξύ τους ανταγωνισμό. Το ίδιο θα μπορούσε να συμβεί στο μέλλον μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν, για παράδειγμα. Ναι μεν θα παραμείνουν εχθρικές χώρες αλλά θα λειτουργούν στο πλαίσιο ενός ευρύτερου ενοποιητικού γεωπολιτικού πλαισίου.
Έτσι, η Ευρασία ενδέχεται να εξελιχθεί σε ένα διακριτό και ενιαίο γεωπολιτικό σύστημα, με τα δικά του συμφέροντα και στοχοθετήσεις, διατηρώντας τις ανταγωνιστικές σχέσεις των συστατικών του μερών στο εσωτερικό του και εν πολλοίς αξιοποιώντας τις ώστε να ενισχύσει τη συνοχή του.
Η ΚΙΝΑ ΩΣ ΚΥΡΙΑΡΧΗ ΔΥΝΑΜΗ ΜΙΑΣ ΕΥΡΑΣΙΑΤΙΚΗΣ MULTI POWER
Η κινητήρια δύναμη του συστήματος αυτού είναι η Κίνα, η οποία θέτει τις βάσεις για να εξελιχθεί στην πιο σημαντική δύναμη του πλανήτη στις επόμενες δεκαετίες. Για να το επιτύχει θα πρέπει να αναπτύξει ένα πολύπλοκο αρχιτεκτόνημα σχέσεων με τις άλλες κρίσιμες ευρασιατικές χώρες. Βασικό είναι ότι η μελλοντική Κίνα δεν θα πρέπει να είναι «υπερβολικά» ισχυρή, γιατί έτσι θα προκαλέσει την αντιζηλία των άλλων χωρών και τη συσπείρωση τους εναντίον της, αν και για όσο καιρό οι Ηνωμένες Πολιτείες θα συνεχίσουν να φέρονται σαν να ήταν ο κυρίαρχος του πλανήτη, οδηγώντας τις άλλες χώρες σε αντιαμερικανική συσπείρωση, ιδιαίτερα τη Ρωσία και την Κίνα, κάτι τέτοιο δεν είναι εύκολο να προκύψει.
Ιδιαίτερα έναντι της Ρωσίας η Κίνα δεν θα πρέπει να θίξει τις ρωσικές φοβίες, που μπορεί να ενταθούν μετά το λιώσιμο των αρκτικών πάγων, ενώ θα πρέπει να συνεχίσει να διατηρεί μια σχέση αλληλεξάρτησης μαζί της, ιδιαίτερα στον τομέα της ενέργειας. Αντιθέτως, μια απόλυτα αυτονομημένη Κίνα, ενεργειακά και γενικότερα, η ισχύς της οποίας θα ανέρχεται διαρκώς, ενδέχεται να προκαλέσει τη φοβική καχυποψία της Μόσχας και να τοποθετήσει τις σχέσεις των δύο χωρών μέσα σε μια θουκιδίδειο παγίδα. Επιπροσθέτως, μια Ρωσία που θα κινδυνεύσει τα χάσει τα κρισιμότατης σημασίας έσοδα από την κινεζική αγορά ενέργειας, ενώ ταυτοχρόνως θα έχει απομονωθεί από τη Ευρώπη, θα βρεθεί σε δεινή θέση και ουσιαστικά θα έχει δύο επιλογές. Ή θα στραφεί εκ νέου προς τη Δύση (αν βέβαια η Δύση της επιτρέψει κάτι τέτοιο), οπότε θα προκύψει ένας «υπερτροφικός» Δυτικός Κόσμος, ή θα επενδύσει στην «σκληρή» της ισχύ, επιδιώκοντας να εξασφαλίσει την επιβίωσή της δια του τρόμου που θα προκαλεί στους άλλους, κυρίως δια του τεράστιου πυρηνικού της οπλοστασίου. Παρόμοιες, αν και μικρότερες συνέπειες, μπορεί να προκύψουν στις σχέσεις της Κίνας με το Ιράν αλλά και με άλλες χώρες, σε περίπτωση που καταστεί ενεργειακή ανεξάρτητη, για παράδειγμα δια της μαζικής χρήσης υδριτών μεθανίου.
Με άλλα λόγια, δημιουργείται η παραδοξότητα ότι η Κίνα του μέλλοντος, για να αποκτήσει ηγεμονικό – ρυθμιστικό ρόλο στο διεθνές σύστημα, πιθανώς θα πρέπει να συνδυάσει την ισχύ της με αδυναμίες και τρωτά σημεία και να διατηρεί σχέσεις αλληλεξάρτησης με κρίσιμα ευρασιατικά κράτη, ιδιαίτερα δε τη Ρωσία, έτσι ώστε αυτά να την χρειάζονται και να μην φοβούνται την άνοδο της ισχύος της. Φυσικά, η Κίνα μπορεί και πρέπει να διαμορφώνει εναλλακτικές στρατηγικές όσον αφορά την ενεργειακή και τη συνολικότερη της αυτάρκεια, αλλά δεν είναι ανάγκη να τις εφαρμόσει αν αυτό δεν καταστεί αναγκαίο.
Ορισμένοι άλλοι παράγοντες που ωθούν προς τον διαχωρισμό του διεθνούς συστήματος σε δύο ημιανεξάρτητα υποσυστήματα είναι οι ακόλουθοι:
1)Δραστικές αλλαγές στη γεωγραφία της ισχύος που προέρχονται κυρίως από την ανάπτυξη χερσαία εδραζόμενων πλεγμάτων A2 / AD τα οποία επιτρέπουν στις χερσαίες ευρασιατικές δυνάμεις να αμφισβητούν αποφασιστικά την κυριαρχία της μεγάλης ναυτικής δύναμης του πλανήτη στα περιφερειακά ευρασιατικά ύδατα. Η ζώνη αυτή λοιπόν μετατρέπεται σε έναν χώρο ασαφούς κυριαρχίας και συνακόλουθα διαμορφώνει ένα σύνορο μεταξύ της Ευρασίας και της Αμερικής.
2)Δραστικές αλλαγές στη γεωγραφία της ενέργειας, που προέρχονται πρωτίστως από την ανακάλυψη μεγάλων κοιτασμάτων σχιστολιθικών υδρογονανθράκων στο μητροπολιτικό έδαφος των Ηνωμένων Πολιτειών, τα οποία οδήγησαν τις ΗΠΑ σε ενεργειακή ανεξαρτησία. Το γεγονός αυτό επιτρέπει στις ΗΠΑ να διαχωριστούν από τα δρώμενα στην Ευρασία, γιατί δεν εξαρτώνται πλέον από ενεργειακές ροές από το εξωτερικό. Βέβαια, τα σχιστολιθικά κοιτάσματα είναι απλώς η κορυφή του παγόβουνου. Γενικότερα, η ενεργειακή γεωγραφία του πλανήτη προχωρεί προς μια πιο αποκεντρωτική – περιφερειακή φύση, χάρη στη δραστική διεύρυνση της χρήσης του φυσικού αερίου και την ενίσχυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Στο μέλλον, η ανάπτυξη ακόμη πιο εξελιγμένων συστημάτων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και υδρογόνου, ενδέχεται να ενισχύσουν ακόμη περισσότερο την αποκέντρωση του διεθνούς ενεργειακού συστήματος, κάτι στο οποίο μπορεί να συμβάλει και πιθανή αναγέννηση της πυρηνικής ενέργειας, ιδιαίτερα αν αυτή προκύψει σε μια αποκεντρωτική βάση με την ευρεία χρήση μικρών πυρηνικών σταθμών (‘nuclear batteries’), με την ανάπτυξη τεχνολογιών εξαγωγής «καθαρών» καυσίμων από τον άνθρακα κλπ.
3)Με τη διευρυνόμενη «αποδολαριοποίηση» του διεθνούς οικονομικού συστήματος και την πιθανή δραστική διεύρυνση του «καλαθιού νομισμάτων» στο οποίο θα γίνονται οι διεθνείς συναλλαγές στον χώρο της ενέργειας αλλά και γενικότερα. Η εξέλιξη αυτή θα περιορίσει τον ενοποιητικό ρόλο του δολαρίου στην παγκόσμια οικονομία και προωθεί την ανεξαρτησία των ευρασιατικών χωρών από την νομισματική ηγεμονία της Δύσης.
Συνακόλουθα λοιπόν, στο όχι και τόσο μακρινό μέλλον, προκύπτει η πιθανότητα δημιουργίας ενός νέου διπολικού πλανητικού συστήματος. Ο ένας εκ των πόλων αυτών θα είναι μια χαλαρά ενοποιημένη Ευρασία, η οποία θα αποτελεί την πρώτη Multi – Power στην Ιστορία και ο δεύτερος η αμερικανική ήπειρος με μια σειρά από νησιωτικά συμπλέγματα στην περιφέρεια της Ευρασίας και ορισμένα «προγεφυρώματα» στην ίδια την Ευρασία, με σημαντικότερο την Δυτική Ευρώπη.
*Λίγα λόγια για τον καθηγητή Κωνσταντίνο Γρίβα, Αναπληρωτή Καθηγητή Γεωπολιτικής και Σύγχρονων Οπλικών Τεχνολογιών στην Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων
Ο Κωνσταντίνος Γρίβας είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Γεωπολιτικής και Σύγχρονων Οπλικών Τεχνολογιών στην Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Διδάσκει επίσης Γεωγραφία της Ασφάλειας στην Ευρύτερη Μέση Ανατολή στο Τμήμα Τουρκικών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών.