Αυτό θέτει το Ταμείο Ανασυγκρότησης υπό μία διαφορετική οπτική. Ο πράσινος μετασχηματισμός θα απορροφήσει το 40% των πόρων και ο ψηφιακός το 20%, αφήνοντας το υπόλοιπο να κατανέμεται σε κοινωνικό κράτος, εργασία και άλλες δραστηριότητες. Εντούτοις το κριτήριο για την αξιοποίηση των πόρων είναι διπλό. Πρώτον, ποιες δραστηριότητες έχουν υψηλή προστιθέμενη αξία στην Ελλάδα, άρα και μεγαλύτερο εγχώριο πολλαπλασιαστή σε απασχόληση και κύκλο εργασιών, και ποιες δραστηριότητες μπορούν να ενισχύσουν τα εισοδήματα και την κοινωνική συνοχή.
Και στους δύο βασικούς άξονες τα θέματα αυτά αποκτούν ιδιαίτερη σημασία. Για παράδειγμα, ένα «Εξοικονομώ» για κατοικίες και επιχειρήσεις έχει μεγάλη εγχώρια προστιθέμενη αξία, όπως και ορισμένα έργα υποδομής και δικτύων. Άλλες κατηγορίες έργων έχουν μεγάλες εισαγωγές αγαθών με πολύ μικρότερο αντίκτυπο στην εγχώρια οικονομία.
Το δεύτερο στοιχείο είναι η κοινωνική συνοχή. Η ανάπτυξη των ΑΠΕ, για παράδειγμα, μπορεί να σχεδιαστεί είτε με αποκλειστικά όρους αγοράς, όπου θα κυριαρχήσει ένας κύκλος επενδύσεων από μεγάλες επιχειρήσεις, εγχώριες και ξένες, είτε μπορεί να προσανατολίσει ένα μέρος της μετάβασης σε αποκεντρωμένα τοπικά δίκτυα, όπου παραγωγή και κατανάλωση θα έχουν εγγύτητα, με άλλα λόγια σε φωτοβολταϊκά στέγης, τοπικές μικρές επιχειρήσεις και ενεργειακές κοινότητες. Αυτό αφορά το πιο θεμελιακό ζήτημα της στρατηγικής ανάπτυξης των ΑΠΕ. Η γεωμορφολογία και τα μικρά νησιωτικά συμπλέγματα ενθαρρύνουν πολύ την τοπική και αποκεντρωμένη παραγωγή ως την ενδεδειγμένη. Εξάλλου η ευρωπαϊκή εμπειρία συνηγορεί υπέρ αυτού. Η Γερμανία, με την πιο γρήγορη πράσινη μετάβαση, έχει τις ενεργειακές κοινότητες από τις μικρές ιδιωτικές εταιρείες να συμμετέχουν περίπου στο ένα τρίτο της παραγωγής.
Η κοινωνική συνοχή όμως αφορά μία ακόμη διάσταση, την απόκρουση της ιδέας του κοινωνικού αποκλεισμού. Η κατοικία, το αυτοκίνητο, η θέρμανση, καθώς θα πρασινίζουν, θα εντάσσουν τις εισοδηματικά ισχυρότερες κοινωνικές ομάδες, ταυτίζοντας τις πιο αδύναμε με τη «βρώμικη» κατανάλωση πετρελαίου, η οποία θα ποινικοποιείται με επιπρόσθετη φορολογική επιβάρυνση. Αυτό θα διευρύνει το κοινωνικό χάσμα. Επιβάλλεται τα προγράμματα πράσινης μετάβασης να σχεδιαστούν με επίκεντρο τις ασθενέστερες εισοδηματικά ομάδες.
Η τρίτη όμως διάσταση αφορά τη φύση των μεταρρυθμίσεων που πρέπει να συνοδεύουν την κατανομή πόρων. Η χωροταξία και το περιβάλλον είναι ένα καλό παράδειγμα. Η προηγούμενη κυβέρνηση ξεκίνησε ένα κύκλο μεταρρυθμίσεων που έλυναν προβλήματα δεκαετιών. Η ανάρτηση και επικύρωση των δασικών χαρτών (επικύρωση σχεδόν στο 50%), το Κτηματολόγιο (προκήρυξη μελετών για το 70% της επικράτειας), ο τοπικός χωρικός σχεδιασμός σε επίπεδο δήμου, η διαχείριση της Νατούρα, η κυκλική οικονομία, η διαχείριση των απορριμμάτων σε περιφερειακό επίπεδο. Η παρούσα κυβέρνηση γρήγορα ανέστειλε όλες τις μεταρρυθμίσεις στη χωροταξία, στο περιβάλλον, στη δημόσια διοίκηση προκειμένου η έξοδος από τη σημερινή κρίση να αφήσει μόνιμο και θετικό αποτύπωμα.
Λίγα Λόγια για τον κ. Γιώργο Σταθάκη
Ο Γιώργος Σταθάκης σπούδασε Οικονομικά στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Newcastle στην Μ. Βρετανία απ’ όπου έλαβε Διδακτορικό Τίτλο στην Οικονομία. Διετέλεσε επισκέπτης καθηγητής στο Τμήμα Ευρωπαϊκών Σπουδών του Αμερικανικού Πανεπιστημίου Harvard και του Κέντρου Βυζαντινών και Σύγχρονων Ελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου City της Νέας Υόρκης.
Το ερευνητικό του έργο εστιάστηκε κυρίως στη οικονομική ιστορία και στη θεωρία της οικονομίας. Στο συγγραφικό του έργο περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων τα βιβλία: Το Δόγμα Τρούμαν και το Σχέδιο Μάρσαλ. Η ιστορία της Αμερικανικής Βοήθειας στην Ελλάδα (Βιβλιόραμα, Αθήνα 2004), Ατελέσφορος Εκσυγχρονισμός. Κριτικά σημειώματα από την «Αυγή» και τον «Πολίτη» (Βιβλιόραμα, Αθήνα 2007). Βιβλία του έχουν επίσης εκδοθεί στα αγγλικά: Economic Development and Social Change: Historical Roots and Modern Perspectives (Routledge, Λονδίνο 2006) και The Reform of CAP and Rural Development in Southern Europe (Ashgate, Aldershot 2003). Από το 1988 είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κρήτης όπου το διάστημα 2000-2004 ανέλαβε Πρόεδρος του τμήματος Οικονομικών Επιστημών ενώ από το 2011 έως το 2012 διετέλεσε Αντιπρύτανης.
Με την πολιτική ασχολήθηκε τόσο σε τοπικό όσο και σε εθνικό επίπεδο. Στις εθνικές εκλογές του 2012 εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής με τον ΣΥΡΙΖΑ και ορίστηκε Υπεύθυνος Τομέα Ανάπτυξης της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του κόμματος. Στις εθνικές εκλογές του 2015, επανεξελέγη βουλευτής Χανίων και ανέλαβε το χαρτοφυλάκιο του Υπουργείου Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού. Έπειτα από τις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015 ορίστηκε Υπουργός Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού.
Το άρθρο αυτό δημοσιεύθηκε αρχικά στην εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ», 31 Οκτωβρίου – 1 Νοεμβρίου 2020