Για τις συγκεκριμένες ζώνες θα εκπονηθούν Ειδικά Πολεοδομικά Σχέδια (ΕΠΣ), τα οποία θα …θεμελιώσουν την υλοποίηση του σχεδιασμού της δίκαιης μετάβασης, μέσω του καθορισμού χρήσεων γης, όρων και περιορισμών δόμησης και θα καθιστούν σαφές το ποιες επενδύσεις και ποιες επιχειρηματικές δραστηριότητες μπορούν να αναπτυχθούν, πού και υπό ποιες προϋποθέσεις.
Θεσπίζονται και ειδικές ρυθμίσεις για την υλοποίηση έργων Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) και ΣΗΘΥΑ στους «Πυρήνες» των Ζωνών Απολιγνιτοποίησης, προκειμένου να διευκολυνθούν και να επιταχυνθούν οι σχετικές επενδύσεις, οι οποίες θεωρούνται κρίσιμες για τη δίκαιη μετάβαση σε μια οικονομία «απεξαρτημένη» από τον λιγνίτη. Ειδικότερα, άδειες ή εγκρίσεις που προβλέπονται κατά την αδειοδότησή τους ( όπως έγκριση περιβαλλοντικών όρων και άδειες εγκατάστασης και λειτουργίας), θα διεκπεραιώνονται κατ΄ απόλυτη προτεραιότητα από τις αρμόδιες αρχές και όλες τις υπηρεσίες και φορείς που γνωμοδοτούν ή αδειοδοτούν. Σχετικά με τα αιτήματα για βεβαίωση παραγωγού ηλεκτρικής ενέργειας, θα εξετάζονται κατά προτεραιότητα έναντι άλλων αιτημάτων εντός του ίδιου κύκλου υποβολής αιτήσεων.
Συμπληρωματικός ο ρόλος του Ταμείου Ανάκαμψης
Για το σχέδιο απολιγνιτοποίησης, όπως ανέφερε ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών, κ. Θεόδωρος Σκυλακάκης μιλώντας σε διαδικτυακή συζήτηση που συνδιοργάνωσαν η Eurobank και η Grant Thornton, το Ταμείο Ανάκαμψης θα παίξει συμπληρωματικό ρόλο, με έμφαση στην αποκατάσταση των εδαφών και των υποδομών και στην αναβάθμιση των υφιστάμενων δικτύων τηλεθέρμανσης.
Από την πλευρά του, ο Διευθύνων Σύμβουλος της Eurobank, κ. Φωκίων Καραβίας επεσήμανε ότι θα πρέπει να αναζητηθούν τα έργα που θα είναι ικανά να απορροφήσουν τους πόρους. Σύμφωνα με τον ίδιο, στο πλαίσιο της απολιγνιτοποίησης και της δίκαιης μετάβασης, υπάρχουν πολλά ώριμα και έτοιμα προς υποβολή έργα. Το ερώτημα ωστόσο, όπως σχολίασε, είναι ποια από αυτά μπορούν να υπαχθούν στο Ταμείο Ανάκαμψης.
«Είναι επίσης ο χρονικός παράγοντας. Το Ταμείο είναι περιορισμένης χρονικής διάρκειας, αυτά τα 5μιση χρόνια είναι σφικτή προθεσμία, αλλά στον αντίποδα, σήμερα μπορούμε να επωφεληθούμε από την πιο χαλαρή νομισματική πολιτική. Τα επιτόκια είναι μηδενικά, τρέχουν βραχυπρόθεσμοι τίτλοι με μηδενικά επιτόκια. Να κλειδώσουμε τώρα που μπορούμε αυτά τα χαμηλά επιτόκια για να τρέχουν χαμηλά για όλη την διάρκεια του έργου. Και γι’ αυτό πρέπει να κινηθούμε γρήγορα», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Οσον αφορά στο ερώτημα γιατί επιταχύνεται η διαδικασία απολιγνιτοποίησης, ο κ. Σκυλακάκης τόνισε ότι η απολιγνιτοποίηση δεν είναι το κλειδί. «Το κλειδί είναι η μετάβαση σε μια ενέργεια που είναι κατά βάση εγχώρια που θα σταματήσει να μας επιβαρύνει. Η μετάβαση σε ΑΠΕ σε μεγάλο βαθμό και από την άλλη η ηλεκτροκίνηση στα οχήματα, μαζί και με τις διασυνδέσεις στα νησιά θα μειώσουν δραματικά το κόστος της ενέργειας. Αυτό είναι το τρίτπυχο που οδηγεί σε μια οικονομία πιο ανταγωνιστική, η οποία θα παράγει δικό της φτηνό καύσιμο», επεσήμανε.
Σε σχέση με τις θέσεις εργασίας που θα χαθούν στις δύο ενεργειακές Περιφέρειες και το σχέδιο μετάβασης στη μετά τον λιγνίτη εποχή ο Διευθύνων Σύμβουλος της Grant Thornton (που υλοποίησε το master plan), κ. Βασίλειος Καζάς υπογράμμισε ότι βάσει των όσων έχει ανακοινώσει η κυβέρνηση - μέσω του υπουργού Ενέργειας κ. Κωστή Χατζηδάκη – έχουν δεσμευθεί πόροι 5,1 δισ. ευρώ για το συγκεκριμένο έργο. «Αν τα προσθέσουν με τα ποσά που θα έρθουν από ιδιώτες και τράπεζες, ανέρχονται σε 8-9 δισ. ευρώ, δηλαδή ένα ποσό μεγαλύτερο και από το πρότζεκτ των Ολυμπιακών Αγώνων. Απαιτούνται ολοκληρωμένα σχέδια από επενδυτές με στόχο η απασχόληση να αντικατασταθεί με νέες σύγχρονες μονάδες που θα επιτρέψουν στους ανθρώπους αυτών των περιοχών να έχουν μια καλύτερη ζωή», τόνισε ο κ. Καζάς.
Σχετικά με τις θέσεις εργασίας, ο επικεφαλής της Grant Thornton δήλωσε ότι είναι αισιόδοξος και ότι δεν θα χαθούν θέσεις. «Επειδή τα επενδυτικά σχέδια είναι πάνω από 40 και πολλά από αυτά εμβληματικές επενδύσεις, οι θέσεις εργασίας θα αναπληρωθούν», σημείωσε.
Η μάχη του master plan χάθηκε - Ας μη χαθεί και των εδαφικών σχεδίων
«Το Υπουργείο Περιβάλλοντος και η Συντονιστική Επιτροπή για τη Δίκαιη Μετάβαση δια του Συντονιστή κ. Κωστή Μουσουρούλη, ενώ έχουν όλη την πρόθεση να εξηγήσουν τους στόχους τους και τους σχεδιασμούς που έκαναν μόνοι τους στην Αθήνα, δεν έχουν διάθεση να ακούσουν. Από την άλλη, ένα χρόνο μετά την ανακοίνωση του Πρωθυπουργού, η περιοχή μέσω των εκπροσώπων της αδυνατεί να εκφέρει θέση με τεκμηριωμένες προτάσεις Αυτό το σχήμα είναι δυστυχώς συνταγή αποτυχίας», σχολιάζει ο πρώην δήμαρχος Κοζάνης κ. Λευτέρης Ιωαννίδης.
Σύμφωνα με τον ίδιο, είχε έγκαιρα επισημανθεί ότι η πρόκληση της Δίκαιης Μετάβασης της περιοχής στη μεταλιγνιτική εποχή είναι δύσκολο και πολυπαραγοντικό εγχείρημα. «Ένας όμως παράγοντας έπρεπε να είναι αυτονόητος: Η συμμετοχικότητα της κοινωνίας στο σχεδιασμό», σημειώνει. Και προσθέτει: «Δυστυχώς όμως δρομολογήθηκε μια από τα πάνω διαδικασία, που κατά την γνώμη μου είναι απόλυτα ελλιπής, καθώς αφήνει εκτός στην πράξη όλες τις τοπικές δυνάμεις και οδηγεί, με μαθηματικό τρόπο, σε προβλήματα αποδοχής του σχεδίου που εκπονείται, αλλά και της υλοποίησής του».
Και το σχέδιο που έχει παρουσιαστεί, όπως σημειώνει ο ίδιος, έχει σοβαρές αδυναμίες και ελλείψεις για τις οποίες δικαίως υπάρχουν αντιδράσεις. Ωστόσο, ο κ. Ιωαννίδης αναγνωρίζει ότι, αν και έχουν περάσει πλέον 14 μήνες από την ανακοίνωση του Πρωθυπουργού, «ως περιοχή δεν έχουμε καταφέρει να κάνουμε αυτό που από την πρώτη στιγμή παρουσιάστηκε ως απόλυτη ανάγκη, την εκπόνηση δηλαδή ενός συνεκτικού σχεδίου και μιας ολοκληρωμένης πρότασης που θα ήταν το αποτέλεσμα ενός τοπικού πλαισίου συναίνεσης μεταξύ όλων των τοπικών φορέων, ένα δικό μας τεκμηριωμένο σχέδιο, με το οποίο θα μπορούσαμε να διαβουλευτούμε με τον κ. Μουσουρούλη». Και όπως υπογραμμίζει ο ίδιος την κύρια ευθύνη «σαφώς φέρουν η Περιφέρεια και οι Ενεργειακοί Δήμοι ως έχοντες την ευθύνη διοίκησης, αλλά όχι μόνο».
Και καταλήγει: «Το επόμενο βήμα είναι η εκπόνηση των Εδαφικών Σχεδίων Δίκαιης Μετάβασης που θα εξειδικεύσουν ακόμα πιο διεξοδικά τις αναγκαίες δράσεις σε επίπεδο περιοχών μετάβασης. Είναι τα σχέδια που θα δοθούν για έγκριση στην Ε.Ε. και θα είναι ο οδηγός της περιοχής για επόμενα πολλά χρόνια, καθώς θα συνδέονται με τις χρηματοδοτήσεις του Μηχανισμού Δίκαιης Μετάβασης. Η εμπειρία από την μη συμμετοχή στη διαδικασία σχεδιασμού του Master Plan, πρέπει να είναι ένα παράδειγμα που θα πρέπει να αποφύγουμε και επιτέλους να ανοίξει μια πραγματικά ανοιχτή και συμμετοχική διαδικασία που θα αγγίξει τόσο την ίδια την κοινωνία, όσο και κάθε πολίτη ξεχωριστά μέσω μιας δομημένης συμμετοχικής διαδικασίας. Και παράλληλα, δεδομένου ότι ο χρόνος τρέχει και είναι αμείλικτος, επιβάλλεται ένα σχέδιο άμεσης υποστήριξης της περιοχής για τα επόμενα χρόνια που θα διασφαλίσει τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής στην περιοχή, μέχρι την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου».