Κίνδυνος Αφανισμού των Μικρών Παραγωγών ΑΠΕ από τα Νέα Μέτρα- Επηρεάζονται και οι Στόχοι του ΕΣΕΚ

Κίνδυνος Αφανισμού των Μικρών Παραγωγών ΑΠΕ από τα Νέα Μέτρα- Επηρεάζονται και οι Στόχοι του ΕΣΕΚ
του Αδάμ Αδαμόπουλου
Τρι, 17 Νοεμβρίου 2020 - 07:20

Ως χτύπημα κάτω από τη μέση για τους νέους παραγωγούς ΑΠΕ, θεωρεί η αγορά τα μέτρα για τον ΕΛΑΠΕ που ανακοίνωσε το ΥΠΕΝ, καθώς με τα αντικίνητρα που θεσπίζει, εξαιτίας της αναδρομικής επιβολής της έκτακτης εισφοράς για το 2020, αποθαρρύνει χιλιάδες υποψήφιους επενδυτές να δραστηριοποιηθούν στην ηλεκτροπαραγωγή από χαμηλής ισχύος φωτοβολταϊκά έργα, μέχρι 500 κιλοβάτ. Οι εν λόγω μικροεπενδυτές παραμένουν έως σήμερα ανενεργοί, εξαιτίας των καθυστερήσεων στην έκδοση των δεσμευτικών όρων σύνδεσης που παρατηρούνται στις αρμόδιες υπηρεσίες του ΔΕΔΔΗΕ και του ΑΔΜΗΕ.

Το έτερο πλεονέκτημα για ανάλογα επενδυτικά σχέδια ήταν η δυνατότητα να εξασφαλίσουν Τιμές Αναφοράς, τις λεγόμενες ταρίφες, δίσως να υπόκεινται στην υποχρέωση να συμμετέχουν στους διαγωνισμούς που διενεργεί η Ρυθνιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ). Πλέον αυτό το πλεονέκτημα δεν υφίσταται πρακτικά, επειδή όσοι δεν καταφέρουν να υποβάλλουν αίτηση σύμβασης με τον ΔΑΠΕΕΠ, έως το τέλος του έτους, είναι υποχρεωμένοι να συμμετάσχουν με τη σειρά τους στις διαγωνιστικές διαδικασίες της ΡΑΕ, ασχέτως του εάν θα διαχωρίζονται από εκείνους που θα αφορούν στα μεγάλα έργα, γεγονός που θα ωθήσει σε πολύ χαμηλά επίπεδα της Τιμές Αναφοράς για την απορρόφηση του παραγόμενου ρεύματος.

Σύμφωνα με το Υπουργείο, από 1ης Ιανουαρίου 2021, το σύνολο των αιτήσεων για μικρά φωτοβολταϊκά έργα, ισχύος μικρότερης των 500 κιλοβάτ, θα υποχρεούνται να συμμετάσχουν σε ανταγωνιστική διαδικασία προκειμένου να εξασφαλίσουν τιμή, αν και όπως τονίστηκε, οι εν λόγω διαγωνισμοί θα πραγματοποιούνται με πιο απλοποιημένες και φιλικές διαδικασίες για τους ενδιαφερόμενους.

Το πλήγμα που δεν μπορεί, πλέον να θεωρείται δυνητικό, είναι ακόμη μεγαλύτερο, αφού αποθαρρύνοντας τους μικροπαραγωγούς, η Πολιτεία μοιάζει να αποστερεί από την πραγματική οικονομία πολύτιμους πόρους, υπό τη μορφή κατανάλωσης, αφού τα χρήματα που θα κέρδιζαν από την ενασχόλησή τους με τις ΑΠΕ, θα τα έριχναν πίσω στην αγορά.

Όσον αφορά στο καίριας σημασίας ζήτημα της επιβολής της έκτακτης εφάπαξ εισφοράς για το τρέχον έτος, στους νέους παραγωγούς και η «απροθυμία» της Πολιτείας να συμπεριλάβει στον παρανομαστή αυτής της δύσκολης εξίσωσης και τους Προμηθευτές έχει προκαλέσει μεγάλη αναστάτωση σε όλο το φάσμα των φορέων της αγοράς.

Ο Σύνδεσμος Παραγωγών Ενέργειας με Φωτοβολταϊκά (ΣΠΕΦ), η Πανελλήνια Ομοσπονδία Φωτοβολταϊκών (ΠΟΣΠΗΕΦ) και η Ελληνική Επιστημονική Ένωση Αιολικής Ενέργειας (ΕΛΕΤΑΕΝ) έσπευσαν να δημοσιοποιήσουν τις θέσεις τους με δελτία Τύπου, με τα οποία επικρίνουν το Υπουργείο για τα μέτρα που ανακοίνωσε, ενώ συνοδεύουν την κριτική τους με προτάσεις που θεωρούν πως μπορούν να συμβάλουν στην επίλυση του προβλήματος που έχει δημιουργηθεί την τελευταία διετία με το έλλειμμα του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ( ΕΛΑΠΕ).      

Για το σύνολο των φορέων του κλάδου, η δέσμευση της ΔΕΗ ότι θα απορροφήσει το τέλος των 2 ευρώ που επιβλήθηκε στους Προμηθευτές δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση λύση, αφού η Επιχείρηση έχει μειώσει δραστικά τα κόστη της, χάρη στο εντυπωσιακό πτωτικό σπιράλ της Οριακής Τιμής Συστήματος (ΟΤΣ) από το 2019 και επομένως δεν της κοστίζει τίποτε να προβεί σε αυτή την απορρόφηση.

Αλλωστε αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο οι φορείς ΑΠΕ ισχυρίζονται ότι το τέλος των 110 εκατ. ευρώ στους Προμηθευτές, για το επόμενο έτος, όχι μόνο δεν τους επιβαρύνει αλλά στην πραγματικότητα τους ελαφρύνει, εάν συνυπολογιστεί και η παράλληλη κατάργηση του Μηχανισμού Μεταβλητού Κόστους (ΜΜΚ). (σ.σ.: η χρέωση προμηθευτών αντικαθιστά για χρονικό διάστημα ενός έτους, την αντίστοιχη του Μεσοσταθμικού Μεταβλητού Κόστους Θερμικών Συμβατικών Μονάδων (ΜΜΚΘΣΣ), που καταργείται οριστικά από 1ης Ιανουαρίου 2021. Που σημαίνει ότι οι Προμηθευτές απαλλάσσονται από την χρέωση του ΜΜΚΘΣΣ, που υπολογίζεται σε 130 εκατ ευρώ ετησίως).

Ο κ. Παναγιώτης Παπασταματίου, Γενικός Διευθυντής της ΕΛΕΤΑΕΝ, μιλώντας στο energia.gr για την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί στον κλάδο των ΑΠΕ, επανέλαβε ότι η έκτακτη εισφορά δεν είναι έκτακτη, αλλά μια επανάληψη του ίδιου έργου, ενώ θέτει, παράλληλα και θέμα αξιοπιστίας της Πολιτείας, και ότι όλα αυτά είναι ασαφή και πρέπει να ποσοτικοποιηθούν.

Όσον αφορά στο αν η αγορά είχε τη δυνατότητα να αντιδράσει πιο αποφασιστικά ώστε να ανασχέσει τα διαφαινόμενα σχέδια του υπουργείου, όπως τα είχε εκθέσει ο ίδιος ο κ. Χατζηδάκης με συνέντευξή του στις 18/10, ο κ. Παπασταματίου είπε πως η ευθύνη των φορέων του κλάδου είναι να μιλούν για εκείνα που νομίζουν και θεωρούν σωστά και του Υπουργείου να αποφασίζει.

«Εμείς δεν σκοπεύουμε να ξεκινήσουμε κάποια «επανάσταση», αλλά από την άλλη, δεν νομίζουμε ότι υπάρχει κάτι που δεν έχει γίνει κατανοητό από την πλευρά της κυβέρνησης. Η κυβέρνηση έχει καταλάβει τα πάντα και πήρε συνειδητά τις αποφάσεις της. Δεν απομένει να εξηγηθεί τίποτε άλλο προς το Υπουργείο ή στο Μαξίμου», είπε χαρακτηριστικά.

Σε ερώτησή μας γιατί, κατά τη γνώμη του, δεν επέλεξε άλλο τρόπο το Υπουργείο και επέρριψε τα βάρη για την εξυγίανση του ΕΛΑΠΕ, αποκλειστικά στις πλάτες των νέων παραγωγών, ο Γενικός Διευθυντής της ΕΛΕΤΑΕΝ είπε:

«Υπάρχουν τρεις και μία τσέπες στην όλη ιστορία. Υπάρχει η τσέπη των καταναλωτών (ΕΤΜΕΑΡ). Υπάρχει η τσέπη των Προμηθευτών, υπάρχει η τσέπη των Παραγωγών ΑΠΕ και το συν μία είναι οι Δημόσιοι Πόροι, δηλαδή τα ευρωπαϊκά ταμεία, ή ο εθνικός προϋπολογισμός. Το Υπουργείο στράφηκε επί της ουσίας μόνο στην τρίτη τσέπη, των παραγωγών, και προσδοκά ακόμη να απορροφήσει κάποιους δημόσιους πόρους. Δεν μπορώ να δώσω εξήγηση γιατί το έκανε αυτό. Αυτό που μπορώ να κάνω όμως, από τη στιγμή που δεν μπορώ να υπεισέλθω στη λογική της σκοπιμότητας που περικλείουν οι αποφάσεις του ΥΠΕΝ, είναι να πάρω τα πράγματα αντίστροφα: δηλαδή, αν χρέωνε τους προμηθευτές αντί για 2 ευρώ, με  4 ευρώ, τότε αντί για 110 εκατ. θα εισέπραττε 220 εκατ. ευρώ και θα έδειχνε ότι έχει τη βούληση να ισορροπήσει κάπως τα βάρη για τους δύο κύριους «παίκτες» της αγοράς (Παραγωγούς και Προμηθευτές). Δεν το έκανε όμως! Από την άλλη, υπάρχει μεν σκοπιμότητα και στην απόφαση να μην αυξηθεί ο ΕΤΜΕΑΡ, αν και δεν μπορώ να τη χαρακτηρίσω εσφαλμένη για τους λόγους που όλοι γνωρίζουμε.»

Για τον κ. Παπασταματίου, είναι «αξιοπερίεργο» το γεγονός ότι το Υπουργείο δεν στράφηκε στους Προμηθευτές, παρά το γεγονός ότι και πολύ μεγάλα κέρδη έχουν και πολύ υψηλά περιθώρια.

«Όπως γράψαμε και στην πρόταση που υποβάλλαμε, χθες, οι Προμηθευτές, το 2019 έδωσαν στον ΕΛΑΠΕ, 59-60 ευρώ τη μεγαβατώρα, και το 2018 έδωσαν γύρω στα 55 ευρώ. Φέτος δίνουν κοντά στα 37 ευρώ τη μεγαβατώρα παραγόμενη ΑΠΕ. Αρα έχουν πάρα πολύ μεγάλο περιθώριο, που σημαίνει ότι τα 2 ευρώ ανά μεγαβατώρα κατανάλωσης που τους επέβαλε με το τέλος το Υπουργείο δεν αποτελεί κανενός είδους κίνδυνο για τους ισολογισμούς τους. Δεν τους επιβαρύνει, απλώς, καθόλου», επεσήμανε και πρόσθεσε πρόσθεσε σιβυλικά: «Φοβάμαι πως και σε δύο χρόνια από τώρα, θα βρισκόμαστε στο ίδιο σημείο!»

Τέλος, σε ερώτησή μας για το εάν αυτού του είδους η πολιτική προσέγγιση, ενός τόσο ευαίσθητου θέματος, θα μπορούσε να έχει επίπτωση και στην εκπλήρωση των στόχων του ΕΣΕΚ, απάντησε πως σίγουρα θα υπάρξει και υπενθύμισε πως το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα προβλέπει μεγαλύτερη διείσδυση των ΑΠΕ στο μίγμα, προκειμένου να συμμορφωθεί η χώρα με τους ευρωπαϊκούς στόχους για το 2030.